Και ότι περισσότερο μοιάζουμε στην περίπτωση της Ιταλίας (αδιανόητος αριθμός θανάτων) και λιγότερο σε αυτή της Γερμανίας (εξαιρετικά μικρές απώλειες ανθρωπίνων ζωών).
Δεν είναι μόνο τα σοβαρά λάθη που έγιναν, είτε στον αρχικό σχεδιασμό (πχ νοσοκομεία αναφοράς και όχι χωριστές δομές κ.α.), είτε στη διαχείριση συγκεκριμένων καταστάσεων (πχ περίπτωση Ηλείας, “γνωμάτευση” από ΕΟΔΥ ότι η θεία κοινωνία δεν μεταδίδει τον ιό κ.α.).
Λάθη που προσπαθεί να διορθώσει τώρα ο Μητσοτάκης (χωριστά νοσοκομεία ΜΟΝΟ για κορονοϊό κα.α), επιβάλλει τα απαγορευτικά μέτρα και στην εκκλησία, αυστρηροποιεί τα μέτρα γενικά κλπ.
Είναι κυρίως η έλλειψη ενός επιχειρησιακού κέντρου, που σε συνεργασία με τους επιστήμονες της υγείας, θα ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει. Αποτέλεσμα αυτού είναι, για παράδειγμα, το γεγονός ότι μεσούσης της κρίσης ο πρωθυπουργός αναγκάστηκε να αναθέσει την επιχειρησιακή διαχείριση στην Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, την οποία έκανε υφυπουργείο, «εξαφανίζοντας» σχεδόν το υπουργείο Υγείας και τους φορείς του από το επιχειρησιακό κομμάτι.
Είναι το ότι ακόμη και τώρα ακόμα γίνονται πιθανόν ολέθρια λάθη, όπως η αποφυγή εκτεταμένων ελέγχων στον πληθυσμό για τον εντοπισμό κρουσμάτων. Με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σαφής και συγκεκριμένη εικόνα για την έκταση του προβλήματος (διάδοση της μόλυνσης), παρά μόνο μία γενική βεβαιότητα στους αρμόδιους και μη ότι «ο ιός σαρώνει».
Όπως ορθά είπε ο πρωθυπουργός στο χθεσινό του μήνυμα πρόκειται για έναν πόλεμο με αντίπαλο έναν αόρατο και ύπουλο εχθρό. Ωστόσο ο εχθρός αυτός δεν είναι καθόλου άγνωστος, καθότι εμφανίστηκε στην Κίνα πριν περίπου 4 μήνες και έδωσε «δείγματα γραφής» για το πόσο απειλητικός είναι.
Δεν υπήρξε όμως προετοιμασία. Αρμόδιοι παράγοντες τον θεωρούσαν «απλή γρίπη» για την οποία δεν χρειάζεται πανικός, ούτε καν ανησυχία – ελαφρότητα, ανικανότητα ή και τα δύο;! Με αυτή τη λογική ξεμείναμε από εφόδια, μεταξύ αυτών και από τη δυνατότητα ως φαίνεται να κάνουμε ελέγχους στα ύποπτα κρούσματα – δεν μιλάμε για άλλες ελλείψεις βασικού εξοπλισμού, προσωπικού κ.α.
Έτσι, αντί να το κάνουμε όπως η Γερμανία και η Νότια Κορέα, ακολουθούμε μάλλον το δρόμο της Ιταλίας, απλώς με πιο γρήγορη λήψη των μέτρων περιορισμού του πληθυσμού – σωστή μεν κίνηση, αλλά χωρίς σιγουριά για την επιθυμητή αποτελεσματικότητα καθώς η συμπεριφορά των δύο λαών διακρίνεται από περίπου την ίδια επιπολαιότητα.
Η επιπολαιότητα όμως αυτή είναι αποτέλεσμα και των περιορισμένων τεστ των ύποπτων κρουσμάτων. Όταν κάποιος που έχει κρούσματα δεν κάνει το τεστ, ή οι νεαρές ηλικίες, που περνούν ασυμπτωματικά τη νόσο αποκλείονται από αυτό, δεν αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο και έτσι δεν υπακούν στα περιοριστικά μέτρα, ούτε όμως και αντιμετωπίζονται ανάλογα αυστηρά από το ίδιο το κράτος, παρότι γίνονται «βόμβες μετάδοσης» του ιού.
Γι’ αυτό, ακόμα και στις 16 Μαρτίου, μόλις προχθές, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ένιωθε την ανάγκη να καλέσει όλες τις χώρες να κάνουν εκτεταμένους εργαστηριακούς ελέγχους, ως τον καλύτερο τρόπος για να επιβραδύνουν την εξέλιξη της πανδημίας! «Δεν μπορείς να πολεμάς την πανδημία με τα μάτια δεμένα», προειδοποίησε ο ΠΟΥ ακριβώς την ημέρα που ο δικός μας «αρμόδιο» ΕΟΔΥ, έδινε οδηγία να ελέγχονται μόνο οι βαριές περιπτώσεις και οι ηλικιωμένοι!!!
Όταν πηγαίνεις κόντρα ακόμη και στις συστάσεις του ΠΟΥ μάλλον θα συναντήσεις την Ιταλία, με αριθμό θυμάτων, που φτάνουν σχεδόν εκείνον της Κίνας, παρά τη Γερμανία και τη Νότια Κορέα. Διότι όσο πειστικός κι αν νομίζεις ότι μπορεί να γίνει ο Σπύρος Παπαδόπουλος, ο πόλεμος αυτός, όπως και κάθε πόλεμος, δεν θέλει απλώς επικοινωνία, αλλά και αποτελεσματικά όπλα.
Φυσικά (και) για όλα αυτά είναι επιβεβλημένο το “Μένουμε Σπίτι” και εναρμονιζόμαστε με τις οδηγίες και τις αποφάσεις της Πολιτείας – ούτε παραλίες, ούτε εκκλησίες, ούτε… καφετερίες και άλλες ανοησίες!