Και μάζεψε ο καιρός και δικαιώθηκε για μία ακόμα φορά. Οι «μακεδονομάχοι» και «αρχιστράτηγοι σκοπιανοφάγοι» εκτέθηκαν. Μικρό το κακό γι’ αυτούς θα πει κανείς! Ναι, αλλά η χώρα υποφέρει από δαύτους κι από τους «πατριδέμπορους» κάθε λογής, δεκαετίες και αιώνες τώρα.
Η θλιβερή ιστορία με τη φράση «ιστορική» που μπήκε ως χαρακτηρισμός για τη συμφωνία των Πρεσπών στο αρχικό και κανονικό κοινό ανακοινωθέν των υπουργείων Εξωτερικών Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, είναι ενδεικτική του καταντήματος όλων αυτών που επένδυσαν στον σωβινισμό για να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη.
Όχι πρωτόγνωρου καταντήματος δυστυχώς, ούτε και του τελευταίου μάλλον. Η ιστορία είναι θλιβερή διότι διασύρθηκε η ίδια η χώρα με τα παρακάλια που κάνανε οι κυβερνώντες στους αμερικανούς, ώστε να εκδοθεί νεότερη «διορθωτική» ανακοίνωση, χωρίς τον επίμαχο όρο. Έτσι ώστε να είναι όλοι ευχαριστημένοι: στους έξω δείχνουμε την πρώτη δήλωση, στους μέσα τη δεύτερη!
Λογικές συμψηφισμού δεν πρέπει να υπάρχουν, αλλά ο πειρασμός είναι μεγάλος: Πρόκειται για κωλοτούμπες που ξεπερνούν σε θλίψη, ακόμα κι εκείνες του Τσίπρα, σε άλλα θέματα βέβαια.
Η Συμφωνία αποδεικνύεται σημαντική και καθοριστική. Ρεαλιστική και πιθανόν σωστή. Μάλλον και ιστορική, θα δείξει. Σε καμία όμως περίπτωση «προδοτική», όπως έλεγαν οι νεοεθνικιστές.
Με τη Συμφωνία των Πρεσπών δύο τινά συμβαίνουν για τους πολιτικούς της ΝΔ που την πολέμησαν και μάλιστα με κάθε ακραίο μέσο: εάν πίστευαν ότι αλλάζει η συμφωνία έστω κατά κάτι και ότι είναι διαπραγματεύσιμη, όφειλαν να το επιχειρήσουν μόλις έγιναν κυβέρνηση. Εάν όμως ήξεραν ότι δεν αλλάζει, τότε υποκριτικά εκμεταλλεύτηκαν τα εθνικιστικά ένστικτα των πολιτών. Να ζητούν από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να μην κάνει τη συμφωνία, τουλάχιστον όχι έτσι όπως την έκανε, ναι! Αλλά να πλειοδοτούν και μάλιστα με χαρακτηρισμούς που παραπέμπουν σε εμφυλιοπολεμική ρητορική και γνωρίζοντας ότι κάποια στιγμή είναι πιθανόν να χρειαστούν εκείνοι πολιτική συναίνεση, ήταν από τυχοδιωκτισμός έως πολιτική ανοησία.
Εάν, ακόμα χειρότερα, εκτιμούν ότι θα μπορούσε να αλλάξει κάτι αυτή σε αυτή τη Συμφωνία, αλλά δεν το επιχειρούν γιατί πλέον πιστεύουν ότι είναι η καλύτερη δυνατή και τελικά χρήσιμη για τη χώρα, τότε οφείλουν να βγουν και να το πουν ζητώντας ασφαλώς συγνώμη.
Κάνανε πολλοί καριέρα με το λεγόμενο «σκοπιανό». Ο καθένας έτρωγε στην καθισιά του δέκα «Σκοπιανούς» κι άλλους τόσους μόλις σηκωνόταν όρθιος! Όπως πολλοί και σε μεγάλοι βαθμό οι ίδιοι κάνουν συνεχώς πολιτική καριέρα με πατριδοκαπηλεία και εθνικισμό, χωρίς αιδώ. Κι ας επιδίδονται κάθε λίγο σε κυβιστήσεις ολκής.
Για παράδειγμα στα ελληνοτουρκικά. Μέχρι να μπει ο Oruc Reis στην ελληνική υφαλοκρηπίδα ήταν έτοιμοι να το βουλιάξουν. Μόλις μπήκε το γύρισαν σε στιλ «κότες λυράτες», σε σχέση με όσα έλεγαν – αν ήταν τίποτα ξυπόλυτοι στον Έβρο όμως θα έκαναν επίδειξη ισχύος και θα γινόταν χαμός, όλα κι όλα.
Στο εσωτερικό λένε ότι δεν τρέχει τίποτα, με όσα κάνει η Τουρκία, αλλά στο εξωτερικό κάνουν τον κακό χαμό και ζητούν καταδίκη του Ερντογάν και κυρώσεις – ξέπνοα είναι η αλήθεια πάντως.
Στο Βερολίνο συμφωνούν με την Τουρκία για διάλογο, αλλά στο εσωτερικό αυτή η συμφωνία γίνεται «προσχέδιο», «πρακτικά» και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς, ώστε να μην παρεξηγηθεί το ακροδεξιό κοινό της παράταξης.
Επί χρόνια στήθηκε μία ρητορική και ένα αφήγημα περί «μάχης κατά του λαϊκισμού». Ε λοιπόν, η εθνικιστική αγυρτεία και η πατριδοκαπηλεία είναι τρισχειρότερη μορφή λαϊκισμού. Και το παράδοξο; Το επικίνδυνο αυτό ολίσθημα το διαπράττει σχεδόν πάντα η (ακρο-δεξιά) παράταξη που συνηθίζει να λέει τους άλλους μειοδόττες και προδότες.