Πανηγυρίζει η κυβέρνηση και βεβαίως πρώτος απ’ όλους ο υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης για το τεράστιο πλεόνασμα του Προϋπολογισμού. Πολύ καλά κάνει και η κυβέρνηση και ο Χατζηδάκης αφού έχουν καταφέρει να βρίσκεται ο ελληνικός προϋπολογισμός στην καλύτερη κατάσταση ιστορικά. Ποτέ δεν είχαμε τόσο μεγάλο δημοσιονομικό πλεόνασμα, ούτε είχε ποτέ το Ελληνικό Δημόσιο 47 δισ. ευρώ διαθέσιμα στο ταμείο του, σε καταθέσεις που βρίσκονται στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Το μεγάλο ερώτημα όμως είναι τι τα κάνει τα λεφτά και γιατί δεν πληρώνει τις εγχώριες υποχρεώσεις του. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου έχουν εκτιναχθεί τον Σεπτέμβριο στα 3 δισ. ευρώ. Τα χρωστάει παντού, επιστροφές φόρων (815 εκατ.), κατασκευαστικές εταιρείες (221 εκατ.), νοσοκομεία (1,3 δισ.), Tοπική Aυτοδιοίκηση (321 εκατ.), ασφαλιστικά ταμεία (701 εκατ.), χρωστάει παντού, σε όλα τα νομικά και φυσικά πρόσωπα της επικράτειας.

Τα χρήματα αυτά υπάρχουν στο ταμείο του Δημοσίου, είναι προϋπολογισμένα (αν τα πληρώσει δεν θα αυξηθούν οι δαπάνες) και δεν μειώνουν τα χρήματα που είναι διαθέσιμα για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους στο εξωτερικό. Ο Χατζηδάκης δήλωσε ότι θα ξεπληρώσει περισσότερο εθνικό χρέος από αυτό που ήταν υποχρεωτικό να πληρώσει και έτσι το δημόσιο χρέος θα μειωθεί πιο γρήγορα. Καλά θα κάνει, μπράβο του. Τον συγχαίρουν και οι ξένοι δανειστές. Δηλώνει επίσης πως έδωσε ό,τι επιτρεπόταν από τις Βρυξέλλες να δώσει σε αυξήσεις μισθών. Ας το δεχτούμε, αν και θα μπορούσε αν ήθελε να παζαρέψει ώστε να δώσει πολύ μεγαλύτερες αυξήσεις εφόσον έχει πετύχει αυτά τα πλεονάσματα.

Με όλα αυτά μαζί πληρωμένα, πάλι περισσεύουν πολλά δισ. ευρώ για να πληρώσει το Δημόσιο τις οφειλές του στο εσωτερικό, αλλά δεν τις πληρώνει.

Η εικόνα του Ελληνικού Δημοσίου εκτός και εντός της χώρας είναι διαφορετική. Εκτός εμφανιζόμαστε ως υπόδειγμα δημοσιονομικής επιτυχίας και διεθνούς αξιοπιστίας. Είμαστε ο ορισμός του καλοπληρωτή αφού ξεπληρώνουμε τα χρέη μας ταχύτερα από ό,τι προβλέπεται στις συμβάσεις. Εντός, όμως, έχουμε την εικόνα πτωχευμένου κράτους που δεν μπορεί να πληρώσει τις υποχρεώσεις του. Εντός, το Δημόσιο είναι ο χειρότερος κακοπληρωτής. Ενας πλούσιος που δεν πληρώνει τις υποχρεώσεις του στους υπόλοιπους που ζορίζονται.

Δυστυχώς, το Δημόσιο δεν εκταμιεύει τα λεφτά που έχει στο ταμείο για τις πληρωμές των υποχρεώσεών του στο εσωτερικό της χώρας, πληρώνει μόνο στο εξωτερικό.

Ετσι, τα χρήματα λείπουν από την εγχώρια αγορά, η οποία αντιμετωπίζει τεράστιο πρόβλημα ρευστότητας διότι, εφόσον το Δημόσιο δεν πληρώνει, αυτοί στους οποίους χρωστάει δεν έχουν να πληρώσουν και έτσι το πρόβλημα ρευστότητας μεταφέρεται αλυσιδωτά σε όλους και δημιουργείται η απολύτως δικαιολογημένη αίσθηση ότι έχουμε ένα πλούσιο κράτος και φτωχούς πολίτες.

Δεδομένου μάλιστα ότι η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς να αντιμετωπίσει την υπερβολική ακρίβεια, που την προκαλεί η αισχροκέρδεια των καρτέλ, η καθυστέρηση πληρωμών προκαλεί ασφυξία στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.

Το ερώτημα γιατί το Δημόσιο δεν πληρώνει αφού έχει τα λεφτά δεν έχει απαντηθεί από τον υπουργό. Ακόμη και οι επίσημοι φορείς, όπως η Τράπεζα της Ελλάδος και οι μελετητικοί οργανισμοί, αναρωτιούνται και απάντηση δεν παίρνουν.

Είναι λογικό να καταλήγουν στην υπόθεση ότι ίσως οι υπουργοί φοβούνται να υπογράψουν για τις πληρωμές διότι θα έχουν ποινικές ευθύνες (ποιος ξέρει για ποιον λόγο). Ισως και οι αρμόδιοι της δημόσιας διοίκησης να φοβούνται το ίδιο (για τους ίδιους άγνωστους λόγους). Ισως οι υπουργοί να φοβούνται κάτι άλλο που δεν ξέρουμε τι είναι, αλλά πάντως δεν υπογράφουν και το Δημόσιο δεν πληρώνει.

Συνεπώς γεννάται και ένα δεύτερο ερώτημα, γιατί φοβούνται; Τι στραβό έχει γίνει ώστε να κάνει επίφοβες αυτές τις συμφωνημένες πληρωμές; Υπάρχουν προβλήματα στους διαγωνισμούς και τις αναθέσεις; Χρειάζεται διερεύνηση.

Και αφού κανείς άλλος δεν έχει απάντηση, θεωρούμε ότι ο μόνος που μπορεί να διερευνήσει το θέμα και να δώσει απάντηση στο ερώτημα γιατί η κυβέρνηση δεν πληρώνει αυτά που χρωστάει, ενώ τα έχει στο ταμείο, είναι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.

Καιρός είναι να το ψάξει, διότι νοικοκυριά και επιχειρήσεις στενάζουν. Και διότι ο ίδιος τελικά θα πληρώσει τη νύφη σε πολιτικό κόστος.