Η δυνατότητα της χώρας να απορροφήσει τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης είναι το κλειδί για την οικονομική ευημερία. Οπως παρατήρησε ο πρόεδρος του Μηχανισμού Στήριξης Κλάους Ρέγκλινγκ, ωραίο είναι το ελληνικό σχέδιο, το ζήτημα είναι να υλοποιηθεί.
Τα πακέτα χρηματοδοτήσεων του Ταμείου αφορούν κυρίως τα δημόσια έργα, για τα οποία υπάρχουν μεγάλες επιδοτήσεις, και λιγότερο τις ιδιωτικές επενδύσεις, αφού αυτές θα στηριχτούν σε δανεικά και όχι σε επιδοτήσεις.
Είναι αμφίβολο αν θα καταφέρουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, εκτός από τις πολύ μεγάλες, να ενταχθούν στις χρηματοδοτήσεις του Ταμείου, μια που απαιτείται συμμετοχή με ίδια κεφάλαια στο 20% της επένδυσης, ενώ το 30% θα είναι δάνεια από τις ελληνικές τράπεζες και το 50% δάνεια από το Ταμείο. Οι μικρομεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις δεν διαθέτουν ούτε τα ίδια κεφάλαια, ούτε τη δυνατότητα εγγυήσεων για τέτοιου είδους χρηματοδοτήσεις, οι δε ελληνικές τράπεζες ήδη έχουν αποδείξει ότι δανείζουν κυρίως τις μεγάλες επιχειρήσεις και για τις μικρές υπάρχει μόνο το δάνειο με εμπράγματες εγγυήσεις.
Είναι αμφίβολο αν οι τράπεζες διαβάζουν έστω και διαγωνίως τα επιχειρηματικά σχέδια αυτών που ζητάνε δάνειο, αλλά αυτό που κοιτάζουν είναι το Ε9 των εγγυητών. Γι’ αυτό εξάλλου δημιουργήθηκαν όλα αυτά τα κόκκινα δάνεια στο παρελθόν.
Το ενδιαφέρον είναι ότι οι προβλέψεις των ξένων θεσμικών οργάνων για την οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα είναι για πρώτη φορά πιο αισιόδοξες από τις εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών. Το υπουργείο προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης 3,6% και 6% για το 2021 και το 2022, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει 4,1% και 6% αντίστοιχα.
Το δεύτερο ενδιαφέρον σημείο είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη το 2021 θα προέλθει κυρίως από την αποταμίευση που δημιουργήθηκε τους τελευταίους 12 μήνες και η οποία αναμένεται να μετατραπεί σε κατανάλωση και δευτερευόντως από τους πόρους του Ταμείου. Αυτό συμβαίνει επειδή η αποταμίευση είναι έτοιμη για φάγωμα, ενώ τα λεφτά που θα επενδυθούν δεν αποδίδουν αμέσως, ούτε εκταμιεύονται αμέσως από το Ταμείο.
Για να υπάρξει, όμως, πραγματικά βιώσιμη ανάπτυξη θα πρέπει να γίνουν και βιώσιμες επενδύσεις. Η κατανάλωση δεν είναι μακροχρόνια ούτε διαρκής πηγή οικονομικής ανάπτυξης, αν δεν υπάρχουν νέες επενδύσεις που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και θα αυξήσουν τα εισοδήματα για να μπορούν με τη σειρά τους να συντηρούν υψηλά επίπεδα κατανάλωσης.
Για ακόμη μία φορά, λοιπόν, ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης θα εξαρτηθεί κυρίως από τις δημόσιες επενδύσεις και δευτερευόντως από τις ιδιωτικές. Οσον αφορά δε στο επιχειρηματικό μοντέλο της χώρας, δεν αναμένεται άξια λόγου μεταβολή. Οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις θα μεγαλώσουν περισσότερο και θα προστεθούν και κάποιες μεσαίες που θα καταφέρουν να μεγαλώσουν, αλλά στο σύνολό τους θα είναι λίγες, ενώ το βάρος της οικονομικής ανάπτυξης θα πέφτει πάντα στις μικρομεσαίες.
Δυστυχώς και παρά τις κυβερνητικές διαβεβαιώσεις, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν είναι βέβαιο ότι θα διευκολυνθούν ιδιαίτερα από τις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις, ούτε από το τραπεζικό σύστημα, στις αγκυλώσεις του οποίου προστέθηκε και ο φόβος της δημιουργίας νέων κόκκινων δανείων. Για να μπορέσουν να αναπτυχθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις χρειάζονται περισσότερα μέτρα στην κατεύθυνση κυρίως της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και των άδικων φόρων, όπως είναι η προκαταβολή φόρου, η οποία απορροφά ρευστότητα από τις επιχειρήσεις. Βεβαίως ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας μείωσε και τους φόρους και την προκαταβολή.
Φαίνεται, όμως, ότι τα δημοσιονομικά περιθώρια που του αφήνει η αυστηρή εποπτεία υπό την οποία παραμένει η χώρα από την Ευρώπη δεν του δίνουν δυνατότητα για μεγαλύτερες μειώσεις, κυρίως στην προκαταβολή φόρου. Τα μεγάλα αγκάθια για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις παραμένουν οι υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές και η έλλειψη χρηματοδότησης.
Κι αυτό σημαίνει ότι κάθε δημοσιονομικό περιθώριο που κερδίζει πόντο-πόντο ο υπουργός στις τακτικές δημοσιονομικές αξιολογήσεις από την Ευρώπη πρέπει να το μετατρέπει σε ελάφρυνση του βάρους των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Παρά τις δυσκολίες, πάντως, αναμένεται ότι φέτος και την επόμενη χρονιά, αν δεν υπάρξει μια απρόβλεπτη μέχρι στιγμής ανατροπή, θα πετύχουμε ρυθμούς ανάπτυξης ικανούς να καλύψουν σε βάθος πενταετίας ή και ταχύτερα την ύφεση των προηγούμενων ετών.
Και τα μεγάλα δημόσια έργα που γεννούν εισόδημα, το οποίο διασπείρεται σε όλους τελικά τους πολίτες, θα παίξουν κρίσιμο ρόλο στην αναπτυξιακή πορεία των επόμενων ετών.