Η αναφορά γίνεται με αφορμή δύο αποφάσεις της Δικαιοσύνης τις τελευταίες ημέρες που «ξένισαν» αρκετούς και δημιούργησαν για μία ακόμη φορά ένα κλίμα δυσπιστίας στην κοινωνία για τη δουλειά της Δικαιοσύνης και των δικαστών.
Κι εγώ «εντυπωσιάστηκα» από την πλήρη απαλλαγή των ευθυνών για την υπόθεση της Novartis. Μου προξένησε απορίες το ότι ο υπουργός παραπέμφθηκε για παρεμβάσεις σε δικαστές σε άλλες υποθέσεις, αλλά όχι σε εκείνη της Novartis για την οποία φαινόταν ότι υπήρχαν τα πιο ξεκάθαρα στοιχεία.
Μου έκανε επίσης εντύπωση πώς γίνεται να «φάει» 12 χρόνια ο Λιγνάδης και να ανασταλεί η ποινή του ως το Εφετείο. Δεν καταδικάστηκε για 3-4 χρόνια, μια 12ετία είναι πάρα πολύ για να πάρει αναστολή. Κάτι σαν… δεν είμαι και σίγουρος για τη βαριά ποινή, γι’ αυτό και βάζω αναστολή; Δεν ξέρω και φυσικά δεν είμαι ούτε ειδικός ούτε δικαστής.
Ολα αυτά μπορεί να τα συζητάμε όλοι, επαναλαμβάνω, στα σπίτια μας ή στα καφενεία, αλλά να κρίνουν με κριτήρια επιστημονικά μόνο οι αρμόδιοι μπορούν. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί όμως να το κάνουν οι θεσμοί, όπως είναι τα πολιτικά κόμματα, οι πολιτικοί, θα έλεγα ακόμα και όσοι έχουν δημόσιο λόγο και επηρεάζουν την κοινή γνώμη.
Δεν γίνεται οι δικαστές να θεωρούνται από τους πολιτικούς μέρος της σκευωρίας της Novartis και μετά οι ίδιοι να αποθεώνονται επειδή δεν τους παρέπεμψαν γι’ αυτό. Δεν υπάρχει αυτό το απίθανο νοητικό άλμα του τύπου «αφού δεν παραπέμφθηκαν οι εμπλεκόμενοι για την έρευνα των δέκα πολιτικών στην υπόθεση Novartis, άρα το σκάνδαλο είναι υπαρκτό και τώρα εμείς θα σας πάμε μέχρι τέλους» (Τσίπρας).Γιατί απλά η ίδια η Τουλουπάκη δεν παρέπεμψε ποτέ τους πολιτικούς αυτούς και επιτέλους δεν «πάνε» οι αρχηγοί των κομμάτων μέχρι τέλους κανέναν στα ελεύθερα καθεστώτα.
Δεν γίνεται οι δικαστές το πρωί να είναι καλοί (για την κυρία Σία Αναγνωστοπούλου του ΣΥΡΙΖΑ) στην υπόθεση Λιγνάδη και το απόγευμα… στημένοι. Ιδια περίπου γραμμή είχε και ο εκπρόσωπος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ηλιόπουλος επισήμως.
Στη σημερινή Ελλάδα μοιάζει, με αφορμή το παγκόσμιο κίνημα #metoo (ουδείς φυσιολογικός άνθρωπος είναι υπέρ του βιασμού και της σεξουαλικής παρενόχλησης), να στήθηκε μια απέραντη τηλεδίκη, με στρατιές πρόθυμων δικηγόρων να μοιράζουν δικογραφίες και προσωπικά δεδομένα πελατών τους ή αντιδίκων στα οποία έχουν διά νόμου πρόσβαση και πουλάνε τη δικογραφία για λίγη (ή έστω μεγάλη) δημοσιότητα.
Το αποτέλεσμα είναι να γίνεται ένα live δικαστήριο στα media και στα social media και να «βγαίνουν αποφάσεις» μήνες πριν εξεταστούν οι υποθέσεις από τους ίδιους τους δικαστές. Και αν δεν μας αρέσει η απόφαση… τα βάζουμε με τους φυσικούς κριτές, δηλαδή τους δικαστές, με την κυβέρνηση, με το κατεστημένο, με… θεούς και δαίμονες. Είναι να μη σου τύχει.
Σε κάθε περίπτωση, δικαιοσύνη με τα όποια προβλήματά της δεν μπορεί να απονέμεται αλά καρτ και θεωρώ ότι όλοι πρέπει να ξανασκεφτούν πιο ψύχραιμα και πιο νηφάλια τον ρόλο τους. Γενικώς κανείς για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορεί να παίζει με τις ζωές των άλλων, πολιτικοί, επιχειρηματίες και δημοσιογράφοι.