Εάν, μάλιστα, δούμε τα πράγματα ψυχρά και ορθολογικά, τα διακυβεύματα και οι κίνδυνοι που προκύπτουν για την ελληνική πλευρά μάλλον υπερβαίνουν τα πιθανά οφέλη.
Το βασικό ζήτημα που τίθεται εκ των πραγμάτων είναι η εκμετάλλευση πιθανών υποθαλάσσιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Αυτό είναι το «επίδικο» αντικείμενο, το οποίο αποτελεί τη βάση των διαφορών για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, ζητήματα με τα οποία συνδέονται και άλλα θέματα όπως τα όρια των 6 και 12 μιλίων ή ο εναέριος χώρος.
Επομένως, η όλη αντιπαράθεση ανάγεται στο θέμα των υποθετικών κοιτασμάτων πετρελαίου ή φυσικού αερίου. Πάνω σε αυτά τα υποθετικά κοιτάσματα διαμορφώνονται οι συμμαχίες και οι αντιπαλότητες των χωρών της περιοχής.
Η απόπειρα εκμετάλλευσής τους με την κήρυξη της ΑΟΖ της Κύπρου, που εκτός από οικονομικές είχε και εθνικές σκοπιμότητες, άνοιξε τον κύκλο των αντιπαραθέσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια.
Καθώς λοιπόν η χώρα μας σύρεται σε μια αντιπαράθεση την οποία προκαλεί η Τουρκία με μήλον της Εριδος τα πιθανά κοιτάσματα, θα πρέπει να σταθμιστούν οι κίνδυνοι και τα πιθανά οφέλη.
Διότι φαίνεται ότι η Ελλάδα έχει εισέλθει σε μια δίνη η οποία απειλεί να καταλήξει σε απώλεια κυριαρχικών δικαιωμάτων, είτε μέσα από τη διπλωματία και τις διαπραγματεύσεις, είτε διά της βίας ύστερα από στρατιωτική σύγκρουση.
Τι έχει, όμως, να κερδίσει;
Το πρώτο ζήτημα είναι ότι όλη η συζήτηση περί κοιτασμάτων είναι υποθετική και θεωρητική. Υπάρχουν ενδείξεις, αλλά όχι βεβαιότητες, ούτε φυσικά έχουν εντοπιστεί κοιτάσματα.
Ακόμα, όμως, κι αν εντοπιστούν κοιτάσματα, ανακύπτει το μείζον και καθοριστικό ζήτημα της οικονομικής βιωσιμότητάς τους. Ποιο είναι το κόστος εκμετάλλευσης και ποια είναι η τιμή στην οποία η εκμετάλλευση γίνεται κερδοφόρα και βιώσιμη;
Αλλά κι αν ακόμα εντοπιστούν κοιτάσματα, τα οποία είναι εκμεταλλεύσιμα με χαμηλό κόστος, ακόμα κι αν η τιμή των υδρογονανθράκων ξεκολλήσει, ποιος θα ωφεληθεί από την όποια εκμετάλλευση; Η χώρα μας ή μήπως οι ξένες πετρελαϊκές εταιρείες, οι οποίες κατά κανόνα λαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος;
Και το όποιο ελληνικό μερίδιο θα καταλήξει στις τσέπες των επόμενων γενεών προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας ή θα απορροφηθεί αυτομάτως για την εξυπηρέτηση του τεράστιου δημόσιου χρέους; Ειρήσθω εν παρόδω, το ελληνικό χρέος δεν έχει ρυθμιστεί τελεσίδικα, απλώς έχει μετατεθεί η διευθέτησή του για το μέλλον, κάπου στη δεκαετία του 2030.
Ολα τα ερωτήματα αυτά είναι ασφαλώς ρητορικά, αλλά ακόμα και αυτά είναι ξεπερασμένα, από τη στιγμή που όλος ο πλανήτης και ειδικά η Ε.Ε. προσανατολίζονται στην απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και τον προσανατολισμό σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Οι υδρογονάνθρακες είναι ένα καύσιμο υπό κατάργηση, καθώς είναι καταστροφικό για το περιβάλλον και το κλίμα και μακροπρόθεσμα υπονομεύει την ύπαρξη της ανθρωπότητας. Ποιος λογικός άνθρωπος και ποια λογική χώρα θα επένδυαν το μέλλον της σε μια τέτοια προοπτική; Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, η οποία διακινδυνεύει την ίδια της την εθνική κυριαρχία στην υπόθεση αυτή;
Ασφαλώς, η Ελλάδα δεν έχει εισέλθει στη δίνη με δική της πρωτοβουλία ή ευθύνη. Επειδή όμως οι καιροί είναι κρίσιμοι, καλό είναι να έχουμε επίγνωση και να μην παίζουμε τα παιχνίδια άλλων.