Η εμφάνιση της μετάλλαξης «Ομικρον» απέδειξε κάτι που ήδη όλοι φανταζόμασταν, ότι ζούμε πλέον σε εποχή μεγάλης αβεβαιότητας. Ενώ θεωρούσαμε ότι οι προοπτικές της οικονομίας είναι πλέον καλές και ότι θα προχωρήσουμε μάλλον χωρίς ανατροπές σε μια ταχεία οικονομική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια, ξαφνικά η επίσκεψη της νέας μετάλλαξης έρχεται ως ανάχωμα στην αισιοδοξία μας. Και όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για ολόκληρο τον κόσμο.
Πολλά κράτη έκλεισαν τα σύνορά τους με τις αφρικανικές χώρες, κάποια τα έκλεισαν έναντι όλων, το Συμβούλιο της Ευρώπης ξεκινά συζητήσεις για υποχρεωτικό εμβολιασμό, η Γερμανία το συζητά ήδη πολύ σοβαρά, όλοι βλέπουν πιθανά τα lockdown, ενώ μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες οι περισσότεροι τα απέκλειαν.
Τα πάντα λοιπόν μπορούν να ανατραπούν ανά πάσα στιγμή και να ξανα-ανατραπούν μετά από λίγο. Αν π.χ. αποδειχθεί ότι η μετάλλαξη «Ομικρον» δεν είναι τόσο νοσογόνος όσο φοβηθήκαμε στην αρχή, οι αγορές θα ανέβουν ξανά και τα κυβερνητικά σχέδια σε όλο τον κόσμο θα αλλάξουν και πάλι. Εάν μάλιστα αποδειχθεί ότι η «Ομικρον» προκαλεί απλώς αδιαθεσία ή ελαφριά νόσηση ακόμη και σε εξασθενημένους (πολύ αισιόδοξο σενάριο προς το παρόν), παρόλο που είναι ταχύτατα μεταδιδόμενη σε όλο τον κόσμο, ίσως αυτό να κριθεί από τις παγκόσμιες υγειονομικές αρχές θετικό νέο, αφού θα αποκτήσουν ανοσία μεγάλοι πληθυσμοί που είναι δύσκολο να εμβολιαστούν, ειδικά σε χώρες εκτός της Ευρώπης.
Αυτά βεβαίως είναι σενάρια, μπορεί να επαληθευτούν, μπορεί να διαψευστούν πλήρως και να περάσουμε σε άλλες πολύ τρομακτικές καταστάσεις.
Σε κάθε περίπτωση, το βέβαιο είναι ότι ζούμε σε εποχή μεγάλης αβεβαιότητας, μεγάλων ανατροπών και αυξημένου ρίσκου.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το να προσπαθεί κανείς να προβλέψει και να κάνει σχέδια, είναι μάλλον άτοπο και μπορεί να αποδειχθεί και καταστροφικό. Το καλύτερο είναι να προχωράμε με βάση τις εξελίξεις και να είμαστε έτοιμοι για αλλαγή πορείας.
Στο πλαίσιο αυτό προκαλούν μεγάλη εντύπωση οι διαβεβαιώσεις της ελληνικής κυβέρνησης, ότι π.χ. δεν θα γίνουν ποτέ ξανά lockdown, ή ότι δεν θα υπάρξει ζήτημα υποχρεωτικού εμβολιασμού, ή ότι δεν θα δοθούν ξανά επιστρεπτέες προκαταβολές κ.λπ.
Τίποτε από αυτά δεν είναι σίγουρο και είναι μεγάλη η επιπολαιότητα όσων υπουργών εκφράζουν τέτοιες βεβαιότητες, διότι τελικά είναι πολύ πιθανό να αποδειχθούν ψεύτες. Το μόνο που μπορούν να πουν είναι ότι «ελπίζουμε να μη χρειαστεί να κλείσουμε» ή ότι «αν τελικά δεν χρειαστεί να κλείσουμε» ή κάτι τέτοιο, που σε κάθε περίπτωση δεν θα είναι διαβεβαίωση.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο σοβαρά εξαιτίας της διατήρησης ορισμένων κανόνων που υπήρχαν και τους τηρούσαν με ευλάβεια προ κορωνοϊού. Για παράδειγμα, η διατήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και των δεσμεύσεων επί των μεγεθών των ελλειμμάτων και των χρεών από τις χώρες-μέλη της Ε.Ε. Πολλές ισχυρές χώρες, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία κ.λπ., επιμένουν στη διατήρηση αυτών των δεσμεύσεων πάνω στους κανόνες και τα ποσοστά που επιβάλλουν τα παρωχημένα πλέον σύμφωνα. Ομως, όσο κι αν επιμένουν, οι εξελίξεις δεν είναι προβλέψιμες και η τήρηση αυτών των κανόνων αδύνατη.
Ορθώς λοιπόν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας ζήτησε την κατάργηση του Συμφώνου Σταθερότητας και των περιορισμών του στη δημοσιονομική διαχείριση. Οταν η επίτευξη των στόχων είναι ανέφικτη για αρκετούς, τότε οι στόχοι πρέπει να αλλάξουν διότι δεν είναι ρεαλιστικοί.
Αν δεν ελαστικοποιηθούν πολύ όλα τα κριτήρια και αν δεν χαλαρώσουν οι κανόνες, τελικά η Ευρωπαϊκή Ενωση θα εμφανιστεί αναξιόπιστη έναντι της παγκόσμιας οικονομικής κοινότητας και θα υποστεί σημαντικότατη ζημιά.
Διότι, ενώ θα διατηρεί τους αυστηρούς κανόνες, δεν θα τους πετυχαίνει. Αντίθετα, αν τους καταργήσει και τους αντικαταστήσει με ελαστικότερους, θα μπορέσει να πετύχει τους στόχους της και να διατηρήσει την αξιοπιστία της.
Παρά τις αντιδράσεις που υπάρχουν σήμερα και τις ατέρμονες συζητήσεις στα ευρωπαϊκά όργανα, η πραγματικότητα μάλλον θα επιβάλει τελικά την αλλαγή αυτών των ασφυκτικών κανόνων.
Και εφόσον η πανδημία δεν υποχωρεί, αλλά αντίθετα επιταχύνει την εξάπλωσή της, όλα θα πρέπει να ξανασυζητηθούν από μηδενική βάση. Και τα lockdown, και τα μέτρα για τον εμβολιασμό, και οι περιορισμοί στις διακρατικές μετακινήσεις.
Ολα μπαίνουν ξανά στο τραπέζι και η νέα βάση συζήτησης δεν θα είναι τόσο οι οικονομικές επιπτώσεις όσο η προσπάθεια υγειονομικής θωράκισης, προστασίας και τελικά επιβίωσης των ανθρώπων.