Το πρόβλημα όμως είναι ότι δεν συζήτησαν για τον καιρό, αλλά για όλα όσα ενδιαφέρουν τις Ηνωμένες Πολιτείες – τα ελληνικού ενδιαφέροντος θέματα ήταν εμφανώς σε δεύτερο πλάνο. Και τι πλάνο. Επιβεβαιώθηκε πλήρως ότι ο Ντόναλντ Τραμπ έχει κάνει τις επιλογές του στην περιοχή και αυτές οι επιλογές λένε ότι θεωρεί τον Ερντογάν βασικό του σύμμαχο ή έστω κύριο συνομιλητή.
Ήταν εξ αρχής αντιληπτό ότι αυτή η συνάντηση θα γινόταν στη χειρότερη δυνατή συγκυρία. Ο Τραμπ έχει τις εσωτερικές σκοτούρες του (παραπομπή για έκπτωση από το προεδρικό αξίωμα), πυροδότησε τον πόλεμο στην Μέση Ανατολή (με τη δολοφονία του Σουλεϊμανί) – ενδεχομένως αυτά τα δύο θέματα δεν είναι άσχετα μεταξύ τους – και έχει εδώ και καιρό αποφασίσει ότι θα «παίζει» με τον Ερντογάν, τον οποίο θεωρεί κρίσιμο παράγοντα στην περιοχή.
Τούτων δοθέντων, που θα λέγαμε παλιά, οι προσδοκίες για τη συνάντηση ήταν, ή έστω έπρεπε να είναι, περιορισμένες. Και έγινε ακριβώς αυτό: ο Τραμπ δεν καταδίκασε την τουρκική προκλητικότητα στην ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, απέφυγε και να πάρει θέση μάλιστα για τη «συμφωνία» Τουρκίας – Λιβύης. Ούτε ο Μητσοτάκης, ούτε ο Τσίπρας, ούτε κάποιος άλλος θα μπορούσε να πάρει κάτι περισσότερο από αυτό που έγινε χθες στην Ουάσιγκτον.
Ειδικά ο Τραμπ, που έχει και την προσωπική του ατζέντα στα εξωτερικά θέματα των ΗΠΑ αγνοώντας συχνά ακόμη και τις θέσεις της αμερικανικής γραφειοκρατίας και πάγιες τοποθετήσεις της, δεν θα έκανε τίποτα περισσότερο, τουλάχιστον αυτή την περίοδο. Είναι σαφές ότι η Ουάσιγκτον δεν θέλει να εμπλακεί στα ελληνοτουρκικά, δεν θέλει να δυσαρεστήσει την Άγκυρα και επιπλέον θεωρεί τόσο δεδομένη τη «φιλία» – για να μην το πούμε αλλιώς – της Αθήνας, που η οποιαδήποτε συνάντηση αυτού του είδους δεν θα μπορούσε να ξεπεράσει το «τσάι και συμπάθεια»! Είναι ενδεικτικό του κλίματος αδιαφορίας του Τραμπ, ότι ακόμα κι όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσφέρθηκε αυτοβούλως να αγοράσουμε f35, εκείνος δεν το σχολίασε καν και συνέχισε τις δηλώσεις του για το Ιράν και την Πελόζι! Κοινώς, μην περιμένετε τίποτα από την Ουάσιγκτον του Τραμπ, αυτός έχει άλλα τρεχάματα τώρα!
Κι αν αυτά είναι δεδομένα, εκείνο που δύσκολα γίνεται κατανοητό είναι η πολιτική αντιπαράθεση στο εσωτερικό σκηνικό. Οι μεν κυβερνώντες μιλούν για «επιτυχία» και είναι «ικανοποιημένοι», λέει – από τι ακριβώς; Λογικό θα πει κανείς: εάν δεν εμφανιστούν ικανοποιημένοι θα θεωρηθούν τουρίστες και κομπάρσοι.
Οι δε αντιπολιτευόμενοι, λένε για φιάσκο και άλλα παρόμοια, λες και οποιοσδήποτε άλλος θα μπορούσε να μαλώσει τον Τραμπ και να του συστήσει να μην κάνει τις δηλώσεις που θέλει και για θέματα που καίνε την αμερικανική κοινή γνώμη, αλλά να μιλήσει για τις βάσεις που έχουμε ήδη συμφωνήσει να δώσουμε στους αμερικάνους! Ή θα ανάγκαζε τον Τραμπ να αποδοκιμάσει τον Ερντογάν – αστεία πράγματα.
Το κακό ξεκινάει από τη στιγμή που συναγωνίζονται οι βασικές πολιτικές δυνάμεις για το ποιος θα έχει την εύνοια του αμερικανικού παράγοντα. Η απάντηση είναι κανείς – οι αμερικάνοι κάνουν αποκλειστικά το δικό τους παιχνίδι. Και επειδή δεν μπορούμε να καθορίσουμε αυτό το παιχνίδι (τους), καλό είναι να μην ξεφτιλιζόμαστε άλλο με αυτού του επιπέδου τις πολιτικές συγκρούσεις.