«Τυχόν αστοχίες, όπως έγινε και σε άλλες περιπτώσεις, εντοπίζονται και διορθώνονται», έγραψε ο κ. Βρούτσης στην ανακοίνωση που εκών άκων εξέδωσε για να δημοσιοποιήσει ότι «με απόφαση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη το πρόγραμμα οικονομικής στήριξης επιστημόνων με τηλεκατάρτιση καταργείται».
Τα αμείλικτα ερωτήματα, τα οποία ευλόγως και ανεξαρτήτως της μανίας του ΣΥΡΙΖΑ για να βρει αντιπολιτευτικές ραφές, προκύπτουν από την υποκριτική υπεκφυγή του υπουργού Εργασίας είναι πολλά και δεν είναι καθόλου εύκολο να υπερκεραστούν με ισχυρισμούς ότι «ξεκινά αξιολόγηση των Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης μέσω ενδελεχούς ελέγχου της ποιότητας των προγραμμάτων κατάρτισης και ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού».
Αλήθεια; Πότε θα αρχίσει ο ενδελεχής έλεγχος; Και ως τώρα γιατί δεν άρχιζε; Ήταν όλα καλά; Ή έτσι νόμιζε ο ρέκτης υπουργός; Ο οποίος –τι σύμπτωση!- ήταν στην ίδια θέση και πριν από το 2015 και άρα ήξερε –ή, σε κάθε περίπτωση, όφειλε να ξέρει- την κατάσταση που επικρατεί γύρω από τα περίφημα ΚΕΚ τα οποία χρόνια τώρα έχουν, στην πλειονότητά τους, δώσει δείγματα γραφής για την «ποιότητα» των υπηρεσιών που παρέχουν.
Ο ισχυρισμός ότι «δεν είναι δυνατόν ο ΣΥΡΙΖΑ να κουνά το δάχτυλο για τα ΚΕΚ όταν η αρμόδια για τη διαχείριση κοινοτικών πόρων επί κυβέρνησης Τσίπρα παραιτήθηκε καταγγέλλοντας φωτογραφικούς διαγωνισμούς και εύνοια του Υπουργείου Εργασίας υπέρ των μεγάλων Κέντρων», μπορεί να ήταν άλλοθι τον Απρίλιο του 2019. Σε καμία, όμως, περίπτωση δεν αποτελεί άλλοθι τον Απρίλιο του 2020.
Αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Στο τελευταίο μήνυμα που απηύθυνε προς τους πολίτες την Μεγάλη Δευτέρα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε υπογραμμίσει με έμφαση τη σημασία της λογοδοσίας που πρέπει να υπάρξει για το αναπόφευκτο γεγονός ότι σε αυτή την ιδιαίτερη συγκυρία της επέλασης του κορωνοϊού λαμβάνονται αποφάσεις υπό συνθήκες εκτάκτων αναγκών.
«Στην αρχή αυτής της περιπέτειας, ζήτησα την ισχύ της εμπιστοσύνης σας», είχε πει ο πρωθυπουργός. «Και μου την προσφέρατε απλόχερα. Πιστεύω ότι, με σκληρή δουλειά, σας την ανταποδίδω καθημερινά. Δεν ξεχνώ, όμως, ότι αυτή η κατάσταση δεν θα συνεχιστεί επ’ αόριστον», συμπλήρωσε.
Και αμέσως μετά, ανέλαβε σαφείς δεσμεύσεις: «Μετά την κρίση, η κάθε εξουσία οφείλει να εγκαταλείπει το απυρόβλητο της ανάγκης, δυναμώνοντας την λογοδοσία. Γιατί καμία έκτακτη συνθήκη δεν μπορεί να αμφισβητεί τη δημοκρατική ευαισθησία», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός, προκαλώντας ανάμεικτα συναισθήματα σε όσους τον άκουσαν.
Κάποιοι… μυαλοφυγόδικοι έσπευσαν να εκφράσουν την άποψη –ή μήπως τις φοβίες τους;- ότι η πρωθυπουργική αναφορά στην λογοδοσία ήταν προαναγγελία προθέσεων για να –αν είναι δυνατόν!- να προσφύγει σε πρόωρες εκλογές. Οι λογικοί και οι νουνεχείς, ωστόσο, αντιλήφθηκαν το αυτονόητο που ισχύει στα δημοκρατικά καθεστώτα και που είναι άλλο από το ότι οι κυβερνήσεις δίνουν πάντοτε λόγο για τις πράξεις και τις παραλείψεις τους.
Όπως και να έχει, τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Έπειτα από την -ηθελημένη ή μη- παραδοχή του κ. Βρούτση ότι υπέπεσε σε «αστοχία», η επόμενη αυτονόητη κίνησή του είναι η υποχρέωση να λογοδοτήσει στους πολίτες που δοκιμάζονται τόσο από την τεράστια υγειονομική κρίση όσο και από την απότοκη μεγάλη οικονομική κρίση.
Κακά τα ψέματα, όμως, λογοδοσία χωρίς ανάληψη ευθύνης δεν υπάρχει. Γι΄ αυτό και δεν αρκεί που ο υπουργός Εργασίας μίλησε γενικώς και αορίστως για «αστοχίες». Στοιχειώδης υποχρέωσή του είναι να αναλάβει και τις ευθύνες για τις άστοχες πρωτοβουλίες και να προχωρήσει στο επόμενο βήμα, το οποίο κάθε υπεύθυνος πολιτικός σε κοινοβουλευτική δημοκρατία ξέρει ποιο είναι και δεν χρειάζεται να του το υποδείξει κανείς.
Το μέλλον του κ. Βρούτση, εξάλλου, είναι μάλλον… εξασφαλισμένο. Μπορεί άνετα να «μονιμοποιηθεί» ως σχολιαστής στα τηλεοπτικά πρωινάδικα. Άλλωστε και μέχρι τώρα δεν έκανε και πολύ διαφορετικά πράγματα…