Γέμισε η Πάρος και η Νάξος με μαύρα βαν, «αποδομημένους μουσακάδες» στις ταβέρνες, κάτι τεράστια μαύρα φουσκωτά που ενοικιάζονται 1.500 ευρώ την ημέρα για να πας για μπάνιο, γράφουν, και φυσικά έτσι είναι, τα βλέπουμε όλοι. Την ίδια ώρα ξεφυτρώνουν εκατοντάδες οικοδομές που χτίζονται η μία πάνω στην άλλη άνευ στοιχειωδών κανόνων και αισθητικού σχεδίου, τα δωμάτια με τα «βασικά» κοστίζουν πια τον Ιούλιο και τον Αύγουστο 150-200 ευρώ (rooms to let), ενώ τα καλά ξενοδοχεία θέλουν από 600 έως 1.500 ευρώ, όσο το «George V» στο Παρίσι και το «Jumeirah Carlton» στο Λονδίνο.
Τα πάντα είναι πιο ακριβά και ναι, όντως συμβαίνει, ευτυχώς όχι όμως παντού, υπάρχει μια τάση να πουλήσουν δήθεν κοσμοπολιτισμό και «χαϊλίκι» νησιά που ακριβώς προτιμώνται επειδή είναι πιο φτηνά και πιο παραδοσιακά, για να θυμίζουν ξεκάθαρα στον τουρίστα τη χώρα που ήρθε για διακοπές.
Προσοχή, είναι άλλο (με όποια ζητήματα) να είσαι διεθνής προορισμός για jet setters και να ξοδεύεις για να φας μερικές εκατοντάδες ευρώ σε εστιατόρια που συναντάς στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη ή στο Ντουμπάι και άλλο να προσπαθείς να τα μιμηθείς στη Νάξο και στη Σέριφο με «αποδομημένη» χωριάτικη σαλάτα και μουσακά. Καθείς στο είδος του και φυσικά στο πορτοφόλι και στο στυλ του, αλλά σίγουρα δεν θα πάει κανείς στην Κίμωλο να φάει αποδομημένη λαδένια ή πιταράκι!
Ολα αυτά φυσικά που συμβαίνουν στην εξέλιξη του ελληνικού τουρισμού, σε όλα τα τουριστικά μήκη και πλάτη της χώρας, θα τα βρούμε μπροστά μας σε λίγα χρόνια, μπορεί όμως και από την επόμενη σεζόν, αφού πρώτον αυτό που πουλάμε, τον ήλιο, τη θάλασσα, τη μεσογειακή κουζίνα και τη διασκέδαση, το διαθέτουν πολλές άλλες ανταγωνίστριες χώρες. Και τώρα πλέον τα καλά νέα, όπως επίσης και τα κακά, ταξιδεύουν αστραπιαία μέσω των social media.
Η Ελλάδα, τα τελευταία πέντε χρόνια, εκτινάχθηκε ως προορισμός γιατί το Instagram, το fb και οι περίφημοι influencers «ταξίδεψαν» τα υπέροχα τοπία, τις παραλίες και τις εξωτικές εικόνες της με απίστευτη ταχύτητα και εντελώς δωρεάν.
Ο,τι κάνουν 100 καλοί λογαριασμοί στο fb και στο Instagram δεν το κάνουν τα εκατομμύρια της πληρωμένης διαφήμισης. Το ίδιο εύκολα όμως μπορεί και να μας αποδομήσουν (όπως τον μουσακά) και να «χτίσουν» δίπλα μας άλλες αγορές ή απλώς να μας δυσφημήσουν και να μας κάνουν «don’t» από «must». Να ανακαλύψουν και να αποθεώνουν την Κροατία, την Αλβανία, την Τουρκία ή ό,τι να ’ναι, δεν έχει απολύτως καμία σημασία.
Η προσωπική μου εντύπωση είναι ότι κάτι δραματικό δεν θα συμβεί στον ελληνικό τουρισμό για δύο λόγους: ο πρώτος είναι ότι υπάρχει μια διαχρονικότητα στο προϊόν που προσφέρουμε, έχουμε βαθιές ρίζες, πολιτισμό και σχέσεις αιώνων μεταξύ των λαών που έρχονται και αγαπούν την Ελλάδα. Υπάρχουν βέβαια χρονικοί κύκλοι που γίνονται ανά δεκαετίες και γινόμαστε της μόδας ή το χάνουμε, ανοίγουν συνέχεια νέες αγορές όπως της Ινδίας και της Κίνας, άρα υπάρχει άπειρο κοινό για να έρχεται κάθε χρόνο.
Ο δεύτερος είναι ότι οι Ελληνες έχουν ευτυχώς το πλεονέκτημα της αυτοβελτίωσης περίπου το ίδιο αναπτυγμένο με εκείνο της αυτοκαταστροφής, έστω και στο παρά πέντε. Οταν δουν ότι κινδυνεύει η επιβίωση γιατί γίναμε ακριβοί, αφιλόξενοι και εν γένει… αντιτουριστικοί, τότε θα το μαζέψουν και θα συνεχίσουν έστω και με απώλειες.
Αυτό που δεν μαζεύεται και δεν ξαναφτιάχνει είναι το φυσικό περιβάλλον, το οποίο και μπορεί να καταστρέψει όχι μόνο τον τουρισμό, αλλά και την οικονομία, τον πολιτισμό και εν γένει την εικόνα όλης της χώρας. Οι τιμές ανεβαίνουν και πέφτουν ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση, ο ήλιος και η θάλασσα μένουν εκεί, οι υπηρεσίες βελτιώνονται αναλόγως, οι ομπρέλες και οι παράνομες πέργκολες ξηλώνονται, όλα γίνονται, εκτός από το τοπίο αν χαλάσει. Και το τοπίο χαλάει.
Σε αυτό το ζήτημα η Πολιτεία δεν μπορεί να περιμένει και να δρα μόνο κατασταλτικά, δηλαδή να στέλνει τις υπηρεσίες ή τον εισαγγελέα και να γκρεμίζει ή να βάζει πρόστιμα και λουκέτα. Θα πρέπει να εκπονηθούν νέοι, αυστηροί, ενιαίοι ανά γεωγραφική περιοχή πολεοδομικοί κανόνες και σχέδια που να τηρούνται απαρέγκλιτα από όλους.