Νέα οικονομικά αδιέξοδα στην Ευρώπη δημιουργεί ο πόλεμος στην Ουκρανία. Το οικονομικό τοπίο αλλάζει προς το χειρότερο και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για το χειρότερο δυνατό σενάριο, εκείνο του στασιμοπληθωρισμού, ήτοι μια κατάσταση στην οποία η οικονομία μένει στάσιμη ή πέφτει σε ύφεση, ενώ την ίδια στιγμή οι τιμές αυξάνονται.
Το αδιέξοδο διαγράφεται ήδη και επισημαίνεται από τις δηλώσεις κορυφαίων στελεχών των νομισματικών Αρχών της Ευρωζώνης, όπως ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος ήταν από τους πρώτους που υπογράμμισε ότι η ΕΚΤ δεν πρέπει να διακόψει τον Μάρτιο, όπως σχεδίαζε, τις αγορές ομολόγων με τις οποίες τροφοδοτεί με χρήμα την ευρωπαϊκή αγορά (η λεγόμενη ποσοτική χαλάρωση ή «τύπωμα χρήματος»), αλλά και να επανεξετάσει τις όποιες κινήσεις στα επιτόκια.
Ενώ λοιπόν η ΕΚΤ εξέταζε το ενδεχόμενο να αυξήσει τα επιτόκια για να «μαζέψει» τον πληθωρισμό ο οποίος κινείται σε ύψη ρεκόρ 25ετίας, τώρα πλέον μια τέτοια κίνηση απειλεί να πλήξει περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα, η οποία θα χτυπηθεί εκ νέου από την αύξηση του ενεργειακού κόστους.
Με άλλα λόγια, η Ευρώπη παγιδεύεται σε μια κατάσταση την οποία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει. Οι τιμές της ενέργειας θα μείνουν ψηλά ενισχύοντας τον πληθωρισμό, ενώ ταυτόχρονα θα προκαλέσουν μείωση της ζήτησης η οποία θα φρενάρει την οικονομική ανάπτυξη.
Το πρόβλημα γίνεται ακόμα μεγαλύτερο από το γεγονός ότι η Ευρώπη εξαρτάται από εισαγωγές ενέργειας, κυρίως από τη Ρωσία, οι οποίες πλέον μπαίνουν κάτω από ένα μεγάλο ερωτηματικό. Η Κομισιόν έχει ήδη ανακοινώσει ότι αναζητεί τρόπους μείωσης της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, ενώ και η Γερμανία ανακοίνωσε το «πάγωμα» του νέου αγωγού Nordstream 2, ο οποίος κατασκευάστηκε για να μεταφέρει φυσικό αέριο απευθείας από τη Ρωσία στη Γερμανία.
Το κυριότερο υποκατάστατο είναι το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) από τις ΗΠΑ, αλλά και από χώρες όπως το Κατάρ και το Αζερμπαϊτζάν, που ανήκουν στην αμερικανική σφαίρα επιρροής – στο αμερικανικό ενεργειακό «καρτέλ» όπως λένε ορισμένοι αναλυτές.
Η αντικατάσταση δεν μπορεί να γίνει ούτε γρήγορα, ούτε φθηνά και αυτό σημαίνει προβλήματα και αυξημένο κόστος για τις ευρωπαϊκές χώρες και κέρδη για τους προμηθευτές, στους οποίους περιλαμβάνονται ασφαλώς και οι ΗΠΑ, οι οποίες πλέον έχουν γίνει καθαροί εξαγωγείς ενέργειας, χάρη στην αξιοποίηση των σχιστολιθικών αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Η κατάσταση είναι ιδιαίτερα δύσκολη για όλη την Ευρώπη, αλλά όπως είναι φυσικό γίνεται ιδιαίτερα επώδυνη για την Ελλάδα, η οποία πιεζόταν πριν από το ξέσπασμα του πολέμου να μειώσει το δημόσιο έλλειμμα και να επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα. Ηδη η κυβέρνηση θέτει στην Ε.Ε. το ζήτημα νέας δημοσιονομικής ευελιξίας στο νέο σκηνικό καθώς και συλλογικών μέτρων αντιμετώπισης της νέας ενεργειακής κρίσης η οποία εμφανίζεται… πριν καν τελειώσει η προηγούμενη.
Ασφαλώς τέτοιες πρωτοβουλίες είναι στη σωστή κατεύθυνση, ιδιαίτερα καθώς η ευρωπαϊκή εμμονή στη λιτότητα πολλάκις έχει αποδειχθεί καταστροφική. Ωστόσο οι χώρες του Βορρά στο παρελθόν είχαν απορρίψει παρόμοιες προτάσεις και απέφυγαν την οριστική διευθέτηση του ελληνικού δημόσιου χρέους, με αποτέλεσμα το πρόβλημα να παραμένει και να περιορίζει τις δυνατές κινήσεις.
Τα δεδομένα ανατράπηκαν και εκεί που οι υπολογισμοί γίνονταν με βάση «ανοιξιάτικες» προσδοκίες για σταδιακή αποκλιμάκωση της πίεσης από την πανδημία και για ένα καλό τουριστικό καλοκαίρι, τώρα πλέον μπαίνουμε σε μια περίοδο μεγαλύτερης γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας, με αυξημένο ενεργειακό κόστος και πιθανό πλήγμα στον τουρισμό που μπορεί να κοστίσει ακριβά στη χώρα μας.