Την ώρα που οι εκπρόσωποι του νέου δικομματισμού επιδίδονταν στις, τόσο γνωστές από το παρελθόν, κοκορομαχίες προς άγρα κορόιδων, το ενδιαφέρον μου εστιαζόταν σε ειδήσεις, που είχαν κάπως «αγνοηθεί»: στη μελέτη, για παράδειγμα, που αποκάλυπτε ότι τα ασθενοφόρα, ειδικά στην Αττική καθυστερούν υπερβολικά να φτάσουν στα συμβάντα. Ή στην άλλη είδηση, της άγριας καταστολής που επιφυλάσσει η… «προοδευτική διακυβέρνηση» στις κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών.
Η πρώτη είδηση απλώς μας επαναφέρει στην… «κανονικότητα» μίας χώρας, που παραμένει σε βαθιά κρίση, με άλυτα βασικά προβλήματα για όσους έχουν την ατυχία να περιμένουν το διαλυμένο κοινωνικό κράτος, που άφησαν πίσω τους τα μνημόνια και οι «σωτήρες» κάθε είδους, εγχώριοι και ξένοι.
Η δεύτερη επιβεβαιώνει ότι η καταστολή παραμένει μέσο επιβολής αντιλαϊκών πολιτικών, ακόμα κι όταν πρόκειται για κυβερνήσεις, που ομνύουν στο όνομα της αριστεράς. Άλλωστε και τη δεκαετία του 80, με την τότε σοσιαλιστική κυβέρνηση έπεφτε το ξύλο του… Αρκουδέα – χορτάσαμε δακρυγόνα και γκλομπ για χάρη του… πασοκικού σοσιαλισμού. Έτσι κι αλλιώς ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάσσεται σε ΠΑΣΟΚ δευτέρας διαλογής, οπότε όλα αυτά είναι αναμενόμενα.
Ενώ λοιπόν η καθημερινότητα των μεσαίων και φτωχότερων κοινωνικών παραμένει δύσκολη έως εφιαλτική και το μέλλον δυσοίωνο σε μία Ευρώπη που ενισχύει τις ανισότητες και τροφοδοτεί το έλλειμμα δημοκρατίας, στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό κάποιοι προσπαθούν να αναβιώσουν ένα φθηνό δικομματισμό. Και να επιβάλλουν, με φθηνά κόλπα, ένα ανούσιο κλίμα πόλωσης, που μόνο θλίψη προκαλεί.
Προσωπικές επιθέσεις, ανταλλαγή χαρακτηρισμών, ατέρμονη παρελθοντολογία, διαξιφισμοί χωρίς ουσία, μία εξόφθαλμα προσχηματική σύγκρουση για την εξουσία και μόνο. Ακούγοντάς τους και βλέποντας τις μεθόδους διεκδίκησης της διακυβέρνησης και άσκησης «πολιτικής» αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα ότι αρκεί να τους αλλάξεις θέση (από κυβέρνηση αντιπολίτευση και αντιστρόφως) για να λέει ο ένας αύριο, αυτά που λέει ο άλλος σήμερα – και αντιστρόφως! Ναι, διαφορές υπάρχουν, αλλά η ουσία είναι ίδια.
Τα ερωτήματα είναι λοιπόν: Ενδιαφέρει κανέναν η πόλωση; Συνεγείρει πολλούς μία πολιτική όξυνση, που παραπέμπει σε λογικές παρελθόντος; Εξακολουθεί το ευρύ κοινό, πέραν των κομματικών στρατών, να χωρίζεται σε στρατόπεδα και μάλιστα με φανατισμό; Μπορεί να στοιχηθούν πίσω από ψευτοδιλήμματα, οι σοβαρές κοινωνικές δυνάμεις; Συγκινεί όλο αυτό το κακοστημένο θέατρο ανταγωνισμού δύο κομμάτων, που συναγωνίζονται ποιο θα είναι το πιο αγαπημένο των ισχυρών, των ελλήνων και ξένων επενδυτών και «επενδυτών», των Ευρωπαίων και των Αμερικανών; Θα συγκεντρώσει ο δικομματισμός τα υψηλά ποσοστά που φαντάζονται κάποιοι; Ή τελικά ο κόσμος θα τους γυρίσει την πλάτη, στέλνοντας μήνυμα ότι δεν πέφτει σε επικοινωνιακές παγίδες και δεν γοητεύεται από «σωτήρες» κάθε είδους, που απλώς ψάχνουν κορόιδα; Διότι το μόνο που φαίνεται να έχει σημασία τελικά είναι οι κοινωνικοί αγώνες. Όχι το σημαδεμένο πολιτικό παιχνίδι.