Η μόνη βεβαιότητα, ωστόσο, είναι πως, όταν αργά ή γρήγορα θα τελειώσει, τίποτε δεν θα είναι ίδιο όπως ήταν προτού να ενσκήψει αυτή η τεράστια δοκιμασία στην οποία υποβαλλόμαστε όλοι μας ανεξαιρέτως.
Δεν είναι υπερβολή να παραδεχθούμε ότι είμαστε αντιμέτωποι με μια μοναδική στην ιστορία της ανθρωπότητας δοκιμασία η οποία τείνει να μετατρέψει τον πλανήτη σε μια απέραντη φυλακή, στην οποία εκούσια ή ακούσια μπαίνουμε όλοι: πλούσιοι και φτωχοί, πατρίκιοι και πληβείοι, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, θρησκευόμενοι και άθεοι, αριστεροί και δεξιοί, βόρειοι και νότιοι, αφεντικά και υπάλληλοι.
Οι χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, τις οποίες είναι σφόδρα πιθανό ότι θα θρηνήσουμε παγκοσμίως, η μικρότερη ή μεγαλύτερη ταλαιπωρία που θα υποστούν τα εκατομμύρια, ενδεχομένως, των συνανθρώπων που θα νοσήσουν από τον ιό, όπως και οι ανυπολόγιστες ακόμη ζημιές, τις οποίες θα καταγράψουν οι περισσότεροι κλάδοι της οικονομίας, είναι οι προφανείς αρνητικές συνέπειες για τις οποίες όλοι πλέον μιλούν και, άλλοι έγκαιρα και άλλοι με χαρακτηριστική καθυστέρηση, σπεύδουν να προλάβουν.
Την ίδια ώρα, όμως, οι εξίσου σημαντικές επιπτώσεις που θα επιφέρουν οι βαθιές αλλαγές, οι οποίες για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα επιβάλλονται βιαίως στην προσωπική και στην επαγγελματική ζωή των περισσότερων εξ ημών, είναι αδύνατο να προβλεφθούν. Η έκταση των εξωγενών παρεμβάσεων στην καθημερινότητα ανθρώπων που ζουν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Υδρογείου, μπορεί εν τέλει να αποδειχθεί μεγαλύτερη και από εκείνη που συνέβη στη διάρκεια του δύο Παγκοσμίων Πολέμων του προηγούμενου αιώνα.
Άλλωστε, ποτέ άλλοτε στο παρελθόν δεν έχουν υποχρεωθεί τόσο πολλοί άνθρωποι να κλειστούν στα σπίτια τους από την απειλή ενός αόρατου εχθρού. Μεγάλους λοιμούς έζησε και άλλες φορές η ανθρωπότητα. Δεν υπάρχει, όμως, κανένα προηγούμενο με τόσο εκτεταμένη υποχρεωτική αλλαγή στον τρόπο ζωής και εργασίας των ανθρώπων, όπως αυτός που επιβάλλεται αυτή την περίοδο στη μια μετά την άλλη τις χώρες όλου του κόσμου.
Η δημοσιογραφική γραφίδα φαντάζει πολύ αδύναμη για να προδιαγράψει τα «αχαρτογράφητα νερά» στα οποία έχουμε βρεθεί να κολυμπούμε όλοι μας. Μόνον ερωτήματα μπορεί να θέσει. Ερωτήματα τα οποία μάλλον θα αργήσουν να απαντήσουν και οι εκπρόσωποι μιας σειράς επιστημονικών κλάδων, όπως οι κοινωνιολόγοι, οι ψυχίατροι, οι πολιτικοί επιστήμονες και τόσο άλλοι, που θα χρειαστεί να εμπλακούν σε αυτή την ιδιαίτερη περιπέτεια στην οποία έχει εισέλθει η ζωή του ανθρώπινου είδους.
Ποιο, για παράδειγμα, είναι το αύριο των οικογενειών που εκόντες άκοντες ζουν ως έγκλειστοι μέσα στα ίδια τους τα σπίτια; Ποια διάσταση θα πάρει το μεγάλο πρόβλημα της αποτρόπαιας ενδοοικογενειακής βίας, όταν οι βαλλόμενοι άνθρωποι δεν μπορούν να απομακρυνθούν από τις εστίες τους έστω και για τόσο λίγο όσο χρειάζεται για να δώσουν «τόπο στην οργή»;
Αλλά και ευρύτερα: Πόσον καιρό θα κάνουν να σηκώσουν κεφάλι και να ξαναβγούν από τις κρυψώνες τους οι ημιμαθείς του Διαδικτύου που λάνσαραν ένα σωρό ανόητες θεωρίες συνωμοσίες για τον προέλευση του ιού; Πόσο θα μετανοήσουν για την ευκολία των απόψεων τους οι φανατικοί αρνητές του δημόσιου συστήματος υγείας;
Ποια θα είναι η τύχη λαϊκιστών πολιτικών, όπως ο Μπόρις Τζόνσον, ο Ντόναλντ Τραμπ ή ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που καθυστέρησαν να πάρουν μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας στις χώρες τους επειδή είχαν εμπιστοσύνη στο… DNA των λαών τους και όχι στην επιστημονική κοινότητα που προειδοποιούσε για τα επερχόμενα δεινά;
Ας οπλιστούμε λοιπόν με υπομονή και κουράγιο. Ο εφιάλτης κάποια στιγμή θα τελειώσει. Και, όπως συνέβη αρκετές φορές με τραγωδίες του παρελθόντος, μαζί με τις πολλές ζημιές είναι σίγουρο ότι θα αφήσει πίσω του και αρκετά «κέρδη».
Ο φονικότατος, για παράδειγμα, πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος μπορεί να τερμάτισε την «Μπελ Επόκ», κατήργησε όμως τις προϋπάρχουσες αυτοκρατορίες στην Ευρώπη και ανέδειξε νέα έθνη που ήταν καταπιεσμένα, ενώ γέννησε τον υπερρεαλισμό στην Τέχνη και έδωσε το έναυσμα για σειρά από νέες επιστημονικές ανακαλύψεις σε πολλούς τομείς.
Αντιστοίχως, ο φρικαλέος δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έκλεισε το κεφάλαιο της οικονομικής και πολιτικής κρίσης του Μεσοπόλεμου που βίωνε πριν το ξέσπασμά του ο τότε κόσμος και εγκαινίασε τη μεγαλύτερη περίοδο ειρήνης, ανάπτυξης και διάχυτης –οικονομικής και όχι μόνον- ευημερίας που γνώρισε ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων της πλανήτη.
Με τη σοφία που τους διέκρινε οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι «ουδέν κακόν αμιγές καλού». Και το πιθανότερο είναι ότι το τέλος του εφιάλτη, που δεν ξέρουμε ακόμη πόσο θα κρατήσει, θα μας βρει, αν όχι όλους, σίγουρα τους περισσότερους, πιο σοφούς και πιο προσγειωμένους.
Τηρώντας, λοιπόν, όλους τους κανόνες της επιστήμης και της λογικής, που θα μας βοηθήσουν να φέρουμε πιο κοντά το τέλος του εφιάλτη, ας αισιοδοξήσουμε ότι το αύριο που θα έρθει μαζί του θα είναι σίγουρα πιο ευοίωνο. Να είμαστε υγιείς, να το απολαύσουμε!