Πας και αγοράζεις όπλα, φορτώνεις τις υποχρεώσεις της χώρας και πορεύεσαι με ό,τι επιβαρυντικό σημαίνει για την κοινωνία αυτή η τακτική. Έχει τέλος αυτή η ιστορία; Ποτέ! Διότι η Τουρκία μπορεί να επιδοθεί κι αυτή σε ένα τρελό κυνήγι εξοπλισμών. Και επειδή δεν έχει τα κοινωνικά στάνταρ μίας ευρωπαϊκής χώρας, μπορεί όντως να εξαθλιώνει το λαό της για να αγοράσει οποιοδήποτε όπλο είναι διαθέσιμο προς πώληση. Και μην γελιέστε, το παιχνίδι με τις αγορές και τις δουλειές το παίζει καλά – το βλέπουμε στις ερμαφρόδιτες στάσεις που τηρούν απέναντί της διάφορες μεγάλες χώρες.
Μία χώρα όπως η Ελλάδα πόσο μπορεί να αντέξει σε αυτή τη λογική. Ελάχιστα θα έλεγα. «Αγορές του αιώνα» έχουν προηγηθεί κι άλλες. Ίσως (και προφανώς) βοήθησαν σε μία κάποια ισορροπία στην περιοχή, αλλά δεν έλυσαν το πρόβλημα. Και όχι μόνο δεν το έλυσαν, αλλά συνέβαλλαν στην πορεία της χώρας προς την χρεοκοπία.
Εάν θεωρούμε λοιπόν ότι το πρόβλημα με την Τουρκία δεν λύνεται με άλλο τρόπο, παρά μόνο αν εξοπλιζόμαστε συνέχεια ας μας το πουν, να μην γίνεται άλλη περιττή συζήτηση.
Εάν επίσης ήταν να λυθεί το πρόβλημα με εξοπλιστικά προγράμματα θα το έκαναν και όλοι, μα όλοι οι προηγούμενοι. Δεν είχαν παρά να παραγγέλνουν και να τα φορτώνουν στους επόμενους – ωραία δουλειά. Ούτε αφελείς ήταν ούτε κορόιδα, ούτε λάθος εκτιμήσεις κάνανε. Απλώς καταλάβαιναν ότι αυτή η λογική δεν οδηγεί πουθενά και ότι η χώρα δεν μπορούσε τόσα οικονομικά βάρη.
Το να βγαίνει κανείς και να λέει «δίνω 8, ίσως και 10 δις ευρώ για εξοπλισμούς», δεν είναι ούτε για συγχαρητήρια, ούτε για πανηγυρισμούς. Τα χρέη αυτά θα τα βρούμε μπροστά μας. Η χώρα μόλις βγήκε από τα μνημόνια και έχει να αντιμετωπίσει τις δραματικές οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας. Σε άλλη περίπτωση κάποιοι έλεγαν ότι βρήκαμε λεφτόδενδρα. Τώρα οι ίδιοι μέμφονται και ετοιμάζονται να σταυρώσουν τον συνταξιούχο που θα κάνει το λάθος να πει «λεφτά για τη σύνταξή μου και όχι για όπλα».
Και για να έχουμε καλό ρώτημα: εάν είναι να λύσουμε τα προβλήματα με διάλογο, γιατί θέλουμε τα όπλα; Ή έστω τόσα όπλα; Με τη δύναμη των όπλων θα επιβάλλουμε στην Τουρκία να περιορίσει τις επιβουλές, τις αμφισβητήσεις και την επιθετικότητα; Ή αν είχαμε τα Ραφάλ και τις φρεγάτες θα εμποδίζαμε το Oruc Reis να κόβει βόλτες όπου θέλει; Ήταν θέμα οπλικής υπεροχής ή πολιτικής επιλογής;
Εάν είναι να στηριχτούμε στα όπλα, τότε τι σημασία έχει η διπλωματία; Εδώ υπάρχει ένα κλείσιμο του ματιού από τους «πονηρούς»: αγοράζουμε όπλα από τους ισχυρούς για να έχουμε τη διπλωματική τους στήριξη! Μα, αν είναι να πληρώσουμε τόσο τη διπλωματική στήριξη, στην πραγματικότητα δεν κάνουμε καθόλου διπλωματία.
Την ίδια ώρα λοιπόν εξελίσσεται μία τερατώδης επιχείρηση πίεσης για διευθέτηση των (όποιων) διαφορών με το διάλογο ανάμεσα στις δύο χώρες. Πιέζουν οι Γερμανοί, πιέζουν οι ευρωπαίοι, πιέζουν οι αμερικανοί και πάει λέγοντας. Αν είναι λοιπόν να καθίσουμε στο τραπέζι του διαλόγου με σχεδόν ανοιχτή ατζέντα, διότι αυτό «ψήνεται», τότε προ τις οι εξοπλισμοί; Ας μιλήσουμε ρεαλιστικά, ώστε τουλάχιστον να ξέρουμε τι γίνεται: Αν είναι να μας καθίσουν στο τραπέζι, δεν χρειαζόμαστε και τα όπλα τους. Αν είναι να καθίσουμε μόνο μας στο τραπέζι, πάλι δεν χρειαζόμαστε τα όπλα. Βάζει η κάθε χώρα τα δικά της και βρίσκουμε λύση για οποιοδήποτε θέμα απευθείας και χωρίς νταβατζήδες. Αλλά και τα δύο και με τον τρόπο που γίνεται είναι τουλάχιστον υπερβολή, υποκρισία, ου μην και κοροϊδίστικο. Μοιάζει σαν να στήθηκε η τελευταία κρίση στην ανατολική Μεσόγειο για να επιβληθούν και οι εξοπλισμοί και ο διάλογος. Εις υγεία των κορόιδων.
Το νόημα μίας νέας εθνικής γραμμής τύπου «συζητάμε με την Τουρκία και με ευρύτερη ατζέντα από το θέμα της υφαλοκρηπίδας και βρίσκουμε ειρηνικές λύσεις μέσα από συμβιβασμούς» έχει και το νόημα, εκτός των άλλων, να μην ξοδεύουμε ολόκληρα ΑΕΠ σε εξοπλισμούς και σε μία διαμάχη εξ ορισμού κοστοβόρα, που αφαιρούν από την κάλυψη κοινωνικών αναγκών.
Αν είναι και τους εξοπλισμούς να μην γλιτώσουμε και τον διάλογο με αυτούς τους όρους να τον κάνουμε, προς τι νόημα όλων αυτών; Και κυρίως, προς τι οι πανηγυρισμοί;
ΥΓ: Σε όσους με ευκολία πέφτουν στα ζήτω, αφιερώνεται ο Μπρέχτ με την Άννα του:
Μιλάνε για καιρούς δοξασμένους, και πάλι
(Άννα μην κλαις)
θα γυρέψουμε βερεσέ απ’ τον μπακάλη.
Μιλάνε για του έθνους, ξανά, την τιμή
(Άννα μην κλαις)
στο ντουλάπι δεν έχει ψίχα ψωμί
Μιλάνε για νίκες που το μέλλον θα φέρει
(Άννα μην κλαις)
Εμένα δε με βάζουν στο χέρι.
Ο στρατός ξεκινά
(Άννα μην κλαις)
Σαν γυρίσω ξανά
θ’ ακολουθώ άλλες σημαίες.
Ο στρατός ξεκινά