Ερχεται δύσκολος χειμώνας και αυτό πλέον το διαπιστώνουν οι πάντες. Η κρίση ωθεί προς τα πάνω τις τιμές της ενέργειας, απειλώντας να κάνει δύσκολη έως αδύνατη την πληρωμή των λογαριασμών, όχι μόνο για τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, αλλά και για τα μεσαία.
Το καλάθι του σούπερ μάρκετ έχει γίνει ακριβότερο και οι αναγγελίες των κεντρικών τραπεζών ότι το φαινόμενο θα είναι «παροδικό» ουδεμία αξία έχουν για τον μέσο πολίτη.
Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει κάποια μέτρα για την τιμή του ηλεκτρικού, ενώ προωθείται και πρόταση μέτρων σε ευρωπαϊκή κλίμακα, αλλά οι παρεμβάσεις μάλλον θα είναι «ασπιρίνες» και το σοκ μεγάλο για όλους, κυρίως όμως για τα μεσαία στρώματα, τα οποία δεν έχουν πάρει ανάσα από το 2008, οπότε μπήκαμε σε μια κρίση η οποία διαρκώς ανανεώνεται.
Διακεκριμένοι επιχειρηματίες στην αγορά ενέργειας έκαναν λόγο για την «τέλεια καταιγίδα» η οποία μας φέρνει στο έλεος του χειμώνα, χαρακτηρίζοντας καταστροφική την πιθανότητα πανευρωπαϊκής κακοκαιρίας τύπου «Μήδειας».
Σύμφωνα με έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, η οποία ανακοινώθηκε την περασμένη εβδομάδα, το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν οικονομική αδυναμία να έχουν ικανοποιητική θέρμανση τον χειμώνα ανέρχεται σε 17,1% (σχεδόν ένα στα πέντε), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα φτωχά νοικοκυριά είναι 39,1% (δύο στα πέντε) και για τα μη φτωχά νοικοκυριά 12,4%.
Η ενέργεια είναι, όμως, μόνο μία πτυχή του προβλήματος.
Το 96,7% των φτωχών νοικοκυριών και το 40,8% των μη φτωχών δηλώνουν οικονομική δυσκολία να καλύψουν έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους περίπου 395 ευρώ.
Ενα στα δύο φτωχά νοικοκυριά δηλώνει ότι δεν μπορεί να έχει μέρα παρά μέρα ένα γεύμα που να περιλαμβάνει κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ την ίδια δυσκολία δηλώνει ότι έχει το 5,3% των μη φτωχών νοικοκυριών.
Πέρα από τις βασικές ανάγκες, η έρευνα έδειξε ότι το 13,1% του γενικού πληθυσμού δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να συναντιέται (στο σπίτι ή κάπου αλλού) με φίλους ή συγγενείς για ένα γεύμα ή ένα ποτό τουλάχιστον μία φορά τον μήνα, ενώ το 26,9% δεν έχει την άνεση να συμμετέχει τακτικά σε δραστηριότητες αναψυχής, όπως αθλητισμό, σινεμά κ.λπ.
Τα στοιχεία της έρευνας είναι τόσο δυσάρεστα όσο και εντυπωσιακά. Το ποσοστό των φτωχών νοικοκυριών έχει αυξηθεί σημαντικά, καθώς ένα κομμάτι της μεσαίας τάξης έχει φτωχοποιηθεί, αλλά και απ’ όσα νοικοκυριά το απέφυγαν ένα ικανό κομμάτι αντιμετωπίζει βασικά προβλήματα επιβίωσης – με απλά λόγια, το εισόδημά του δεν φτάνει για να βγάλει τον μήνα.
Με αυτά τα δεδομένα, τα όποια θετικά μέτρα ανακοινώνει η κυβέρνηση επιδιώκοντας να παρουσιάσει μια καλή εικόνα χάνουν μεγάλο μέρος της σημασίας τους.
Το πρόβλημα της μέσης ελληνικής οικογένειας δεν είναι πώς θα μεταβιβάσει στα παιδιά της χωρίς φόρο περιουσιακά στοιχεία μέχρι 800.000 ευρώ. Ετσι κι αλλιώς, μέχρι σήμερα υπήρχε αφορολόγητο έως τις 150.000 ευρώ, ενώ για αξία μέχρι τις 300.000 ευρώ ο φόρος ήταν 1.500 ευρώ.
Ευπρόσδεκτη η μείωση, αλλά δεν αφορά όλους, ούτε λύνει τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολλοί.
«Για λίγους και μεγάλους» φαίνεται ότι θα είναι και η μερίδα του λέοντος από το Ταμείο Ανάκαμψης. Γίνεται όλο και πιο καθαρό -το επιβεβαιώνουν και οι αρμόδιοι υπουργοί- ότι η μεγάλη πλειονότητα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων θα μείνει εκτός χρηματοδότησης από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης που θα περάσουν μέσω τραπεζών.
Εξαγγέλλονται κίνητρα και ενισχύσεις για συνενώσεις των μικρών εταιρειών, αλλά πόσο ρεαλιστικό είναι να περιμένουμε ότι όσες το καταφέρουν θα μπορέσουν να επιβιώσουν και να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό των μεγάλων;