Καθώς εξελίσσεται η διπλωματική εκστρατεία της κυβέρνησης σε χώρες που αποτελούν πιθανούς συμμάχους, το σχέδιο της κυβέρνησης αποκαλύπτεται όλο και πιο λεπτομερώς και η εικόνα που προκύπτει είναι ότι σε κάθε βήμα η κυβέρνηση επιχειρεί να διεκδικήσει χωρίς όμως να «τρομάξει» την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη.
Η πρώτη, κάθετη, άρνηση οποιασδήποτε συζήτησης με την τρόικα είχε προφανώς ως στόχο να θέσει τον πήχη της διαπραγμάτευσης. Στη συνέχεια, όμως, ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης εξειδίκευσε τη θέση τους, ξεκαθαρίζοντας ότι η κυβέρνηση ασμένως θα διαπραγματευθεί με τους εκπροσώπους των θεσμών, αλλά όχι με τους υπαλλήλους-τεχνοκράτες οι οποίοι δεν έχουν την εξουσιοδότηση να διαπραγματευθούν για το ευρύτερο πλαίσιο επί της ουσίας.
Κατά… σύμπτωση, στην Κομισιόν προετοιμάζουν εδώ και καιρό ένα σχήμα που θα αντικαθιστά την τρόικα, η οποία άλλωστε ήταν θνησιγενής και συγκέντρωσε και την κριτική από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Το δεύτερο ενδιαφέρον στοιχείο, το οποίο αναδείχθηκε κατά την επίσκεψη του Γιάννη Βαρουφάκη και του Ευκλείδη Τσακαλώτου στο Λονδίνο, είναι ότι η ελληνική πρόταση για το χρέος δεν έχει να κάνει με μια διαγραφή της ονομαστικής αξίας του χρέους την οποία δύσκολα θα δέχονταν οι εταίροι, αλλά βασίζεται στην ανταλλαγή των οφειλών με δύο νέα είδη ομολόγων.
Η πρώτη κατηγορία είναι ομόλογα που θα αντικαταστήσουν τα δάνεια διάσωσης και θα αποπληρώνονται ανάλογα με το ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης (αύξηση του ΑΕΠ), ενώ θα εκδοθούν και «ομόλογα χωρίς λήξη» (perpetual bonds) τα οποία θα αντικαταστήσουν τα ελληνικά ομόλογα που έχει στην κατοχή της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Πρόκειται για μια τεχνική διευθέτηση η οποία δεν αποτελεί μεν κούρεμα της ονομαστικής αξίας, αλλά έχει το ισοδύναμο αποτέλεσμα ενώ μειώνει το πραγματικό δανειακό βάρος (με όρους παρούσας αξίας).
Ασφαλώς δεν είναι κάτι που θα δεχθούν εύκολα οι εταίροι. Ειδικά η ΕΚΤ είναι κάθετα αντίθετη στην αντικατάσταση των ομολόγων, με το επιχείρημα ότι κάτι τέτοιο θα αποτελούσε «νομισματική χρηματοδότηση» ενός κράτους μέλους, κάτι που απαγορεύεται από το καταστατικό της και τις συνθήκες.
Βέβαια, στα χρόνια της κρίσης είδαμε ότι η ΕΚΤ κατά καιρούς υιοθετεί μια διασταλτική ερμηνεία του τι είναι νόμιμο και τι όχι.
Και σε κάθε περίπτωση η ελληνική πρόταση είναι μια αφετηρία στη διαπραγμάτευση, η οποία ίσως οδηγήσει κάπου αλλού.
Είναι πάντως μια πρόταση η οποία έχει περισσότερες πιθανότητες να περάσει από τις συμπληγάδες της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης η οποία σε πολλές χώρες, και κατά κύριο λόγο στην Γερμανία, είναι εχθρική εξαρχής σε οποιαδήποτε παραχώρηση προς την Ελλάδα.
Και τούτο γιατί τα τελευταία χρόνια, οι κυβερνήσεις ορισμένων χωρών καλλιέργησαν την εικόνα των «τεμπέληδων Ελλήνων που ζουν χάρη στη βοήθεια της Ευρώπης» για να καλύψουν την πραγματικότητα, το γεγονός δηλαδή ότι από το 2010 έως και το 2012 διασώθηκαν με χρήματα των Ευρωπαίων φορολογουμένων οι ευρωπαϊκές τράπεζες που κατείχαν ελληνικά ομόλογα.
Ουδείς βέβαια θα μπορούσε να κάνει εκστρατεία στην Ευρώπη με τα παραπάνω επιχειρήματα όσο κι αν είναι αληθινά.
Γιαυτό και η λύση για ένα «κομψό κούρεμα» ίσως αποδειχθεί ένας ευφυής ελιγμός.