Η εξάπλωση του κορωνοϊού ανά την υφήλιο έχει προκαλέσει τρομερή αβεβαιότητα σε όλες τις αγορές, τις επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις. Η αβεβαιότητα προκαλεί πανικό και ρίχνει τις τιμές στα χρηματιστήρια, οδηγεί επιχειρήσεις και κυβερνήσεις σε αναθεώρηση των προβλέψεών τους και ανατρέπει σχέδια, επενδύσεις, συμφωνίες, κατανάλωση, ταξίδια, συνέδρια, εκδηλώσεις. Ο ιός αυτός περιορίζει άμεσα, ουσιαστικά καταργεί την κοινωνικότητα, που είναι η βάση όλων των συναλλαγών σε ολόκληρο τον κόσμο. Παρ’ όλα αυτά δεν παύει να είναι προς το παρόν μια αβεβαιότητα και όχι μια μόνιμη κατάσταση.
Ηαβεβαιότητα αυτή, η οποία έχει πράγματι τα πρώτα θύματά της στον οικονομικό τομέα, συσπειρώνει τις απανταχού κυβερνήσεις σε συντονισμένη δράση. Ολες οι χώρες προσπαθούν να βρουν τρόπους κοινής αντιμετώπισης και τρόπους οικονομικής στήριξης αυτών που πλήττονται περισσότερο. Ολες, εκτός φυσικά της Γερμανίας, η οποία επιμένει στο δόγμα της λιτότητας, στην πολιτική των πλεονασμάτων, στην αυστηρότατη δημοσιονομική πολιτική, που, με τη σειρά της, είναι αυτή που έχει προκαλέσει τόσες τριβές μεταξύ των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Και ενώ τα Eurogroup διαδέχονται το ένα το άλλο και οι υπόλοιποι συμφωνούν, η «ηγέτιδα» Γερμανία ακυρώνει κάθε προσπάθεια χαλάρωσης – έως πότε άραγε;
Τη στιγμή αυτή όλες οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου ζητούν χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής, την έγκριση του Eurogroup για έκτακτες δαπάνες στήριξης των κοινωνιών και των επιχειρήσεων, την αλληλεγγύη των Βόρειων εταίρων τους. Μέσα σε αυτές και εμείς, που διεκδικούμε ακόμη και πριν από την εμφάνιση του κορωνοϊού μείωση της υποχρέωσής μας να πετυχαίνουμε κάθε χρόνο υπερβολικά πλεονάσματα που καθυστερούν την ανάπτυξη της οικονομίας μας.
Η μείωση των πλεονασμάτων θα διευκόλυνε τη μείωση των φόρων, θα επιτάχυνε την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, θα αύξανε τα εισοδήματα και την κατανάλωση και θα περιόριζε την ανεργία.
Σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα έχει φέτος να αντιμετωπίσει τις ορδές των μεταναστών από το Πακιστάν και το Αφγανιστάν που στέλνει ο ημίτρελος «σουλτάνος» Ερντογάν στα σύνορά μας, σε μια προσπάθεια να αναγκάσει τους Ευρωπαίους να του δώσουν περισσότερα χρήματα και να τον υποστηρίξουν έναντι των Ρώσων, τους οποίους κορόιδεψε, όπως νωρίτερα είχε κοροϊδέψει και τους Αμερικανούς και όπως τώρα κοροϊδεύει τους Ευρωπαίους. Η πίεση του ευρωπαϊκού Νότου στον ευρωπαϊκό Βορρά, τον οποίο ελέγχει απολύτως η Γερμανία, θα συνεχιστεί και θα κλιμακωθεί με τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν να ηγείται του Νότου.
Και τελικά τα πράγματα θα χαλαρώσουν σε κάποιον βαθμό, η απομόνωση της Γερμανίας θα αυξηθεί και η θέση της Γαλλίας ως ηγέτιδας δύναμης στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα ενισχυθεί αφού η Γερμανία δεν ξεκολλάει από τις εμμονές της.
Οι επιπτώσεις του κορωνοϊού
Οσον αφορά τις επιπτώσεις του κορωνοϊού στην οικονομία και σε πολλούς επιχειρηματικούς κλάδους, οι οποίες αναλύονται εκτεταμένα στις σελίδες του ενθέτου του Πρώτου Θέματος «business stories», αυτές είναι μεν ανησυχητικές, αλλά δεν είναι μόνιμες. Είναι σενάρια κακά, μέτρια και καλύτερα και ουδείς γνωρίζει ποιο θα επικρατήσει.
Η αβεβαιότητα είναι το μόνο βέβαιο σήμερα και προκαλεί ήδη σημαντικά προβλήματα στις αεροπορικές εταιρείες, στη ναυτιλία, στον τουρισμό, στο εμπόριο, στην κατανάλωση, στα συστήματα υγείας και περίθαλψης, στις επενδύσεις, στις επιχειρηματικές συμφωνίες, στην αγορά εργασίας. Ομως όλα αυτά τα προβλήματα δεν οφείλονται σε κάποια ριζική αλλαγή των βασικών οικονομικών μεγεθών και υποθέσεων (fundamentals), αλλά σε μια επιδημία η οποία, όπως ελπίζουν και εκτιμούν οι ειδικοί, οι γιατροί και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, θα περιοριστεί τους επόμενους μήνες καθώς ανεβαίνει η θερμοκρασία στο βόρειο ημισφαίριο.
Παράλληλα, τα μέτρα αντίδρασης της παγκόσμιας κοινότητας στον ιό αυτό είναι μάλλον αποτελεσματικά.
Ο ρυθμός μετάδοσής του φρενάρει, εφόσον τηρούνται οι κανόνες υγιεινής και αποφεύγονται οι μαζικές συναθροίσεις σε κλειστούς χώρους. Ακόμη και η συνήθως ανοχύρωτη Ελλάδα έχει καταφέρει να κινητοποιηθεί σχετικά αποτελεσματικά μέχρι στιγμής, να υιοθετήσει τις οδηγίες, να δημιουργήσει ειδικές πτέρυγες σε ορισμένα νοσοκομεία και να απολαμβάνει έναν πιο περιορισμένο ρυθμό εξάπλωσης μέχρι στιγμής. Η Ελλάδα, πάντως, σε κάθε περίπτωση, βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη με δύο μεγάλα προβλήματα που κοστίζουν πολλά λεφτά και επηρεάζουν τις ανάγκες της για χρήμα και ενισχύσεις από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Ο κορωνοϊός είναι το ένα, το διεθνές και κοινό με όλους πρόβλημα, οι μετανάστες στα σύνορα είναι το άλλο, το οποίο ο Ερντογάν και η Γερμανία έχουν κανονίσει να είναι όλο δικό μας. Για την αντιμετώπισή τους πρέπει να βρεθεί χρήμα.
Η Ευρώπη ενέκρινε την παροχή 700 εκατ. ευρώ για το πρόβλημα των μεταναστών και μας δίνει τώρα τα 350 εκατ. από αυτά. Δεν αρκούν, όμως, αν ο Ερντογάν συνεχίσει να εκβιάζει στέλνοντας εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες στα νησιά μας και τον Εβρο. Θα χρειαστούν αφενός περισσότερα λεφτά και αφετέρου συμμετοχή της Ευρώπης με δυνάμεις αποτροπής του κύματος μεταναστών. Χρειάζεται επίσης επαναπροσδιορισμός της ευρωπαϊκής πολιτικής στο μεταναστευτικό πρόβλημα διότι σήμερα δεν υπάρχει καν ευρωπαϊκή πολιτική πάνω σε αυτό.
Η Ευρώπη αρκείται να πληρώνει τον Ερντογάν να κρατάει εκεί τους μετανάστες που συρρέουν στην Τουρκία από όλα τα σύνορά της. Και γι’ αυτό το μόνο που έχει κάνει είναι μια «κοινή δήλωση» με τους Τούρκους, ούτε καν συμφωνία. Θεωρεί ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να αποτρέψει τους περισσότερους από το να περάσουν τα σύνορά της και ότι θα ενσωματώσει όσους καταφέρουν να περάσουν και δεν θα τους αφήσει να ταξιδέψουν στις βόρειες χώρες.
Η καγκελάριος Μέρκελ, που αποφασίζει για όλα αυτά, κοιμάται ήσυχη και για έναν ακόμα λόγο. Επειδή οι Αυστριακοί και οι Ούγγροι έχουν σφραγίσει τα σύνορά τους με τις βαλκανικές χώρες, συνεπώς όποιος μετανάστης ξεφύγει και φτάσει μέχρι εκεί, δεν θα περάσει τελικά στη Βόρεια Ευρώπη. Η γερμανική-ευρωπαϊκή πολιτική για το Μεταναστευτικό εξαντλείται στο δόγμα «πληρώστε την Τουρκία να κρατάει τους μετανάστες εκεί».
Αυτή η πολιτική πλέον δεν αποδίδει, ο Τούρκος άνοιξε τις πύλες της κολάσεως και θα πρέπει η κυρία Μέρκελ να δει τι θα κάνει. Και ενώ επιμένει να μη βλέπει, βλέπουν οι άλλοι Ευρωπαίοι και την πιέζουν. Υπό αυτές τις συνθήκες των δύο προβλημάτων, του κορωνοϊού και των μεταναστών, η ελληνική κυβέρνηση έχει κάθε δίκιο να ζητάει συμπαράσταση από την Ευρώπη και να απαιτεί μείωση των πλεονασμάτων και ενισχύσεις. Και στην προσπάθειά της αυτή έχει πλέον ισχυρούς συμμάχους τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου με επικεφαλής τον Μακρόν.
Αργά ή γρήγορα -ας ελπίσουμε γρήγορα- και τα δύο προβλήματα θα υποχωρήσουν.
Ο κορωνοϊός λόγω ζέστης και μέτρων πρόληψης, το Μεταναστευτικό λόγω της εκεχειρίας που συμφώνησαν οι Ρώσοι με τους Τούρκους στη Συρία, λόγω της σθεναρής ελληνικής αντίδρασης και λόγω της κατανόησης του προβλήματος του Μεταναστευτικού από πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Οι επιπτώσεις, λοιπόν, στην οικονομία μας, αν αυτά υποχωρήσουν και επικρατήσει ένα καλύτερο σενάριο, δεν θα είναι πολύ μεγάλες. Ηδη βέβαια οι ακυρώσεις ταξιδιών, συνεδρίων και εκδηλώσεων, ο περιορισμός των μετακινήσεων και της κοινωνικοποίησης σε εστιατόρια, θέατρα, σινεμά, η μείωση της κατανάλωσης, η μείωση των χειμωνιάτικων αφίξεων τουριστών έχουν το κόστος τους. Ομως αφορούν μια μικρή περίοδο του έτους, έναν μήνα ουσιαστικά, τον Φεβρουάριο, στη χειρότερη περίπτωση να συνεχιστούν τον Μάρτιο και τον Απρίλιο.
Αν ο ρυθμός εξάπλωσης της ίωσης περιοριστεί την άνοιξη και τα πράγματα με τους Τούρκους εκτονωθούν, οι επιπτώσεις στην οικονομία θα είναι περιορισμένες και σύντομα θα καλυφθεί το χαμένο έδαφος. Ειδικά αν αποδώσουν οι προσπάθειες στήριξης από την Ευρώπη και κοινής δράσης για το Μεταναστευτικό, που αποτελεί πάγιο κίνδυνο για την Ελλάδα ως συνοριακή χώρα όσο η Ευρώπη εναποθέτει την τύχη της στον «σουλτάνο» Ερντογάν.