Η σωστή και αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης είναι η μεγάλη ευκαιρία που έχει η χώρα για να καλύψει το επενδυτικό κενό που προκάλεσε η οικονομική κρίση. Ο λόγος των επενδύσεων προς το ΑΕΠ πριν από το 2008 ήταν γύρω στο 24% και κατά τη διάρκεια της κρίσης την περίοδο 2010 – 2020 διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο σε 11,9%. Μελέτη του ΔΝΤ ανέφερε ότι το επενδυτικό κενό στην Ελλάδα έφτασε το 2019 το 8% του ΑΕΠ.
Τα τελευταία χρόνια, πάντως, οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκαν λόγω της έντονης αύξησης που σημειώθηκε τη διετία 2021-2022. Ειδικά οι επιχειρηματικές επενδύσεις έχουν ανακάμψει πλήρως και έχουν επανέλθει στα προ του 2010 επίπεδα. Ωστόσο, το κενό που δημιούργησε η κρίση παραμένει.
Αν και η Ελλάδα τα πάει πολύ καλά στην απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, οι εκταμιεύσεις προς τις επιχειρήσεις είναι χαμηλές. Όπως ανέφερε σε πρόσφατη εκδήλωση ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Στουρνάρας, μέχρι στιγμής, το ποσοστό απορρόφησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης είναι ικανοποιητικό -ανέρχεται σε 41% του συνολικού ποσού των 36 δισ. Ευρώ- επίδοση που κατατάσσει 4η την Ελλάδα στη σχετική κατάταξη των χωρών. Ωστόσο, οι εκταμιεύσεις προς τις επιχειρήσεις προχωρούν με βραδύτερο ρυθμό (14% του συνόλου) γεγονός που καθυστερεί την πραγματοποίηση επενδυτικών δαπανών.
Οι τράπεζες από την πλευρά τους επικαλούνται ότι ακολουθούν τον ρυθμό υλοποίησης των επενδύσεων των πελατών τους σύμφωνα με τα χρονοδιαγράμματα που αυτοί έχουν, επισημαίνοντας ότι δεν έχουν κανέναν λόγο να καθυστερούν τις εκταμιεύσεις, προσθέτοντας επίσης ότι δεν διαθέτουν κάποιον τρόπο για να επισπεύσουν τις εκταμιεύσεις. Προφανώς και οι επιχειρηματίες από την πλευρά τους δεν έχουν κανέναν λόγο να καθυστερούν τις επενδύσεις -οι οποίες μάλιστα γίνονται με προνομιακούς όρους- επενδύσεις που βελτιώνουν τις προοπτικές των εταιριών, με όλους να δείχνουν ως σημαντικότερο λόγο της καθυστέρησης τη γραφειοκρατία.