Εχουμε μπει σε παράξενες, επικίνδυνες εποχές όπου πολλές σταθερές της ζωής απειλούνται με μεγάλες ανατροπές. Από το 2008 η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε κρίση -που «κουκουλώνεται, αλλά δεν θεραπεύεται»- την οποία η Ελλάδα βιώνει με δραματική ένταση. Κρίση χρέους, μνημόνια, πανδημία και τώρα μάλλον έρχεται ενεργειακή κρίση.
Το άνοιγμα των οικονομιών μετά την καραντίνα προκαλεί διεθνώς αυξήσεις τιμών, αλλά και ελλείψεις σε πολλούς τομείς, από τις ηλεκτρονικές συσκευές και τα αυτοκίνητα, μέχρι τα τρόφιμα.
Η κατάσταση επιδεινώνεται από την αύξηση των τιμών της ενέργειας, η οποία, εάν δεν εκτονωθεί, απειλεί να δημιουργήσει ανεξέλεγκτες καταστάσεις μέχρι και επισιτιστική κρίση όπως φοβούνται ορισμένοι αναλυτές.
Ηδη το κόστος διαβίωσης ανεβαίνει και η ακρίβεια απειλεί περισσότερο τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα.
Είναι γνωστό ότι οι κρίσεις επηρεάζουν ασύμμετρα τις κοινωνίες και μεγαλώνουν τις ανισότητες – οι οποίες, ούτως ή άλλως, και σε ήρεμες περιόδους διευρύνονται σταθερά τα τελευταία 50 χρόνια.
Τούτο φαίνεται ανάγλυφα σε οικονομικές έρευνες, αλλά και στα διεθνή επιχειρηματικά ρεπορτάζ που καταγράφουν ότι οι μετοχές συνεχώς ανεβαίνουν και οι δισεκατομμυριούχοι γίνονται πλουσιότεροι.
Η μεσαία τάξη, όμως, χάνει συνεχώς έδαφος και, όπως όλα δείχνουν, ετοιμάζεται για ακόμα ένα χτύπημα τον φετινό χειμώνα.
Η αύξηση των τιμών στα προϊόντα και τις υπηρεσίες, ο πληθωρισμός, που επανεμφανίζεται ύστερα από πολλά χρόνια, αφορά στο σύνολο της αγοράς, νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Δεν επιβαρύνονται όμως όλοι το ίδιο.
Για τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα τίθενται θέματα ποιότητας ζωής, διατροφής ακόμα και επιβίωσης.
Και το χειρότερο είναι ότι δεν διαγράφονται αποτελεσματικά αντίμετρα στον ορίζοντα.
Ευπρόσδεκτα τα μέτρα στήριξης που ανακοινώθηκαν αλλά δεν επαρκούν για να αναχαιτίσουν τις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης, ούτε βέβαια την ακρίβεια στο ράφι.
Χρειάζονται περισσότερα μέτρα και πιο γενναιόδωρα.
Η χώρα μας, όπως οι περισσότερες, κινδυνεύει να μπει σε μια δίνη παρόμοια με εκείνη που δημιουργήθηκε το 1973, με την ενεργειακή κρίση.
Χρειάζονται επομένως έκτακτα μέτρα σε πολλά επίπεδα, αλλά κυρίως σε ό,τι αφορά στη στήριξη από το κράτος των εισοδημάτων και του βιοτικού επιπέδου των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων.
Χρειάζεται, επίσης, ευρωπαϊκό μέτωπο για να τελειώσει κάθε κουβέντα για επαναφορά του Συμφώνου Σταθερότητας που απαγορεύει τα ελλείμματα.
Οι λογικές αυτές πτώχευσαν με την πανδημία και είναι πλέον επικίνδυνες στη νέα κατάσταση που διαγράφεται διεθνώς.
Είναι απαραίτητο επίσης να κινητοποιηθούν ουσιαστικά και δραστικά οι κρατικές υπηρεσίες Προστασίας του Καταναλωτή και Ελέγχου του Ανταγωνισμού, διότι οι καταστάσεις που έρχονται ευνοούν κατά κόρον την αισχροκέρδεια και την εκμετάλλευση του κόσμου.
Είναι μια πρακτική που ακολουθείται διεθνώς από τις εταιρείες να αυξάνουν τα περιθώρια κέρδους τους σε περιόδους ισχυρού πληθωρισμού. Μαζί με τη δικαιολογημένη ανατίμηση βάζουν και ένα «καπέλο». Υποτίθεται ότι ο ανταγωνισμός τις εμποδίζει, αλλά στην πραγματικότητα το πληθωριστικό περιβάλλον προσφέρει πολλές ευκαιρίες.
Ειδικά στην Ελλάδα, όπου όλες οι έρευνες των τελευταίων δεκαετιών και οι εκθέσεις οργανισμών όπως ο ΟΟΣΑ και το ΔΝΤ διαπιστώνουν τις ολιγοπωλιακές συνθήκες στις περισσότερες αγορές, ο κίνδυνος για αισχροκέρδεια είναι πολύ μεγαλύτερος.
Οι υποστηρικτές των λεγόμενων νεοφιλελεύθερων πολιτικών απεχθάνονται το κράτος, αλλά είναι εκείνο το οποίο διέσωσε επιχειρήσεις (μικρές και μεγάλες) και νοικοκυριά με το ξέσπασμα της πανδημίας.
Οι συνθήκες παραμένουν έκτακτες, οι κίνδυνοι πολλαπλασιάζονται και το κράτος είναι το μόνο όπλο που υπάρχει για να διασωθούν οι κοινωνίες.