search icon

Γνώμες

Η αντιπολίτευση στον Μητσοτάκη

Οι... επιθυμίες της κυβέρνησης για την επανεκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στο ΠΑΣΟΚ, την εκπαραθύρωση του Στέφανου Κασσελάκη και ως εκ τούτου τη νέα διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ υλοποιούνται ταχύτατα

Δεν ξέρουμε όμως ακόμη αν αυτό είναι για το καλό της Νέας Δημοκρατίας. Οι εξελίξεις στα δύο πιο μεγάλα κόμματα της αντιπολίτευσης μπορεί να εξελιχθούν σε μεγάλη παγίδα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Το παλιό πολιτικό κλισέ ότι για να αποδίδει αποτελεσματικά μια κυβέρνηση χρειάζεται και ισχυρή αντιπολίτευση δεν είναι απλώς μια γενναιόδωρη φιλοφρόνηση από τον νικητή προς τους ηττημένους, αλλά υποκρύπτει ρεαλισμό και πολιτικά συμπεράσματα βασισμένα σε ιστορικά δεδομένα.

Οι τελευταίες αναταράξεις στον χώρο της κυβερνητικής παράταξης είναι απολύτως συνδεδεμένες με τα γεγονότα στην αντιπολίτευση και την παρατεινόμενη καθήλωσή της σε χαμηλά ποσοστά, όπως τουλάχιστον δείχνουν οι δημοσκοπήσεις. Η έλλειψη «κανονικής» αντιπολίτευσης ενθάρρυνε βουλευτές της Ν.Δ. που δεν έχουν θέση στην κυβέρνηση να αρχίσουν την κριτική για μια σειρά από σοβαρά οικονομικά και εθνικά θέματα. Είτε γιατί η… φύση απεχθάνεται το κενό και στην πολιτική, είτε γιατί δεν αισθάνονται απειλή, είτε γιατί πιστεύουν ότι κάποιος πρέπει να εκφράζει και την «άλλη άποψη» σήκωσαν παντιέρα. Σε πολλά από τα θέματα που αναδεικνύουν προφανώς έχουν δίκιο, αλλά αν η αντιπολίτευση είχε προβάλει τα ίδια προβλήματα με τεκμηριωμένα επιχειρήματα και συγκεκριμένες προτάσεις θα τους είχαν απαλλάξει από τον… κόπο να βάλλουν εναντίον της δικής τους κυβέρνησης. Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος σοφός για να καταλάβει πως η απουσία ισχυρού αντιπάλου δημιουργεί κλίμα χαλαρότητας και ενισχύει τις φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος.

Το πρόβλημα εντοπίζεται δευτερογενώς στους βουλευτές, αλλά αρχίζει από ορισμένους υπουργούς. Λανθασμένες επιλογές, ασυγχώρητες καθυστερήσεις, αναποτελεσματικότητα, προφανή χαλαρότητα και εμφανή αλαζονεία. Οσο κι αν προσπαθεί το Μέγαρο Μαξίμου να μαζεύει την κατάσταση και να εμφανίζει μια εικόνα συντονισμένης κυβέρνησης, τα προβλήματα στην υλοποίηση των στόχων δεν μπορούν να κρυφτούν. Οι πολίτες δεν χρειάζονται κανέναν να τους υποδείξει τι δεν πάει καλά στην οικονομία και την καθημερινότητα, μπορούν να κρίνουν πού γίνονται προσπάθειες και πού όχι, ποιος υπουργός δουλεύει και ποιος όχι. Ο πρωθυπουργός πολλές φορές έχει επαναλάβει τη φράση ότι «αντίπαλός μας είναι τα προβλήματα του πολίτη και όχι τα κόμματα της αντιπολίτευσης», αλλά μάλλον η φωνή του δεν φτάνει παντού.

Από τη μία τα λάθη και η αναποτελεσματικότητα της κυβέρνησης και από την άλλη η απουσία ισχυρής αντιπολίτευσης αποσυσπειρώνουν και την κομματική βάση της Νέας Δημοκρατίας. Η πτώση που καταγράφηκε στις κάλπες των ευρωεκλογών, αλλά και τα ευρήματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων δείχνουν το εύρος της δυσαρέσκειας ενός μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων που στήριξαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Πολλοί εξ αυτών μπορεί να μην έχουν πάει ακόμη σε κάποιο άλλο κόμμα δεξιά ή αριστερά, αλλά πιθανόν όταν ξαναέρθουν οι εκλογές να μείνουν στο σπίτι τους «ψηφίζοντας» αποχή. Ολοι γνωρίζουν πως όταν δεν υπάρχουν πολιτικό διακύβευμα και πίεση από την αντιπολίτευση, ακόμη και οι σταθεροί ψηφοφόροι ενός κόμματος δεν πρόκειται να πάνε να ψηφίσουν. Η απογοήτευση κυριαρχεί και ο εφησυχασμός ελλείψει αντιπάλου κρατάει τους πολίτες στον καναπέ.

Τελευταία αλλά πιο σημαντική και επικίνδυνη παρενέργεια από την απουσία ισχυρής αντιπολίτευσης είναι ο κατακερματισμός του πολιτικού τοπίου. Το φαινόμενο γίνεται όλο και πιο έντονο. Αντί για μια ισχυρή αξιωματική αντιπολίτευση που θα εξελιχθεί σε κόμμα εξουσίας απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη, άρχισαν να δημιουργούνται κόμματα και μορφώματα, δεξιά και αριστερά, κοντά στη ζώνη του 3%. Με κύριο χαρακτηριστικό τον λαϊκισμό, προσπαθούν να παρασύρουν μικρά τμήματα της κοινωνίας οδηγώντας τη χώρα σε ένα σκηνικό ανάλογο με εκείνο του Μαΐου του 2012. Ενα συγκροτημένο κόμμα που διεκδικεί την εξουσία, σε κάποιον βαθμό, δεσμεύεται από τις θέσεις του, γιατί αύριο μπορεί να βρεθεί στην κυβέρνηση και να καταστεί υπόλογο απέναντι στην κοινή γνώμη. Κόμματα που η φιλοδοξία τους φτάνει μέχρι το όριο του 3% για να γίνουν εκβιαστικά οι «ρυθμιστές» της εξουσίας είναι σαφώς πιο επικίνδυνα. Υπό αυτή την έννοια, ο περιορισμός των προοπτικών του ΠΑΣΟΚ ή του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να οδηγήσει σε λάθος συμπεράσματα την κυβέρνηση. Ακόμη κρατάει την τύχη της στα δικά της χέρια, αλλά για το καλό της χώρας, της κοινωνίας και της Δημοκρατίας είναι χρήσιμο να υπάρχει απέναντί της μια αξιόπιστη λύση παρά το χάος.

Exit mobile version