Να αποκτήσει μονιμότερα χαρακτηριστικά ο παρατεταμένος «μήνας του μέλιτος» που απολαμβάνουν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του είναι η κεντρική επιδίωξη του κυβερνητικού επιτελείου και ο στόχος που τίθεται για το διάστημα των τριάμισι χρόνων που, όπως επιμένουν από το Μαξίμου, μας χωρίζει από τις επόμενες εκλογές.
Η πανηγυρική έγκριση από τη Βουλή της πρωθυπουργικής πρότασης για την εκλογή στην Προεδρία της Δημοκρατίας της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου ερμηνεύεται από το περιβάλλον του κ. Μητσοτάκη ως επισφράγιση της πολιτικής κυριαρχίας του στην εγχώρια πολιτική σκηνή, γεγονός το οποίο λειτουργεί και ως εφαλτήριο για τη διεύρυνση της επιρροής του πρωθυπουργού στο διεθνές στερέωμα – όπως κατέδειξαν αφενός η παρουσία που είχε στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός και αφετέρου οι καρποί που αρχίζουν να δίνουν οι πυκνές διπλωματικές πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί από τον Ιούλιο και εντατικοποιήθηκαν το τελευταίο δίμηνο όπου προέκυψε η νέα όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Τα θερμά λόγια με τα οποία έγινε δεκτός ο Ελληνας πρωθυπουργός στο Νταβός -ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν και επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών στις πρόσφατες ευρωεκλογές Φρανς Τίμερμανς έκανε λόγο για τον «πιο πράσινο πρωθυπουργό που είχε η Ελλάδα», ενώ οι δημοσιογράφοι του Bloomberg που του πήραν συνέντευξη χαρακτήρισαν «θαύμα» τις οικονομικές επιδόσεις της κυβέρνησης- είναι ενδεικτικά της μεγάλης αλλαγής που έχει συντελεστεί στη διεθνή εικόνα στη δεκαετία που παρήλθε από την αντίστοιχη εκδήλωση του 2010, όταν ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου είχε αντιμετωπιστεί ως «μαύρο πρόβατο».
Οι μετρήσεις
Υπό αυτές τις συνθήκες, η κυβερνητική πολιτική σε όλες τις εκφάνσεις της βρίσκει θετικό αντίκτυπο στην κοινή γνώμη, η οποία στηρίζει πλειοψηφικά τις βασικές κυβερνητικές επιλογές, όπως καταγράφεται σε όλες τις μετρήσεις των διαθέσεων των Ελλήνων πολιτών. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι παρά την ανησυχία που, σε ποσοστό 62%, επικρατεί εξαιτίας των αυξανόμενων τουρκικών προκλήσεων, σύμφωνα με την έρευνα της Pulse για τον ΣΚΑΪ η πλειονότητα των Ελλήνων (55%) θεωρεί ότι η κυβέρνηση παίρνει τις σωστές αποφάσεις.
Προς την ίδια κατεύθυνση φαίνεται ότι το αποτύπωμα που άφησε στην κοινή γνώμη η ανάδειξη της πρώτης γυναίκας στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα είναι πολύ θετικό, καθώς έξι στους δέκα Ελληνες εγκρίνουν την επιλογή μιας ανώτατης δικαστού αντί ενός πολιτικού προσώπου. Παρά το γεγονός ότι η κυρία Σακελλαροπούλου δεν προέρχεται από την κυβερνητική παράταξη, οι οπαδοί της τελευταίας είναι -σε ποσοστό 73%- οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της επιλογής της, ίσως επειδή αναγνωρίζουν ότι με τον τρόπο αυτό ενισχύεται η κυβερνητική σταθερότητα, χάρη και στην ατμόσφαιρα συναίνεσης που δημιουργείται από την ευρύτερη τρικομματική πλειοψηφία με την οποία αναδείχθηκε στην Προεδρία της Δημοκρατίας «μια σύγχρονη πετυχημένη γυναίκα».
Ακόμη και στο Μεταναστευτικό, το οποίο κατά γενική ομολογία συνιστά, τουλάχιστον προσώρας, τη σημαντικότερη αχίλλειο πτέρνα της κυβερνητικής πολιτικής, οι πολίτες δείχνουν να είναι ανεκτικοί και δεν βιάζονται να καταδικάσουν τη νέα διακυβέρνηση, ενδεχομένως διότι αναγνωρίζουν ότι το πρόβλημα κληρονομήθηκε από τους προηγούμενους. Ετσι, στην πιο πρόσφατη έρευνα η πλειονότητα, με το οριακό ωστόσο ποσοστό του 49%, εκτιμά ότι η κυβέρνηση κινείται στη σωστή κατεύθυνση, έναντι του 39% που θεωρεί ότι είναι λανθασμένη.
Τα κάλπικα σενάρια
Το γενικό συμπέρασμα που εξάγεται από τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα είναι ότι έξι μήνες μετά τις εκλογές η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός διατηρούν την απόλυτη πρωτοβουλία των κινήσεων. Ο κ. Μητσοτάκης δείχνει να έχει λυμένα τα χέρια του και εμφανίζεται να λαμβάνει τις αποφάσεις του χωρίς να τηρεί τις γνωστές παραλυτικές ισορροπίες είτε στο εσωκομματικό πεδίο είτε ευρύτερα στην πολιτική σκηνή.
«Σταθερός προσανατολισμός του πρωθυπουργού είναι να κινείται με συναινετικό πνεύμα όταν αυτό το επιτάσσουν οι περιστάσεις και οι συσχετισμοί», επισημαίνουν κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Και εξηγούν ότι έτσι κινήθηκε σε σχέση με την πρόταση για την Προεδρία της Δημοκρατίας, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να εκλεγεί η κυρία Σακελλαροπούλου από την πρώτη ψηφοφορία.
Το ίδιο έκανε τον περασμένο μήνα με τη νομοθεσία για τη διευκόλυνση των αποδήμων Ελλήνων να ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα από τον τόπο διαμονής τους. Επειδή σε αυτή την περίπτωση οι συσχετισμοί δεν ήταν ευνοϊκοί, η κυβέρνηση έβαλε νερό στο κρασί της προκειμένου να επιτευχθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία των 200 βουλευτών και να επιλυθεί, έστω και μεσοβέζικα, μια εκκρεμότητα 45 ετών.
Αντιθέτως, στο ζήτημα της συνταγματικής αναθεώρησης και της αποσύνδεσης της προεδρικής εκλογής από την πρόωρη διάλυση της Βουλής η κυβέρνηση κινήθηκε με αποφασιστικότητα και, αγνοώντας τις αντιδράσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, υιοθέτησε μια αλλαγή που συμβάλει στην πολιτική σταθερότητα. Ανάλογη στάση τήρησε και με το εκλογικό σύστημα των βουλευτικών εκλογών, καταργώντας την απλή αναλογική που ψήφισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και επαναφέροντας την ενισχυμένη αναλογική που ίσχυσε κατά τις τελευταίες οκτώ εκλογικές αναμετρήσεις.
Ο νέος εκλογικός νόμος, ο οποίος ψηφίστηκε την περασμένη Παρασκευή από τη Ν.Δ. και την Ελληνική Λύση, προβλέπει κλιμακωτό μπόνους έως 50 έδρες για το πρώτο κόμμα που συγκεντρώνει ποσοστό άνω του 25% και θα μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβερνητική πλειοψηφία εφόσον προσεγγίσει το 40%. Καθώς δεν συγκέντρωσε τις απαιτούμενες 200 ψήφους για να εφαρμοστεί άμεσα, η ισχύς του μετατίθεται για τη μεθεπόμενη εκλογική αναμέτρηση, που στην κυβέρνηση πιστεύουν ότι θα γίνουν αμέσως μετά τις επόμενες εκλογές, καθώς οι πρώτες κάλπες που θα στηθούν με την απλή αναλογική δεν θα δώσουν βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα και η Βουλή θα διαλυθεί πριν καν συγκροτηθεί.
Απορρίπτοντας με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο τη φημολογία περί πρόωρων εκλογών που διακινείται από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, κυβερνητικοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι «ο Μητσοτάκης δεν έχει κανένα λόγο να κάνει εκλογές σύντομα». Οι ίδιοι εξηγούν ότι «στόχος είναι η πολιτική κυριαρχία που έχει κατακτήσει ο πρωθυπουργός να εκφραστεί με μια δεύτερη γεμάτη τετραετία και όχι με μια κουτσουρεμένη πρώτη».
Σε ό,τι αφορά δε τις… προφητείες της ηγεσίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης για πρόωρες εκλογές, υποστηρίζουν ότι διατυπώνονται «αφενός επειδή ο Αλέξης Τσίπρας φοβάται την προσφυγή στις κάλπες και αφετέρου επειδή έτσι μπορεί να κρατάει ήρεμους τους βουλευτές του, αφού αν γίνονταν εκλογές τον επόμενο χρόνο θα γίνονταν με λίστα».
Ο άλλος Μητσοτάκης
Κοινή συνισταμένη των μετρήσεων του τελευταίου διαστήματος είναι ότι η κυβέρνηση δεν δείχνει να έχει φθορά από τη μέχρι τώρα άσκηση της πολιτικής της, παρότι δεν έλειψαν ούτε οι αστοχίες ούτε οι λανθασμένες επιλογές που δημιούργησαν την ανάγκη για διορθωτικές κινήσεις, όπως με την επανίδρυση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής. Οι εξηγήσεις για το φαινόμενο της κυβερνητικής ανθεκτικότητας είναι δύο:
Πρώτον, οι πολίτες πιστεύουν ότι τα πράγματα θα ήταν χειρότερα με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Δεύτερον, το πραγματικό προφίλ του πρωθυπουργού είναι στον αντίποδα της εικόνας του ανάλγητου πολιτικού που είχαν φιλοτεχνήσει οι αντίπαλοί του, ισχυριζόμενοι προεκλογικά ότι θα απέλυε υπαλλήλους και θα έκοβε μισθούς και συντάξεις.
«Εξι μήνες τώρα, οι Ελληνες, και κυρίως όσοι εξ αυτών δεν ψήφισαν τη Νέα Δημοκρατία, βλέπουν έναν Μητσοτάκη εντελώς διαφορετικό από εκείνον που παρουσίαζε η προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ», λέει συνεργάτης του πρωθυπουργού. «Βλέπουν έναν σύγχρονο άνθρωπο, με κοινωνικές ευαισθησίες για την Οικολογία και την κλιματική αλλαγή, για τα ΑΜΕΑ και τους άστεγους, έναν πολιτικό με το δικό του προσωπικό στυλ, που ακολουθεί το lifestyle των νέων, παίζει μπάσκετ και κάνει ποδήλατο, δεν είναι συντηρητικός, ούτε μιλάει με ξύλινη γλώσσα», προσθέτει ο ίδιος.
Το βασικότερο όλων, όμως, όπως επισημαίνεται από το κυβερνητικό επιτελείο, είναι ότι σε πολιτικό επίπεδο ο πρωθυπουργός προωθεί «κεντρώα φιλελεύθερη» ατζέντα που χαρακτηρίζεται από «συναίνεση και μετριοπάθεια», ιδιότητες οι οποίες αποκτούν πραγματική υπόσταση με τα πρόσωπα που επιλέγει για να στελεχώσει το επιτελείο και την κυβέρνησή του, προτάσσοντας ως κριτήριο την ικανότητα και όχι την κομματική προέλευση.
Ο πρωθυπουργός υπερτερεί σημαντικά του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε όλους τους τομείς: από την οικονομία και την ανάπτυξη έως την καθημερινότητα και την ασφάλεια των πολιτών, όπως και στον σεβασμό των θεσμών και στη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής. Εξι στους δέκα πολίτες έχουν θετική εικόνα για το πρόσωπο του κ. Μητσοτάκη. Ανάμεσά τους είναι σχεδόν και το 1/3 όσων ψήφισαν στις τελευταίες εκλογές ΣΥΡΙΖΑ, που συμφωνεί με τις περισσότερες πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής ακόμη και όταν αυτή, όπως η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, βρίσκεται στο στόχαστρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης.