Στη διάρκεια αυτού του δεκαπεντάμηνου, με προεξάρχον το μείζον ζήτημα της υγειονομικής κρίσης που έφερε η πανδημία του κορωνοϊού, είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη κλήθηκε να χειριστεί και να αντιμετωπίσει τόσα πολλά μεγάλα προβλήματα που σπανίως άλλες κυβερνήσεις αντιμετώπισαν ακόμη και σε ολόκληρη τη θητεία τους.
Η οξύτατη οικονομική ύφεση που αφήνει πίσω της η ασταμάτητη διασπορά του ιού, η αγωνία για να σταθεί όρθιο το Εθνικό Σύστημα Υγείας, η κλιμάκωση των προκλήσεων του Ερντογάν με όλα τα μέσα, καθώς και η έντονη πίεση που ασκούν οι συνεχιζόμενες μεταναστευτικές ροές, συνιστούν, χωρίς αμφιβολία, ένα εκρηκτικό κοκτέιλ ταυτόχρονων κρίσεων που δοκιμάζουν τις αντοχές της ελληνικής κοινωνίας και συνακόλουθα τις ικανότητες της κυβέρνησης.
Σε καμία, όμως, περίπτωση, η συγκεκριμένη διαπίστωση δεν μπορεί να θεωρείται δικαιολογία για την απραξία που παρατηρείται σε ορισμένους τομείς της κυβερνητικής δράσης. Κάποιοι υπουργοί δείχνουν να έχουν μπει σε (αυτο)καραντίνα, επικαλούμενοι τον κορωνοϊό. Αγνοούν ή και αδιαφορούν για την αυταπόδεικτη αλήθεια ότι οι κυβερνήσεις εκλέγονται παγκοσμίως για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες και τα προβλήματα της καθημερινότητας των πολιτών και όχι απλώς και μόνον για να απολαμβάνουν τα στελέχη τους το νέκταρ της εξουσίας.
Στην τελευταία συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου ο πρωθυπουργός μίλησε για τις αστοχίες του σχήματος του οποίου ηγείται. Και έβγαλε, όπως λέμε στην ποδοσφαιρική γλώσσα, «κίτρινη γλώσσα» στους συνεργάτες του λέγοντάς τους ότι «δεν είναι πολιτικά και ηθικά αποδεκτό, οποιοσδήποτε υπουργός να μετακυλύει ευθύνες σε άλλους υπουργούς ή να αποφεύγει να στηρίζει επιλογές της κυβέρνησης ή να αναγνωρίζει αστοχίες επικαλούμενος αναρμοδιότητα».
Ήταν η πρώτη φορά που ο Κυριάκος Μητσοτάκης χρησιμοποίησε αυστηρή γλώσσα για τους συνεργάτες του, επειδή προφανώς αντιλαμβάνεται ότι κάποιοι εξ αυτών έχουν παρεξηγήσει τον ρόλο τους. Η αναβολή του ανασχηματισμού που ήταν προγραμματισμένος για το περασμένο καλοκαίρι, ενδεχομένως να δημιούργησε σε ορισμένους την εντύπωση ότι είναι αναντικατάστατοι. Αυτό τουλάχιστον μαρτυρούν οι συμπεριφορές των κυβερνητικών στελεχών που φημολογούνταν ότι επρόκειτο να αντικατασταθούν.
Μέχρι να γίνουν οι λίγες διορθωτικές αλλαγές του Αυγούστου έβλεπε κανείς στη συμπεριφορά της πλειονότητας των κυβερνητικών στελεχών μια προσπάθεια να δείξουν ότι παράγουν έργο, αλλά και να εμφανιστούν με κάποια ταπεινότητα. Υπήρχε, άλλωστε, ακόμη τότε ο φόβος της αξιολόγησης και του «ποινολογίου» που υποτίθεται ότι τηρούνται στο Μέγαρο Μαξίμου, καταγράφοντας τη δραστηριότητα όλων.
Η εικόνα αυτή μεταβλήθηκε μετά τον μίνι ανασχηματισμό. Μάλλον επειδή οι περισσότεροι εξέλαβαν την παραμονή τους στο κυβερνητικό σχήμα ως σημάδι επιβράβευσης της έως τότε θητείας τους στην κυβέρνηση. Έτσι, η ταπεινότητα έδωσε τη θέση της στην αλαζονεία και για ουκ ολίγους… μέτρο της επιτυχίας τους έγινε ο αριθμός των προσκλήσεων που λαμβάνουν για να συμμετάσχουν στα πάνελ των πρωινών τηλεοπτικών εκπομπών.
Το πολυδιαφημισμένο, εξάλλου, σύστημα της αξιολόγησης των υπουργών αποδείχθηκε αναποτελεσματικό, αφού βασίζεται σε ποσοτικά και όχι σε ποιοτικά στοιχεία. Ποτέ και πουθενά η αποτελεσματικότητα της πολιτικής δράσης δεν μετρήθηκε με αριθμούς αποφάσεων, διαταγμάτων και νόμων. Έχει σίγουρα σημασία ποιος τηρεί και ποιος όχι τα χρονοδιαγράμματα στα οποία στηρίζονται τα συστήματα αξιολόγησης, αλλά δεν είναι αυτός ο καθοριστικός δείκτης που διαχωρίζει τον ικανό από τον ανίκανο πολιτικό.
Όπως και να έχει, εκείνο που έχει αρχίσει να γίνεται σαφές στην κοινωνία είναι ότι για την κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει τελειώσει προ πολλού ο παρατεταμένος «μήνας του μέλιτος» που έζησε, λόγω και της εσωστρέφειας στην οποία βυθίστηκε η κυρίαρχη αντίπαλη παράταξη. Είναι μια κυβέρνηση που έχει πλέον –καλό και κακό- παρελθόν. Μια κυβέρνηση 15 μηνών που δεν κρίνεται πια από τις προθέσεις της. Κρίνεται για τα όσα έκανε και για τα όσα δεν έκανε αυτό το διάστημα.
Ο κορωνοϊός δεν μπορεί να είναι άλλοθι για πολύ καιρό ακόμη. Ενώ και η αξιωματική αντιπολίτευση θα βγει κάποια στιγμή από τον πολιτικό λήθαργο στον οποίο βρίσκεται. Και θα ασκήσει τον ρόλο που τώρα έχουν αναλάβει οι… φαντασιακοί «μαυροσκούφηδες» του Παύλου Πολάκη.