Η προσπάθεια να ωραιοποιούν οι κυβερνήσεις τις καταστάσεις για να δείξουν ότι είναι «όλα καλά στο Βασίλειο της Δανιμαρκίας», παρότι το σάπιο μυρίζει από μακριά, είναι έως και θλιβερή, πέρα από κακόγουστη. Πίσω από την τακτική αυτή κρύβεται ο βαυκαλισμός, η αμετροέπεια και η προσβολή της νοημοσύνης των πολιτών και τελικά η εξαπάτησή τους.
Η Λίνα Μενδώνη υπέπεσε, μετά της συμβούλου επί των επικοινωνιακών της θεμάτων Άννας Παναγιωταρέα, σε αυτό το άκρως αποκρουστικό πολιτικό παράπτωμα.
Αντί να εμφανιστεί συντετριμμένη που επί της υπουργίας της προκλήθηκε τόση και τέτοια ζημιά στο χώρο των Μυκηνών, προσπάθησε να πείσει (ποιους άραγε, πέραν των εκούσια προθύμων να αγνοήσουν την πραγματικότητα;) ότι δεν έγινε τίποτα αξιοσημείωτο.
Αντί να εξεγερθεί που επί της υπουργίας της μαύρισε ο χώρος και το μνημείο των Μυκηνών, προσπάθησε να δικαιολογήσει τους αρμόδιους για την αβλεψία, την αστοχία και ανικανότητα, να προστατέψουν έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους.
Το ότι σώθηκε ό,τι σώθηκε δεν έπρεπε να την κάνει χαρούμενη, αλλά ανήσυχη, που υπήρξε κίνδυνος για δραματικά μεγαλύτερη ζημιά.
Το μόνο που δεν μας είπε η κυρία Μενδώνη είναι ότι «έτυχε μία στραβή στη βάρδια της» και να μην το κάνουμε θέμα! Δηλαδή αυτό μας είπε, απλά όχι με τα λόγια της αφελούς Ρένας Δούρου – έχουν τη δική τους αφέλεια οι κύριες Μενδώνη και Παναγιωταρέα, όταν πιστεύουν ότι ακόμη κι όσοι δέχονται να αναπαράγουν τις αστειότητές τους, τις πιστεύουν πραγματικά.
Μερικές φορές είναι χειρότερα τα λόγια από τις πράξεις. Χειρότερες οι δικαιολογίες από το ίδιο το λάθος που έγινε. Διότι το λάθος, η αβλεψία μπορεί να προκύψει από πολλούς παράγοντες, να προκληθεί και από τυχαίες συνθήκες, ίσως να είναι «στιγμιαίο», που έλεγε και μια ψυχή. Αλλά γι’ αυτό που επιλέγει να πει κανείς, έχοντας όλο το χρόνο να σκεφτεί – εκτός κι αν δεν μπορεί να σκεφτεί – φέρει ακέραιη την ευθύνη, είναι απολύτως δική του επιλογή. Κι αν επιλέγει να ωραιοποιήσει, να εξωραΐσει και να κοροϊδέψει, τότε θα λουστεί και τις συνέπειες.
Διότι η δήλωση «το πολύ πολύ αυτό που θα βλέπουν οι επισκέπτες τις αμέσως επόμενες μέρες είναι λίγο μαύρο στο χώμα. Έχει καεί αυτό που ονομάζουμε “πούσι”,» είναι επιτομή της αλαζονείας και του ναρκισσισμού. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι εδώ οι Μυκήνες καίγονται και το πούσι (ξέρετε, οι πευκοβελόνες) χτενίζεται, αλλά μπορεί να σοκάρουμε την αστική ευγένεια των αρίστων, που ξέρουν να κάνουν και καλά βιογραφικά.
ΥΓ: η είδηση δεν είναι ότι σώθηκαν οι Μυκήνες. Η είδηση είναι ότι κινδύνευσαν οι Μυκήνες, με ολοκληρωτική καταστροφή – έστω κι αν οι ζημιές τελικά περιορίστηκαν. Όταν αναδεικνύεις το πρώτο και όχι το δεύτερο, προσφέρεις μεν υπηρεσίες στην υπουργό, αλλά μοιραία κάποια στιγμή θα έρθει το δεύτερο!