Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση, όπως και όλοι ανεξαιρέτως οι εγχώριοι και διεθνείς οργανισμοί, τράπεζες, πανεπιστήμια, επιμελητήρια, ενώσεις, αντιλαμβάνονται ότι για να συγκλίνει η ελληνική οικονομία με τις ευρωπαϊκές, για να συγκλίνει το εισόδημα των Ελλήνων με αυτό των Ευρωπαίων, πρέπει η ελληνική οικονομία να αναπτύσσεται με πολύ ταχύτερο ρυθμό από αυτόν με τον οποίο αναπτύσσονται οι μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες.
Είναι λογικό να σκεφτεί κανείς ότι τα δημόσια οικονομικά, το κράτος μόνο του, δεν μπορεί να εξασφαλίσει αυτόν τον ταχύ ρυθμό ανάπτυξης. Πρέπει η ανάπτυξη να προέλθει από τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Πρέπει δηλαδή να αναπτύσσονται ταχύτατα οι ελληνικές επιχειρήσεις. Μέχρι εδώ, νομίζω, συμφωνούν όλοι.
Για να επιτευχθεί όμως αυτός ο κοινός στόχος, πρέπει να υπάρξει μια συμφωνία και στο τι εννοούμε όταν μιλάμε για ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα, τι εννοούμε όταν μιλάμε για ελληνική επιχείρηση.
Εδώ, η κυβέρνηση έχει μια παράξενη αντίληψη. Θεωρεί ότι η ελληνική επιχείρηση είναι μεγάλη. Ο υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης οραματίζεται μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις και η πολιτική του αποσκοπεί στη στήριξη αυτών των μεγάλων επιχειρήσεων. Δεν του αρέσουν οι μικρές, θεωρεί ότι φοροδιαφεύγουν, το ίδιο και οι ελεύθεροι επαγγελματίες. (Δεν έχει άδικο ως προς τη φοροδιαφυγή, αλλά εθελοτυφλεί αν νομίζει ότι είναι μόνο αυτοί που φοροδιαφεύγουν. Ας κοιτάξει τι κάνουν, για παράδειγμα, οι καθηγητές των δημόσιων σχολείων το απόγευμα, πόσες δεύτερες απογευματινές δουλειές με μαύρα έχουν πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι όλων των κλάδων. Ας κοιτάξει επίσης τις τριγωνικές συναλλαγές των μεγάλων επιχειρήσεων, το λαθρεμπόριο, τις πρακτικές καρτέλ και τις καταχρηστικές συμπεριφορές των μεγάλων επιχειρήσεων και θα διαπιστώσει ότι οι μικροί δεν είναι οι χειρότεροι.)
Για να επανέλθω όμως στο θέμα, τι είναι η ελληνική επιχείρηση, ιδού τι λέει η Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Eurostat: Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αντιπροσωπεύουν το 83,5% της απασχόλησης στην Ελλάδα, έναντι 64,3% στην Ε.Ε., και το 57% της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας της ελληνικής οικονομίας, έναντι 41,7% στην Ε.Ε.
Αυτή είναι η κατάσταση λοιπόν. Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στηρίζεται όχι μόνο η προστιθέμενη αξία που παράγεται στη χώρα, αλλά και η απασχόληση. Αν εξαιρέσουμε τα πολλά καφενεία, σουβλατζίδικα, κομμωτήρια κ.λπ., υπάρχει και ένας μικρός αριθμός από παραγωγικές επιχειρήσεις, οι λεγόμενες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες παλεύουν χωρίς χρηματοδότηση -διότι οι τράπεζες δανείζουν μόνο τις μεγάλες-, χωρίς καμία προστασία από τους θεσμούς διασφάλισης του ανταγωνισμού και χωρίς καμία δυνατότητα διαπραγμάτευσης με τα μεγάλα καρτέλ που ελέγχουν την οικονομία. Τα καρτέλ κανονίζουν μεταξύ τους τις τιμές και το μέγεθος της απληστίας τους καθορίζει το επίπεδο της ακρίβειας. Οι μικρομεσαίες παραγωγικές επιχειρήσεις δεν μπορούν να αναπτυχθούν, οι περισσότερες μετά βίας επιβιώνουν και, δυστυχώς, βρίσκονται στο στόχαστρο του Χατζηδάκη και συνεπώς της κυβέρνησης. Ομως η πολιτική στήριξης των μεγάλων επιχειρήσεων μετατρέπεται de facto σε στήριξη των καρτέλ, διότι σε μια μικρή οικονομία όπως η ελληνική δεν χωράνε πολλές μεγάλες για να διασφαλιστεί ο ανταγωνισμός. Ο ανταγωνισμός διασφαλίζεται μόνο μέσω του πλήθους των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Υποθέτω ότι αυτό είναι κατανοητό. Οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι αναγκαστικά λίγες σε μια μικρή οικονομία, ο ανταγωνισμός μειώνεται, λειτουργούν ολιγοπωλιακά, συγκροτούν καρτέλ, εκμεταλλεύονται εύκολα τους πάντες, καταναλωτές, παραγωγούς – προμηθευτές, υπεργολάβους, πνίγουν τον ανταγωνισμό.
Η προσπάθεια λοιπόν της κυβερνητικής πολιτικής θα έπρεπε να είναι να διευκολύνει τις μεσαίες να γίνουν μεγάλες και όχι να τις εξουδετερώσει, για να γίνουν ακόμη μεγαλύτερες οι μεγάλες.
Αυτή η πολιτική η οποία είναι καταστροφική για την οικονομία και πάρα πολύ επώδυνη για την κοινωνία έχει και μοιραίες πολιτικές επιπτώσεις για την κυβέρνηση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στις ευρωεκλογές η κυβέρνηση πλήρωσε, μεταξύ άλλων, την αδυναμία της να καταπολεμήσει την ακρίβεια. Αυτό το αντιλήφθηκε άμεσα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος επέκτεινε τα (αποτυχημένα) μέτρα κατά της ακρίβειας για μερικούς μήνες και ανακοίνωσε επιδοματικές στηρίξεις των ευάλωτων πολιτών. Δεν αρκεί αυτό, αυτό δεν τρομάζει τα καρτέλ που ευθύνονται για την ακρίβεια. Ούτε φυσικά επιταχύνει την ανάπτυξη της οικονομίας με τέτοιου είδους μέτρα.
Αν θέλουμε ταχεία οικονομική ανάπτυξη πρέπει να διαμορφωθεί μια νέα οικονομική πολιτική που να διευκολύνει όλες τις παραγωγικές επιχειρήσεις, την πρωτογενή παραγωγή, τη μεταποίηση και τη βιομηχανία, ανεξαρτήτως μεγέθους, συμπεριλαμβάνοντας δηλαδή και τις μικρές και μεσαίες παραγωγικές επιχειρήσεις. Και για να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις πρέπει να διαμορφωθεί ένα υγιές επιχειρηματικό περιβάλλον με απλούς και σταθερούς κανόνες και με διασφάλιση από το κράτος των κανόνων του ανταγωνισμού. Ετσι μόνο μπορεί να αυξηθεί η παραγωγή, να επιταχυνθεί η ανάπτυξη και να διαχυθεί στην κοινωνία, αντί να συγκεντρώνεται ο πλούτος στα χέρια ολοένα και λιγότερων.
Δυστυχώς αυτό δεν εντάσσεται στα σχέδια της κυβέρνησης, τουλάχιστον μέχρι σήμερα. Προτιμά να δίνει επιδόματα για να στηρίζει ευκαιριακά τους πιο αδύναμους πολίτες, παρά να εμπλακεί στο δύσκολο έργο της δημιουργίας ενός πραγματικά ευνοϊκού για την παραγωγή και την επιχειρηματικότητα περιβάλλοντος. Και αυτό, εκτός του ότι δεν βοηθάει την ανάπτυξη, είναι τελικά και επιζήμιο πολιτικά για την ίδια την κυβέρνηση.