Η ελληνική οικονομία θα επηρεαστεί άμεσα και σημαντικά από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις κυρώσεις που θα επιβληθούν στη Ρωσία. Η οικονομία μας εξαρτάται και αμέσως και εμμέσως από τις συναλλαγές με τη Ρωσία. Πολύ μεγάλο μέρος των τουριστών κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα είναι Ρώσοι, οι εξαγωγές μας στη Ρωσία είναι σημαντικές, το ίδιο και οι εισαγωγές μας, οι συναλλαγές ελληνικών επιχειρήσεων με τη Ρωσία είναι επίσης μεγάλες.
Αυτά είναι τα άμεσα προβλήματα, εμμέσως όμως η επίπτωση της αύξησης των τιμών ενέργειας, καθώς θα απομονωθεί οικονομικά ένας από τους μεγαλύτερους προμηθευτές ενέργειας της Ευρώπης, θα είναι πολύ βαριά. Ολες οι προβλέψεις που είχαν εκπονήσει η Ευρωπαϊκή Ενωση και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τον πληθωρισμό και την αύξηση του ΑΕΠ ανατρέπονται. Οι προβλέψεις αυτές στηρίζονταν στην υπόθεση ότι οι τιμές της ενέργειας θα υποχωρήσουν μετά το πρώτο τρίμηνο. Είναι προφανές τώρα ότι αυτό δεν θα συμβεί, αντίθετα μάλλον θα ανέβουν ακόμη περισσότερο και θα διατηρηθούν σε πάρα πολύ υψηλά επίπεδα για πολλούς μήνες ακόμη, ίσως και για χρόνια.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να υποκαταστήσει τα καύσιμα που αγόραζε από τη Ρωσία με καύσιμα από ΗΠΑ ή από τις αραβικές χώρες σε χαμηλό κόστος. Το κόστος θα είναι τεράστιο και οι ευρωπαϊκές οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας πλήττουν και τις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Η αύξηση του κόστους της ενέργειας πλήττει ευθέως κάθε νοικοκυριό μέσω του πετρελαίου θέρμανσης, του φυσικού αερίου, της βενζίνης και του πετρελαίου κίνησης. Είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την αύξηση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος και η γενεσιουργός αιτία για τις αυξήσεις των τιμών όλων των προϊόντων. Τρόφιμα, ρούχα και όλα τα είδη ακριβαίνουν εξαιτίας της αύξησης του κόστους της ενέργειας και όλοι οι ευρωπαϊκοί προϋπολογισμοί πρέπει να αναθεωρηθούν διότι στηρίζονται σε λάθος υποθέσεις. Τα νέα δεδομένα ανατρέπουν το αισιόδοξο οικονομικό σκηνικό που επικρατούσε μέχρι σήμερα.
Ο πληθωρισμός, ο οποίος υποτίθεται ότι θα υποχωρούσε μετά το πρώτο τρίμηνο του έτους, θα εκτιναχθεί σε νέα ύψη και η αγοραστική δύναμη των ελληνικών νοικοκυριών θα μειωθεί σημαντικά. Και αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα αφού ήδη πολλά ελληνικά νοικοκυριά βρίσκονται στο όριο της αξιοπρεπούς διαβίωσης και θα περάσουν κάτω από το όριο, σε συνθήκες φτώχειας. Η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να αναθεωρήσει τους σχεδιασμούς της για αυξήσεις μισθών προς τα πάνω, για να καλύψει μικρό έστω μέρος των απωλειών αγοραστικής δύναμης. Θα αναγκαστεί επίσης να συνεχίσει τις ενισχύσεις προς όλους για να καλύπτουν μέρος των απωλειών από το τεράστιο κόστος της ενέργειας. Ολα αυτά θα επηρεάσουν αρνητικά και το έλλειμμα και το χρέος. Ο ρυθμός ανάπτυξης μπορεί να μη μειωθεί σε ονομαστικό επίπεδο, διότι σε αυτόν περιλαμβάνεται το ποσοστό του πληθωρισμού, όμως σε πραγματικό ποσοστό θα είναι δύσκολο να αποφύγουμε τον περιορισμό της. Η Ελλάδα ελπίζει να κερδίσει μία επενδυτική βαθμίδα για να προσελκύσει ξένες επενδύσεις από την επόμενη χρονιά, αλλά η αύξηση του ελλείμματος και του χρέους μειώνουν τις ελπίδες και αυτό επηρεάζει τις οικονομικές προοπτικές – μεσοπρόθεσμα τουλάχιστον.
Η αναθεώρηση των ευρωπαϊκών προϋπολογισμών θα αναγκάσει την Ευρωπαϊκή Ενωση να παραμείνει σε «χαλαρές» οικονομικές πολιτικές για να απαλύνει το βάρος των επιπτώσεων στις ευρωπαϊκές χώρες. Το γερμανικό δόγμα της σκληρής λιτότητας που επικρατούσε την προηγούμενη δεκαετία εγκαταλείφθηκε αρχικά με την πανδημία και ο πόλεμος δημιουργεί νέες ανάγκες στήριξης των εισοδημάτων, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Συνεπώς οι φωνές που ακούγονταν ξανά τελευταία στην Ευρώπη για επάνοδο σε πολιτικές περιορισμού των δαπανών μάλλον θα σιωπήσουν προς το παρόν. Δεδομένου λοιπόν ότι και οι ανάγκες είναι μεγάλες και οι συνθήκες το επιβάλλουν αλλά και η κυβέρνηση βρίσκεται ήδη σε προεκλογική χρονιά, αναμένεται ότι θα ακολουθήσει μια πολύ πιο χαλαρή οικονομική πολιτική, η οποία αναγκαστικά, από την άλλη μεριά, θα δημιουργήσει δημοσιονομική πίεση που ενδεχομένως να ανατρέψει τους στόχους της οικονομικής πολιτικής για το έλλειμμα και το χρέος.
Αλλοι κίνδυνοι
Η εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία και το ενδεχόμενο επέκτασής του ανάλογα με τις αντιδράσεις της Δύσης, είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσουν και τις επενδυτικές αποφάσεις διεθνώς. Συνήθως μετά τις πρώτες αρνητικές αντιδράσεις των αγορών, που εκδηλώνονται με μεγάλες πτώσεις τιμών όλων των αξιών και άνοδο των τιμών του ασφαλούς καταφυγίου, δηλαδή του χρυσού, ακολουθούν ανοδικές τάσεις. Ηδη στα γραφεία των χρηματιστών σκέφτονται πόσο θα ανέβει η ζήτηση τσιμέντου και σιδήρου στην Ουκρανία για την ανοικοδόμηση των υποδομών μετά τη λήξη του πολέμου, πόσο θα ανέβουν τα ναύλα των τάνκερ εξαιτίας της αύξησης της τιμής του πετρελαίου, και άλλα τέτοια. Συνήθως αυτή είναι η πορεία των χρηματιστηρίων, πέφτουν στην αρχή, ανεβαίνουν στη συνέχεια. Το ερώτημα είναι αν αυτή η επίθεση στην Ουκρανία θα είναι ένα στιγμιαίο και μεμονωμένο γεγονός ή θα διαρκέσει καιρό και θα επεκταθεί και σε άλλα μέτωπα. Αυτό θα φανεί αργά ή γρήγορα και οι αγορές θα το αντιμετωπίσουν αναλόγως. Πάντως, προς το παρόν, αναμένεται μια μεγάλη επιφυλακτικότητα από όλους, διότι η κατάσταση είναι ασφαλώς πάρα πολύ επικίνδυνη, ακουμπάει την Ευρώπη γεωγραφικά και, ακόμη χειρότερα, θέτει υπό σκληρή κριτική ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία θεωρεί ότι είναι ισχυρή και αποδεικνύεται εντελώς αδύναμη.
Μία, λοιπόν, από τις σημαντικότερες επιδράσεις αυτής της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία θα είναι ότι θα πυροδοτήσει συζητήσεις για αλλαγή της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τη δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού, την αύξηση της ευρωπαϊκής συνοχής. Συζητήσεις που υπάρχουν χρόνια σε δεύτερη μοίρα, αναγκαστικά θα αποκτήσουν άμεση προτεραιότητα. Και αυτό θα φέρει επιπλέον ανάγκες αλλαγής των ευρωπαϊκών πολιτικών και ανασχεδιασμό όλης της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής. Ο πόλεμος αυτός αποδεικνύει με πάρα πολύ σαφή τρόπο ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να συνεχίσει να ζει σαν την κακομαθημένη πριγκίπισσα όταν δίπλα της υπάρχουν πολεμικές εστίες και απολυταρχικά καθεστώτα, όπως της Ρωσίας αλλά και του Ερντογάν. Πρέπει η Ευρώπη να αποκτήσει ενιαία στάση και πραγματική ισχύ.