Όπως γράφεται στα μέσα ενημέρωσης, στο απολογιστικό κείμενο, το οποίο ετοίμασαν οι «σοφοί γέροντες» Γιάννης Δραγασάκης Αριστείδης Μπαλτάς και Θοδωρής Δρίτσας και συζητήθηκε κατά την τελευταία συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας του κόμματος, αναγνωρίζεται πως υπήρξαν λάθος εκτιμήσεις για τους συσχετισμούς δυνάμεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και για τις δυνατότητες της Αθήνας να «εκβιάσει» με ένα πιστωτικό γεγονός.
Στο ογδόντα σελίδων κείμενο, το οποίο δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα, υπάρχει παραδοχή για την απουσία προετοιμασίας του ΣΥΡΙΖΑ ενόψει των κυβερνητικών καθηκόντων που ανέλαβε το 2015, ενώ αφήνεται να εννοηθεί ότι είχαν παραγνωριστεί οι πραγματικές συνθήκες. Ανάμεσα στις παρερμηνείες της τότε ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ ήταν, όπως αναφέρεται, ότι θεώρησε δεδομένη τη στήριξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο και άλλων χωρών που ήταν χρεωμένες, κάτι που ωστόσο δεν συνέβη.
Όσοι εξ αρχής επισήμαιναν ότι δεν είναι λογικό να υποστηρίζει κάποιος ότι «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν» ήταν «γερμανοτσολιάδες». Και όποιος τολμούσε να προειδοποιήσει ότι «οι αγορές χορεύουν στον δικό τους σκοπό και δεν ακούν τα νταούλια των πολιτικάντηδων» λοιδωρούνταν ως «Νενέκοι». Το να περιμένει κανείς να ζητηθεί συγνώμη από τους συκοφαντηθέντες, είναι μάλλον μια πολύ μεγάλη πολυτέλεια σε μια χώρα που ο λαϊκισμός ζει και βασιλεύει, διαπερνώντας οριζοντίως το πολιτικό σύστημα και κατ΄ επέκταση την ελληνική κοινωνία.
Οι όροι, για παράδειγμα, υπό τους οποίους γίνεται το τελευταίο διάστημα η συζήτηση για το μείζον πρόβλημα του Μεταναστευτικού είναι απολύτως αποκαλυπτικοί για το πόσο εδραιωμένος είναι ο λαϊκισμός και πόσο έχει υποκαταστήσει τη σοβαρότητα με την οποία απαιτείται να προσεγγίζονται περίπλοκα ζητήματα με πολλαπλές κοινωνικές και πολιτικές πτυχές και διαστάσεις που ξεπερνούν τα στενά όρια της ελληνικής Επικράτειας.
Πως αλήθεια μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς την πρόσφατη απόφαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Βορείου Αιγαίου να σταματήσει κάθε διάλογο με την κυβέρνηση; Όσο δίκιο και αν έχουν οι κάτοικοι της Λέσβου, της Χίου και της Σάμου για το δυσανάλογο βάρος της μεταναστευτικής κρίσης που τους έχει επιμεριστεί, τόσο άστοχες είναι λαϊκίστικες αντιδράσεις αυτού του είδους από τους τοπικούς άρχοντες τους.
Αν πάψει, άραγε, ο περιφερειάρχης κ. Κώστας Μουτζούρης να μιλάει και να συνεργάζεται με τους αρμόδιους κυβερνητικούς αξιωματούχους θα μειωθεί ο αριθμός των μεταναστών που είναι εγκλωβισμένοι στα νησιά ή θα μετριαστούν οι ροές που φθάνουν από την Τουρκία; Είναι αστείο και μόνον που σκέφτηκε κάποιος να καταφύγει σε μια τέτοια «απειλή». Καλώς ή κακώς, τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα και όχι καλύτερα στην απολύτως υποθετική περίπτωση κατά την οποία θα διακοπτόταν ο διάλογος Κεντρικού Κράτους – Αυτοδιοίκησης και θα έπαυε πράγματι να εμπλέκεται η κυβέρνηση.
Άλλωστε, αν είναι αποτελεσματικό μέσο για τους Αιγαιοπελαγίτες η διακοπή του διαλόγου με την κυβέρνηση, το ίδιο ισχύει και για τους ανθρώπους της ενδοχώρας που αντιδρούν στη μετακίνηση προσφύγων στις δικές τους περιοχές. Αν όλοι σταματούσαν να μιλούν με μιλούν όλους, εκείνοι που θα την πληρώσουν περισσότερο είναι όσοι έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα. Θυμάστε την ολέθρια τακτική που ακολουθούσε ο –επικρινόμενος τώρα και από τον ΣΥΡΙΖΑ- Για(ν)νης Βαρουφάκης στα Eurogroup που είχε ως αποτέλεσμα στο τέλος να απομονωθεί πλήρως και να μην του μιλάει κανείς ομόλογός του; Ε, αυτό κινδυνεύει να πάθει ο κ. Μουτζούρης με τις αλλοπρόσαλλες απειλές του….
Από την άλλη, δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για να συνεχιστεί η απραξία το γεγονός ότι η σημερινή κυβέρνηση υποτίμησε εμφανώς το πρόβλημα και καθυστέρησε χαρακτηριστικά να εμπλακεί αποτελεσματικά στην προσπάθεια αντιμετώπισής του. Είναι προφανές ότι και οι ίδιοι υπήρξαν θύματα του δικού τους λαϊκισμού που βολευόταν στη δογματική θεώρηση ότι για «για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ» και ότι η πολιτική αλλαγή θα εξαφάνιζε από τη μια στιγμή στην άλλη ένα τόσο πολυσύνθετο πρόβλημα.
Εξαιτίας αυτού ακριβώς του λόγου, θα έλεγε κανείς ότι επιβάλλεται σε όλους να κινηθούν προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Η κατάσταση, όπως έχει διαμορφωθεί, απαιτεί, περισσότερο από ποτέ, να καθίσουν όλοι οι εμπλεκόμενοι στο ίδιο τραπέζι. Και, αντί να καταφεύγουν σε εύκολες λαϊκίστικες μεταθέσεις ευθυνών, να καταρτίσουν συνεκτικό σχέδιο και να αναζητήσουν αποτελεσματικές λύσεις που δεν εκθέτουν συνολικά τη χώρα.
Λύσεις, οι οποίες, από τη μια, θα απαλείψουν φαινόμενα όπως η «Ζούγκλα» της Μόριας, που αποτελούν προσβολή για τον δυτικό πολιτισμό, και, από την άλλη, θα στέλνουν το μήνυμα ότι η Ελλάδα δεν είναι «ξέφραγο αμπέλι» ούτε θα γίνει η ανοικτή φυλακή για κάθε φτωχό, κατατρεγμένο ή τυχοδιώκτη (με την κυριολεκτική έννοια του όρου) από τις δύο πολυανθρωπότερες ηπείρους που είναι η Ασία και η Αφρική.
Τα πράγματα, λοιπόν, είναι πολύ σοβαρά για να νομίζουν κάποιοι ότι παίζουν το παιχνίδι του «Μουτζούρη» και να περιμένουν ποιος θα μείνει τελευταίος με τον Ρήγα Μπαστούνι (τον Μουτζούρη) στο χέρι του για να θεωρηθεί ο χαμένος και να αποφασίσουν οι υπόλοιποι παίχτες για την ποινή του. Σε όποιον και αν μείνει ο «Μουτζούρης» του λαϊκισμού, χαμένοι θα είμαστε όλοι…