Ο ίδιος ονειρεύεται «μοντέλο Ανδρέα», όρισε σκιώδη κυβέρνηση, έβαλε υπαρχηγό τον Τσακαλώτο και στοχεύει στη δημιουργία ενός νέου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος – Ποιοι κάνουν λόγο για κίνδυνο μετάλλαξης και πού οφείλεται ο εκνευρισμός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας – Κομματικά στελέχη φοβούνται ότι το νέο σχήμα θα είναι αρχηγοκεντρικό και θα θυμίζει αστικό κόμμα, σοσιαλδημοκρατικού τύπου, παρά το κλασικό αριστερό με τις λειτουργίες που χαρακτηρίζουν τον ριζοσπαστικό χώρο
Με τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη να επιχειρεί γενναία ανοίγματα στο Κέντρο, ακόμη και διεμβολισμό της Κεντροαριστεράς, αξιοποιώντας στελέχη από τον χώρο του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, ο κ. Αλέξης Τσίπρας θέτει ως στρατηγικής σημασίας προτεραιότητα την ανασυγκρότηση του λεγόμενου προοδευτικού χώρου, μετατοπίζοντας με τη σειρά του τον ΣΥΡΙΖΑ προς το μέσο του πολιτικού σκηνικού. Ουσιαστικά ο κ. Τσίπρας επιδιώκει να δημιουργήσει μια νέα παράταξη που θα εκφράσει και οργανωτικά έναν πολιτικό και κοινωνικό χώρο ο οποίος έμεινε να ψάχνεται μετά την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ λόγω της μνημονιακής κρίσης. Και θέλει να το κάνει με συνταγή και μοντέλο Ανδρέα Παπανδρέου.
Επί μία πενταετία και πλέον, πριν καν αναλάβει την πρωθυπουργία της χώρας το 2015, ο κ. Τσίπρας άκουγε (και προκαλούσε μάλλον με όσα έλεγε και έκανε) να τον παρομοιάζουν με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Αρχικά προσπερνούσε τα όσα σχετικά λέγονταν, αλλά με τον καιρό τα άκουγε με ενδιαφέρον και ικανοποίηση, ενώ συνομιλητές του αποκαλύπτουν ότι μειδιούσε και ενίοτε, τον τελευταίο χρόνο της θητείας του στο Μέγαρο Μαξίμου, σχεδόν κομπορρημονούσε ότι βαδίζει στα χνάρια του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Την τελευταία εβδομάδα πριν από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, όμως, δεν κρατήθηκε και δήλωσε ανοιχτά στη συγκέντρωση του ΣΥΡΙΖΑ στην Πάτρα ότι ο ίδιος και το κόμμα του είναι οι συνεχιστές της παράδοσης του ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου. Αν όλα αυτά είχαν μέχρι τώρα ελάχιστη σημασία και περισσότερο παραπολιτικό ενδιαφέρον, η εκλογική ήττα και ο ρόλος της αντιπολίτευσης φέρνουν για πρώτη φορά τον κ. Τσίπρα αντιμέτωπο με το «φάντασμα» του Ανδρέα Παπανδρέου.
Η «ευκαιρία»
Και τον προκαλούν να επαναλάβει το ιστορικό επίτευγμα που μόνο ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ κατάφερε στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας: να επιστρέψει στην εξουσία έχοντας χάσει νωρίτερα εκλογές ως πρωθυπουργός. Για την ακρίβεια, σε κανέναν άλλο ηττημένο πρωθυπουργό δεν δόθηκε ανάλογη ευκαιρία στο παρελθόν: Γεώργιος Ράλλης, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς έχασαν και έφυγαν από την αρχηγία του κόμματός τους (συμπτωματικά όλοι της Ν.Δ.), ενώ ο κ. Κώστας Σημίτης απέδρασε έγκαιρα πριν ηττηθεί, ο δε Γιώργος Παπανδρέου δεν κατάφερε ούτε καν να φτάσει στις κάλπες ως πρωθυπουργός – και όταν αργότερα δοκίμασε να δικαιωθεί με δικό του κόμμα, καταποντίστηκε! Μόνο ο Ανδρέας Παπανδρέου, λοιπόν, το 1993, μετά τις ήττες του 1989-90, κατάφερε να επιστρέψει στην πρωθυπουργία αφού πρώτα διατήρησε διά πυρός και σιδήρου την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ.
Ο κ. Τσίπρας αρχίζει να φιλοτεχνεί αυτό το… όραμα – άλλως να «έχει ένα όνειρο». Αυτό της επανάκαμψης στην εξουσία, κατά τα πρότυπα του Ανδρέα Παπανδρέου και μάλιστα απέναντι επίσης σε έναν Μητσοτάκη, όπως και την περίοδο 1990-93 ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ. Και γύρω από αυτό το όραμα ξεδιπλώνει το πρώτο μέρος της στρατηγικής του, που είναι η ανασυγκρότηση του ευρύτερου πολιτικού και κοινωνικού χώρου, ο οποίος μεταπολιτευτικά κωδικοποιήθηκε ως «προοδευτικός» στο πολιτικό σκηνικό. Ουσιαστικά, πίσω από την πομφόλυγα της ανασυγκρότησης είναι η δημιουργία ενός νέου, σύγχρονου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, ενός ΠΑΣΟΚ με… Faceapp. Το έκανε άλλωστε, τηρουμένων των αναλογιών, και ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1989 με το Προοδευτικό Μέτωπο και το 1993 με τις μετακινήσεις από τα αριστερά. Το εγχείρημα αυτό, που έχει κωδικοποιηθεί ως «πασοκοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ», παρότι συναντά αντιδράσεις στο εσωτερικό της Κουμουνδούρου, δεν τίθεται υπό διαπραγμάτευση από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. «Δεν μπορεί να αντισταθεί κανένας στον Τσίπρα», έλεγε έμπειρος πολιτικός βλέποντας τους συσχετισμούς και το κλίμα στην πρόσφατη επεισοδιακή συνεδρίαση της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Και σημείωνε ότι «ο πρόεδρος έχει απορρίψει τη λογική μικρού κόμματος που έχουν κάποιοι».
Τα νεύρα στην Κοινοβουλευτική Ομάδα
Είναι γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας διαθέτει ένα ισχυρό πλεονέκτημα: ελέγχει περισσότερο από το 80% της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος και έχει να ανησυχεί κυρίως για κάποιους θύλακες στην Κουμουνδούρου που επιμένουν να χτυπάνε το καμπανάκι για τον κίνδυνο ιδεολογικής και πολιτικής μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ. Από τους προεδρικούς διατυπώνεται, πάντως, η κατηγορία ότι όσοι αντιδρούν το κάνουν γιατί χάνουν ρόλους. Είναι ενδεικτικό ότι στη νέα Κ.Ο. του κόμματος οι κάθε λογής πασοκογενείς ή από άλλους χώρους ξεπερνούν τους 30, ενώ την ίδια ώρα βρέθηκαν εκτός Βουλής στελέχη του βαθέος ΣΥΡΙΖΑ (Γιώργος Σταθάκης, Παναγιώτης Ρήγας, Γιώργος Κυρίτσης, Νίκος Ξυδάκης, Ράνια Σβίγκου, Τασος Πετρόπουλος, Ελένη Αυλωνίτου κ.ά.).
Ο εκνευρισμός στη συνεδρίαση της Κ.Ο. οφείλεται σε τέτοιου είδους σωρευμένες αιτίες και στην αγωνία για τα επόμενα βήματα του κ. Τσίπρα. Κομματικά στελέχη φοβούνται ότι το νέο σχήμα θα είναι αρχηγοκεντρικό και θα θυμίζει αστικό κόμμα, σοσιαλδημοκρατικού τύπου, παρά το κλασικό αριστερό με τις λειτουργίες που χαρακτηρίζουν τον ριζοσπαστικό χώρο. Η ιδέα και μόνο, που κυκλοφορεί, περί της εκλογής του προέδρου από τη βάση προκαλεί ανατριχίλα αφού καθιστά τον αρχηγό ανεξέλεγκτο. Στην Κουμουνδούρου υποψιάζονται ότι αυτές οι σκέψεις έχουν πηγή τους νεοφερμένους από το ΠΑΣΟΚ, που θέλουν να μεταφέρουν την εμπειρία με την εκλογή του Γιώργου Παπανδρέου και στον ΣΥΡΙΖΑ – μία εμπειρία που υιοθέτησε και η Ν.Δ. πάντως.
Ο κ. Τσίπρας αντιλαμβάνεται ότι οι κομματικοί έχουν διαφωνίες με το εγχείρημα, αλλά φροντίζει να στέλνει σαφή μηνύματα για τις προθέσεις του, έστω και αν κάνει διάφορους ελιγμούς για να εκτονώσει την κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι μία ημέρα μετά τη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ το περασμένο Σαββατοκύριακο, οργάνωσε ολόκληρο σόου στα γραφεία της ΔΗΜ.ΑΡ., όπου συγκάλεσε το συντονιστικό όργανο της Προοδευτικής Συμμαχίας. Περισσότερη έμφαση δόθηκε και μεγαλύτερη δημοσιότητα πήρε η συγκεκριμένη κίνηση παρά η συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής. Σταδιακά, λένε όσοι γνωρίζουν τα βασικά στοιχεία του σχεδιασμού που έχει κατά νου ο κ. Τσίπρας, ο έλεγχος των παραταξιακών διεργασιών θα περνάει από τα κομματικά όργανα της Κουμουνδούρου στο Συντονιστικό της Προοδευτικής Συμμαχίας. Ο λόγος απλός: τα κομματικά όργανα δεν εκφράζουν παρά μόνο έναν παραδοσιακό και αποδυναμωμένο μηχανισμό, η δε Συμμαχία συνδέεται με το μεγαλύτερο κομμάτι της εκλογικής βάσης που έδωσε στον ΣΥΡΙΖΑ το 31,6% στις 7 Ιουλίου.
Βεβαίως υπάρχει και η κριτική ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποσπά από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ παλαιά και φθαρμένα στελέχη, πολλά από τα οποία δεν εκπροσωπούν απολύτως τίποτα, την ώρα που ο κ. Μητσοτάκης παίρνει τη «βιτρίνα», αλλά αυτό μικρή σημασία έχει για τις κινήσεις του κ. Τσίπρα. Ετσι κι αλλιώς, η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ εκτιμά ότι «το Κίνημα Αλλαγής έχει στρατηγικό αδιέξοδο, κάτι που θα οδηγήσει στελέχη και τμήματα της κοινωνικής του βάσης να αναζητήσουν διέξοδο στον δημοκρατικό, αριστερό προοδευτικό πόλο του πολιτικού συστήματος».
Νο 2 ο Τσακαλώτος
Με τις επιλογές του κ. Τσίπρα για τη διάταξη των στελεχών στο αντιπολιτευτικό μέτωπο, στο οποίο έστειλαν οι ψηφοφόροι τον ΣΥΡΙΖΑ, διαμορφώνονται πλέον και οι νέες ισορροπίες στην Κουμουνδούρου. Ο πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης θέλησε να κάνει μια διάταξη δυνάμεων με διάθεση μάλλον να έχει τους πάντες ικανοποιημένους σε αυτή την πρώτη μετεκλογική φάση.
Με την ανάθεση των κεντρικών ρόλων στην Κοινοβουλευτική Ομάδα και το κόμμα, αλλά και την ταχεία συγκρότηση της σκιώδους κυβέρνησης, επιχειρεί, πέρα από την ενεργοποίηση των αντιπολιτευτικών αντανακλαστικών του μηχανισμού, μια εσωκομματική ειρήνη και ταυτόχρονα αναβάθμιση συγκεκριμένων προσώπων, ενώ επιδιώκει την ενσωμάτωση των νέων συμμάχων, καθώς και να καθησυχάσει την ομάδα των «53+».Αναμφισβήτητα σε νούμερο 2 του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Τσίπρας αναδεικνύει (ή αποδέχεται) τον κ. Ευκλείδη Τσακαλώτο, ο οποίος είναι ο μοναδικός που θα έχει διπλό ρόλο: αυτόν του πρώτου κοινοβουλευτικού εκπροσώπου και εκείνον του τομεάρχη Οικονομικών. Ουδείς άλλος έλαβε τέτοια επιβράβευση και αναγνώριση. Την ίδια ώρα έγιναν τομεάρχες εμβληματικά πρόσωπα της ομάδας των «53+», όπως ο κ. Θοδωρής Δρίτσας (Αμυνας) και η κυρία Θεανώ Φωτίου (αναπληρώτρια για την Κοινωνική Πρόνοια). Για να ικανοποιηθεί, δε, η αριστερή πτέρυγα, ο κ. Τσίπρας ανέθεσε τον τομέα Παιδείας στον κ. Νίκο Φίλη, διορθώνοντας την απόφασή του να τον εκπαραθυρώσει από το υπουργείο όταν συγκυβερνούσε με τον κ. Πάνο Καμμένο. Η τοποθέτηση του κ. Γιάννη Ραγκούση στον τομέα Προστασίας του Πολίτη και του κ. Βασίλη Κόκκαλη στη θέση του αναπληρωτή τομεάρχη Αγροτικής Ανάπτυξης υπηρετούν σαφώς την προσπάθεια ενσωμάτωσης των νέων πασοκογενών και των μεταγραφών εκ των ΑΝ.ΕΛ.
Αναβάθμιση Παππά
Αξιοσημείωτο είναι ότι αναβαθμίζεται ο κ. Νίκος Παππάς στο νέο σκηνικό, αφού ανέλαβε τον τομέα Οικονομίας (αντί του Γιάννη Δραγασάκη), ενώ παίρνουν την ευκαιρία από τον πρώην πρωθυπουργό και μία σειρά νεότερα και ανερχόμενα στελέχη: οι Κατερίνα Νοτοπούλου, Γιώργος Τσίπρας, Δώρα Αυγέρη, Γιώργος Βαρεμένος, Τρύφων Αλεξιάδης, Γιάννης Μπουρνούς και Μάριος Κάτσης, που εκτιμάται ότι μπορούν να συμπληρώσουν την ισχυρή προεδρική φρουρά στην Κοινοβουλευτική Ομάδα.
Η μετάθεση του κ. Παύλου Πολάκη από την Υγεία στον τομέα Εσωτερικών (αναπληρωτής μάλιστα του Χρήστου Σπίρτζη) είναι σαφώς έμμεση αποδοκιμασία της συμπεριφοράς του πρώην αναπληρωτή υπουργού Υγείας κατά τις ημέρες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Σταθερή αξία αναδεικνύεται ο κ. Γιώργος Κατρούγκαλος (τομεάρχης Εξωτερικών), ενώ στάσιμη παραμένει, παραδόξως μάλλον, η κυρία Εφη Αχτσιόγλου, που αναλαμβάνει απλώς τον τομέα Εργασίας που είχε και πριν από τις εκλογές ως υπουργός. Η νεαρή πολιτικός προαλειφόταν για μεγαλύτερα πράγματα και ειδικό ρόλο στη νέα ηγετική ομάδα, αλλά ο περιορισμός της σε ρόλο τομεάρχη δεν δικαιώνει τις προσδοκίες αυτές.
Σημειωτέον ότι κρίσιμα πόστα πήραν, απολαμβάνοντας την εμπιστοσύνη του κ. Τσίπρα, η κυρία Ολγα Γεροβασίλη ως γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, ο κ. Αλέξης Χαρίτσης, ως εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος, ο κ. Δημήτρης Τζανακόπουλος και η κυρία Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου που συμπληρώνουν την τριάδα των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων. Στόχος του κ. Τσίπρα σε αυτή τη φάση είναι να δοκιμάσει τον συγχρωτισμό και τη δυνατότητα συγκατοίκησης και συμπόρευσης των «σκληρών αριστερών» από τη μία με τους «πασοκογενείς» από την άλλη. Και όποιος αντέξει.