Θα μπορούσε να ήταν και η είδηση της ημέρας. Και θα ήταν σίγουρα σε μια άλλη εποχή, τότε που ο αντιμνημονιακός οίστρος επέβαλε να μεγιστοποποιείται το φαινόμενο των αυτοκτονιών στην Ελλάδα ή να γίνονται αντικείμενο ακραίας πολιτικής εκμετάλλευσης οι θάνατοι από τα μαγκάλια.
Σύμφωνα με τη λίστα Bloomberg Global Health Index, που αξιολογεί 169 κράτη ως προς την κατάσταση που επικρατεί στην υγεία, η Ελλάδα υποχώρησε κατά έξι θέσεις. Την περασμένη χρονιά –χρονιά που, όπως θέλει η κυβερνητική προπαγάνδα, «τελειώσαμε με τα Μνημόνια»- η χώρα μας βρέθηκε στην 26η θέση της κατάταξης, ενώ το 2017, όταν είχε δημοσιευτεί η προηγούμενη λίστα, βρισκόταν στην 20η.
Και επειδή μπορεί κάποιος με τη νοοτροπία του χρήσιμου ηλίθιου να πεταχθεί για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα με ισχυρισμούς του τύπου «τι άλλο περιμένεις σε μια νεοφιλελεύθερη Ευρώπη;», είναι αναγκαίο να προσθέσει κανείς και μερικά ακόμη ενδιαφέροντα στοιχεία της κατάταξης, όπως ότι στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ισπανία που πραγματοποίησε άλμα πέντε θέσεων και ξεπέρασε την Ιταλία που πλέον είναι δεύτερη.
Με άλλα λόγια, το… κατόρθωμα της ελληνικής υποχώρησης δεν φαίνεται να είναι κατ΄ ανάγκην απότοκο της οικονομικής κρίσης, αν κρίνουμε από τις πρωτιές δύο προβληματικών χωρών του ευρωπαϊκού νότου. Ανήκει μάλλον εξ ολοκλήρου στις πολιτικές των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν όλα αυτά τα χρόνια την ευθύνη του πολύπαθου χώρου της Υγείας και υποτίθεται ότι έδειξαν αυξημένο ενδιαφέρον «για τους πολλούς» και έδωσαν μάχη υπέρ της κάθαρσης, κυνηγώντας χίμαιρες κρυμμένες σε τροχήλατες βαλίτσες που μπαινόβγαιναν στο Μαξίμου.
Τη μέρα, όμως, που έβλεπε το φως της δημοσιότητας η αποκαρδιωτική αυτή λίστα, ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθόςπάσχιζε να πείσει –αναληθώς, όπως αποδείχθηκε, αφού είχε ο ίδιος αρθρογραφήσει σχετικά στην Αυγή το 2014 και ως γνωστόν scripta manent- ότι τάχατες ήταν εκείνος που έδωσε το δικαίωμα περίθαλψης στους ανασφάλιστους, το οποίο στην πραγματικότητα καθιερώθηκε επί των ημερών των… κακών μνημονιακών προκατόχων του.
Όσο για τον αναπληρωτή του, τον… πολύ Παύλο Πολάκη, ο οποίος έχει με την ανοχή –η και την ενθάρρυνση- του Αλέξη Τσίπρα έχει αυτοαναγορευτεί σε μέγιστο σκανδαλοθήρα, δεν θα μπορούσε να περιμένει τίποτε καλύτερο από τον συνήθη θόρυβο που κάνουν οι πολιτικοί που θέλουν να είναι στο αφρό χωρίς να έχουν λύσει κανένα πρόβλημα.
Αντί, λοιπόν, το δίδυμο του υπουργείου Υγείας να συγκαλέσει μια –έστω για τα μάτια του κόσμου- σύσκεψη για να δουν τι μπορεί να έφταιξε και οι συνθήκες περίθαλψης των Ελλήνων δυσχεραίνονται, την ίδια ώρα που οι προσλήψεις, όπως λένε οι ίδιοι, αυξήθηκαν και οι ισολογισμοί των νοσοκομείων, που ήταν ελλειμματικοί, έγιναν πλεονασματικοί (!), εκείνοι περί άλλων ετύρβαζαν.
Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ο κ. Πολάκης ο οποίος, όπως είδαν όσοι παρακολούθησαν το τηλεοπτικό του παραλήρημα στη δημόσια τηλεόραση, έχει στο γραφείο του φακέλους όχι για την κατάσταση των νοσοκομείων αλλά για «σκάνδαλα» που δεν είναι καν του τομέα ευθύνης του. Και έτσι, όταν δεν… ξεκατινιάζεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ξοδεύει το χρόνο του για να τηλεφωνεί ή να στέλνει γράμματα στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, υποδεικνύοντας του πως θα κάνει ελέγχους των δανειοδοτήσεων σε όσους δεν συμφωνούν με την κυβέρνηση.
Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του πολιτισμένου κόσμου πρωτοβουλίες όπως αυτή του αναπληρωτή υπουργού Υγείας θα είχαν συνέπειες. Αν δεν το αισθανόταν ο ίδιος, γιατί δύσκολα μπορεί να περιμένει κανείς ευαισθησίες από πρόσωπο που δήλωνε ξεδιάντροπα ότι τηρούσε διπλά βιβλία στον Δήμο Σφακίων, κάποιος θα έπρεπε να του το υποδείξει.
Αν ο κ. Τσίπρας ήταν πράγματι ενοχλημένος με τον υπουργό του είχε πολλές αφορμές να τον ανακαλέσει στην τάξη. Και μόνον η κυνική τοποθέτησή του για τα δεκάδες θύματα της γρίπης, σύμφωνα με την οποία «δεν είναι και καμία καταστροφή, για να μην τρελαθούμε τώρα…», ήταν επαρκής λόγος για να τον στείλει σπίτι του. Αλλά πώς να συμβεί αυτό όταν μετά την τραγωδία στο Μάτι, δεν είχε συγκινηθεί κανείς στην κυβέρνηση με τον ισχυρισμό του ίδιου ανθρώπου ότι οι νεκροί «θολώνουν την εικόνα» των επιδόσεων της κυβέρνησης;
Ας το πάρουμε, λοιπόν, απόφαση. Η προσωπική ευθιξία είναι είδος εν ανεπαρκεία στις μέρες της Συριζοκρατίας. Με ένα «τι να κάνω που συνέβη μια στραβή στη βάρδια μου;», απαλλάσσονται από πάσα ευθύνη και δεν δίνουν λογαριασμό σε κανέναν. Τους αρκεί που δίνουν όρκους πίστης στον… ηγέτη Αλέξη Τσίπρα και στην… «απεύθυνση ενός πλατιού καλέσματος σε όσους αυτοπροσδιορίζονται –σ.σ.: και ας μην είναι φυσικά- ως προοδευτικοί».
Βλέπετε, οι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ είναι «αριστεροί» και «προοδευτικοί» και δεν είναι σαν κάτι… κορόιδα, όπως ο Αιγύπτιος υπουργός Μεταφορών Χισάμ Αραφάτ, ο οποίος παραιτήθηκε μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα στον σταθμό «Ραμσής» στο κέντρο του Καΐρου που είχε σαν αποτέλεσμα να σκοτωθούν μερικές δεκάδες άνθρωποι, σχεδόν όσοι πνίγηκαν από τις πλημμύρες στη Μάνδρα.
«Το τρένο φέρεται να ανέπτυξε υψηλή ταχύτητα, προτού προσκρούσει σε πλατφόρμα, με αποτέλεσμα να προκληθεί έκρηξη», μεταδίδουν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης για τις συνθήκες του δυστυχήματος. Και συμπληρώνουν ότι ο πρωθυπουργός Μουσταφά Μάντμπουλι αποδέχθηκε την παραίτηση του Αραφάτ. Ο οποίος μάλλον δεν κλάφθηκε, όπως η Ρένα Δούρου, για τη «στραβή που συνέβη στη βάρδια του».
Αυτά φυσικά ισχύουν για όσους δεν αυτοανακηρύσσονται –«μην τρελαθούμε κιόλας»!- «αριστεροί» και «προοδευτικοί». Οι δικοί μας έχουν το «ηθικό πλεονέκτημα» που απένειμαν οι ίδιοι στους εαυτούς τους.