Λυπάμαι που μέσα στα πολύ σοβαρά προβλήματα με τις πυρκαγιές, την ενεργειακή κρίση, τον πληθωρισμό και τις απειλές του Ερντογάν, «χάθηκε» μια είδηση στρατηγικής σημασίας για το μέλλον του Eλληνισμού.
Η απογραφή του 2021 έδειξε ότι οι Eλληνες γερνάμε και λιγοστεύουμε. Για δεύτερη συνεχόμενη δεκαετία τα επίσημα στοιχεία φανερώνουν ότι ο πληθυσμός μειώθηκε και σε αυτή τη χώρα ζούμε πλέον 10.432.481 άνθρωποι. Από το 2011 μέχρι σήμερα, κάθε χρόνο, οι θάνατοι στην Ελλάδα είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις. Συρρίκνωση του πληθυσμού καταγράφηκε για πρώτη φορά το 2011, μετά 169 χρόνια. Από το 1842 μέχρι και την απογραφή του 2001 οι Ελληνες γινόμασταν περισσότεροι. Το 2001, μάλιστα, ήταν ο υψηλότερος αριθμός που καταγράφηκε από συστάσεως του ελληνικού κράτους.
Η μείωση του πληθυσμού είναι η πιο στρατηγική απ’ όλες τις στρατηγικές απειλές για ένα έθνος. Και η πιο ύπουλη, γιατί οι επιπτώσεις της δεν είναι άμεσα ορατές, δεν εξαντλούνται σε μια-δυο γενιές, δεν παράγει πολιτικό αποτέλεσμα, δεν αποτελεί κριτήριο ψήφου ώστε να αφυπνίσει το σύστημα, δεν γίνεται αντιληπτή από την κοινωνία, δεν διαταράσσει την ατομική καθημερινότητα για να ξεσηκώσει αντιδράσεις.
Υπήρχαν περίοδοι που η Ελλάδα μεγάλωνε γεωγραφικά και πληθυσμιακά όπως στις αρχές του 20ού αιώνα και ευτυχώς (από μια άποψη) που η Μικρασιατική Καταστροφή είχε μια θετική… παρενέργεια. Ενίσχυσε με τα εκατομμύρια των προσφύγων την παλιά Ελλάδα, έδωσε δύναμη και σφρίγος, και για πολλές δεκαετίες, παρά τα προβλήματα, τροφοδότησε ρωμαλέα την ανασύνταξη του έθνους. Το σκηνικό επαναλήφθηκε, σε πολύ μικρότερο βαθμό, τη δεκαετία του ’90, με την άφιξη των Βορειοηπειρωτών, που συνετέλεσαν στο να φτάσουμε στο ρεκόρ πληθυσμού του 2001.
Και ναι μεν υπάρχουν ορισμένοι που δεν τους ενδιαφέρει αυτή η τραγωδία. Ισα ίσα που μπορεί να τους κάνει χαρούμενους ή και να το εύχονται. Αλλά οι άλλοι, οι πολλοί, πού είναι; Πότε περιμένουν να ετοιμάσουν ένα πραγματικά εθνικό σχέδιο με μακροπρόθεσμα κίνητρα για όσους θέλουν αλλά φοβούνται να κάνουν πάνω από δύο παιδιά; Οχι μόνο ένα βοήθημα για τη γέννηση, αλλά και για τον παιδικό σταθμό, το σχολείο, τις σπουδές, την επαγγελματική αποκατάσταση μέχρι και οι ίδιοι να γίνουν γονείς. Μπορεί να θεσπιστεί ένα θαυμάσιο πλέγμα μέτρων και κινήτρων για τους γονείς και τα ίδια τα παιδιά που θα γεννηθούν. Και δεν είναι ζήτημα κόστους. Μπορεί να είναι πολύ χαμηλότερο από διάφορες προεκλογικής λογικής παροχές που, εκτός των άλλων, αποδεικνύονται και κομματικά αναποτελεσματικές. Και μετά είναι βέβαιο ότι το κράτος και το κοινωνικό σύνολο θα πάρουν πίσω όσα με τον έναν ή τον άλλο τρόπο «επένδυσαν» στα παιδιά.
Τα τελευταία χρόνια από καμία κυβέρνηση δεν είδα ένα σοβαρό, ουσιαστικό, μακροπρόθεσμο σχέδιο τόνωσης της υπογεννητικότητας. Καλά είναι τα 2.000 σε κάθε νεογέννητο που έδωσε η σημερινή κυβέρνηση, θετική κίνηση και το επίδομα της Εκκλησίας για τα μωρά στη Θράκη, αλλά απέχουν πολύ από το να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα. Τα πλεονεκτήματα που είχαν κάποτε οι πολύτεκνοι σχεδόν δεν υφίστανται πλέον ή έχουν ακυρωθεί από τις νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες.
Χρειάζονται μέτρα προσαρμοσμένα στις ανάγκες της εποχής. Στις μονογονεϊκές οικογένειες, στο πρόβλημα στέγης, στις επαγγελματικές δυσκολίες, στον σύγχρονο τρόπο ζωής και, γιατί όχι, στο μεταναστευτικό – προσφυγικό ρεύμα της εποχής. Δεν συμμερίζομαι την άποψη όσων λένε «με τους μετανάστες θα αυξήσουμε τον πληθυσμό της Ελλάδας;». Ναι, και με τους μετανάστες, μόνο ο Χίτλερ και οι όμοιοί του πιστεύουν στην «καθαρότητα» της φυλής. Και φαντάζομαι κανείς μας δεν θεωρεί ότι είμαστε όλοι γνήσιοι απόγονοι του Ομήρου, του Πλάτωνα και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, των Αρχαίων Ελλήνων γενικώς. Σημασία έχουν η γλώσσα, ο τόπος, η παιδεία, η Ιστορία, η κουλτούρα, όλα αυτά που συγκροτούν την «εθνική ταυτότητα». Ποιοι τα έχουν και ποιοι διάλεξαν να τα ακολουθήσουν – άσχετα από τον τόπο καταγωγής. Δεν είναι κακό η Ελλάδα να αποτελεί τη δεύτερη πατρίδα, που αργότερα θα γίνει πρώτη, για καταφρονεμένους πρόσφυγες. Αρκεί μόνο η αριθμητική ισορροπία να μη διαταραχθεί βίαια και ξαφνικά συμβεί το αντίθετο.
Είναι λάθος να βλέπουμε το πρόβλημα της υπογεννητικότητας με ορίζοντα τη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής. Ως έθνος έχουμε Ιστορία περίπου 3.000 χρόνων, περάσαμε πολλά, κινδυνεύσαμε, είχαμε τα πάνω μας και τα κάτω μας, αλλά πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να υπάρχουμε και στο μέλλον. Μην ξεχνάμε πως ολόκληρα έθνη και λαοί χάθηκαν μαζί με τη γλώσσα τους, αφομοιώθηκαν, απορροφήθηκαν και έμειναν μόνο στην Ιστορία.
Η τελευταία απογραφή έδειξε ότι είμαστε στο «ακριβώς» και είναι υποχρέωσή μας να δράσουμε τώρα. Αύριο θα είναι αργά.