Ουσιαστικά δηλαδή ο κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε τότε τη λήξη της πανδημίας – δεν έχουμε κρούσματα σημαίνει δεν έχουμε πανδημία – και επέλεγε ένα συγκεκριμένο (πανηγυρικό) τρόπο για να ανοίξει ο τουρισμός. 70 μέρες μετά η χώρα μετράει καθημερινά σχεδόν ή και πάνω από 100 κρούσματα και στην πραγματικότητα είναι άγνωστη η διάδοση του ιού στην κοινότητα – άγνωστο διότι ο ΕΟΔΥ, δεν μπορεί να διαφυλάξει καν τα δείγματα προς εξέταση και τα χάνει, ενώ ακόμη δεν έχει οργανώσει τις κινητές μονάδες, σιγά που θα έχει και πλήρη εικόνα για την πανδημία.
Δύο τινά συνέβησαν λοιπόν για να φτάσουμε ως εδώ: ή η πανδημία δεν είχε λήξει και κρούσματα υπήρχαν, μόνο που οι αρμόδιοι δεν τα έβρισκαν γιατί απλά δεν έψαχναν, μάλλον για να στηριχθεί το αφήγημα κάποιας εθνικής επιτυχίας, για την οποία κομπορρημονούσε η κυβέρνηση, ή το άνοιγμα του τουρισμού έγινε με λάθος τρόπο και σε λάθος χρόνο και έτσι τα εισαγόμενα κρούσματα, σε συνδυασμό με τη γενική χαλάρωση και αδιαφορία, προκαλούν τώρα αυτό το κύμα, που καταγράφεται καθημερινά στις ανακοινώσεις.
Τρίτος τρόπος δεν υπάρχει. Ο συνωστισμός στα μπιτσόμπαρα ή όπου άλλου έχει μια προϋπόθεση για να οδηγήσει στην αύξηση των κρουσμάτων: να υπάρχουν κάποιοι που να έχουν κορωνοιό για να κολλήσουν τους άλλους! Αν δεν υπήρχαν κρούσματα, όπως έλεγε ο κ. Μητσοτάκης στα τέλη Μαΐου, ο μόνος τρόπος είναι να ήρθαν από τους τουρίστες. Εκτός κι αν έγιναν και τα δύο – όπερ και το πιθανότερο. Και κρούσματα να υπήρχαν ήδη στην κοινότητα και να ήρθαν και από το εξωτερικό. Και στα δυο πεδία τα λάθη βαραίνουν τους χειρισμούς της πολιτείας και της κυβέρνησης, η οποία στην πρώτη φάση είχε λάβει έγκαιρα τις σωστές αποφάσεις, αλλά μετά έδειξε ικανοποιημένη από τα γκάλοπ και ξέχασε το πραγματικό πρόβλημα.
Διότι μετά την καραντίνα συμπεριφέρθηκε ως να τελείωσε η ιστορία. Δεν είχε ουσιαστικά κανένα σοβαρό σχέδιο για την επόμενη φάση. Σταμάτησε η ενημέρωση και η καθημερινή και η εβδομαδιαία. Η αποχώρηση Τσιόδρα τότε ήταν σήμα, που ενίσχυσε την χαλάρωση. Η καμπάνια για την ενημέρωση του κοινού με σποτάκια ήταν άρτζι, μπουρτζι και λουλάς. Ο καθένας έλεγε το κοντό και το μακρύ του. Μέλος της διοίκησης του ΕΟΔΥ έλεγε, για παράδειγμα, ότι οι ασυμπτωματικοί δεν κολλάνε – νερό στο μύλο των συνωμοσιολόγων ήταν αυτό! Σπανίως οι υπουργοί, αλλά και πολιτικοί όλων των κομμάτων, εμφανίζονταν με μάσκα. Για τις αποστάσεις, η ιστορία θυμίζει ανέκδοτο. Ο δήμαρχος Αθηναίων οργάνωνε εγκαίνια την ώρα που η αστυνομία έδερνε νέους στις πλατείες – πλήρης κατάρρευση της αξιοπιστίας της πολιτείας, με δεδομένο ότι λίγο αργότερα τα όργανα της τάξης κάναν το ντεκόρ σε αθλητικές πανηγυρικές εκδηλώσεις. Στα μέσα μαζική μεταφοράς γινόταν το σώσε και ουδείς υπουργός Καραμανλής φρόντισε να αυξηθούν δρομολόγια!
Ακόμα χειρότερα με την εκκλησία: την άφησαν τελευταία στα περιοριστικά μέτρα του Μαρτίου, επέτρεψαν αδιανόητες συμπεριφορές αργότερα και μέχρι τώρα, πάλι κοίταξαν να την αντιμετωπίσουν προνομιακά.
Όσο για τον τουρισμό η γελοιότητα (δεν) έχει όρια: τι να δείξουν οι δειγματοληπτικοί έλεγχοι, όταν οι μολυσμένοι συχνά κυκλοφορούν για μέρες ελεύθεροι και τα τεστ αφορούν μόνο στο 20% των εισερχομένων? Τι νόημα έχει να λένε ότι εντοπίστηκαν τόσοι στις πύλες εισόδου της χώρας, όταν ένας τουρίστας που θα εντοπιστεί αργότερα θετικός, θα δηλωθεί ως εγχώριο κρούσμα, καθότι θα ληφθεί υπόψη η προσωρινή διεύθυνση διαμονής του; Ούτε που καταλαβαίνει κανείς τι γίνεται δηλαδή.
Η κυβέρνηση άφησε τεράστιο χώρο να αναπτυχθούν συνωμοσιολογικές θεωρίες, διότι δεν ενημέρωσε υπεύθυνα, επίμονα και ολοκληρωμένα τον κόσμο. Τι σόι πανδημία είναι αυτή, έλεγαν πολλοί, που έχει δυο κρούσματα τη μέρα; Οι τυχεροί του λαχείου είναι πιο πολλοί! Ούτε καν στη θεωρία του «παγόβουνου» δεν επέμειναν οι ειδικοί και οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι. Η δε επαναφορά των περί «ατομικής ευθύνης» δεν έχει κανένα νόημα ή αποτέλεσμα τώρα.
ΥΓ. 1: ελπίζω να φτάσουμε το σύστημα υγείας στα όριά του, αλλά μην διανοηθεί κανείς αρμόδιος να πει ότι δεν έχουμε ΜΕΘ, ΜΑΦ ή επαρκές ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.
ΥΓ. 2: αν είναι να κυνηγήσουμε τους ψεκασμένους ας ξεκινήσουμε από τους ιερωμένους που κάνουν λυσσαλέο πόλεμο κατά της λογικής και, δυστυχώς, έχουν τη δύναμη να επηρεάσουν κόσμο. Αλλά η γενική εκστρατεία κατά των θεωριών τρέλας, φοβάμαι ότι μπορεί να εξελιχθεί σε κυνήγι μαγισσών.