Το παράδειγμα με το γήπεδο του Παναθηναϊκού στον Βοτανικό δεν είναι το πιο χαρακτηριστικό, ούτε το πιο σοβαρό, αλλά είναι το τελευταίο. Η υπόθεση, γνωστή: μια μικρή ομάδα των μελών του Συλλόγου αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης που πήρε η συντριπτική πλειοψηφία για νέο γήπεδο και προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Μέχρι εδώ όλα καλά. Κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να καταφεύγει στη Δικαιοσύνη όταν θεωρεί ότι αδικείται, ότι κάτι γίνεται λάθος, ότι βλάπτεται το κοινωνικό σύνολο ή το περιβάλλον κ.λπ.
Το πρόβλημα ξεκινάει από εδώ και πέρα και αφορά όχι το ποδόσφαιρο και τους οπαδούς του Παναθηναϊκού, αλλά την Εθνική Οικονομία. Η εκδίκαση της υπόθεσης έχει προγραμματιστεί για τον Ιανουάριο του 2023. Ο εισηγητής της υπόθεσης μπορεί να ζητήσει άπειρες αναβολές (ένας συνάδελφός του είχε πάρει 59 για αντίστοιχη περίπτωση). Στο τέλος μπορεί να την παραπέμψει στην ολομέλεια του ΣτΕ και εκεί να πάρει νέες αναβολές, αφού δεν υπάρχει κανένας χρονικός περιορισμός για την έκδοση της απόφασης. Οσοι έχουν παρακολουθήσει από κοντά ανάλογες περιπτώσεις εκτιμούν ότι για να τελεσιδικήσει μια υπόθεση μπορεί να χρειαστούν και δέκα χρόνια!
Μιλάμε για το μεγαλύτερο και το πλέον διαχρονικό πρόβλημα της Ελληνικής Οικονομίας, δηλαδή την εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης, ώστε να μην προχωρά κανένα δημόσιο ή ιδιωτικό έργο στη χώρα μας. Ποια ανάπτυξη, ποιες επενδύσεις, ποιος εκσυγχρονισμός; Η τακτική της παρακώλυσης με τη μέθοδο της… Δικαιοσύνης κρατάει καθηλωμένη τη χώρα από τη Μεταπολίτευση, έχουν χαθεί τρισ. ευρώ, ενώ τροφοδοτούνται η ανομία, το παρασκήνιο και η συνδιαλλαγή. Δεν υπάρχει μεγάλο έργο που να μην κουβαλάει πάνω του μια μακρόχρονη δικαστική περιπέτεια.
Το ρεκόρ κατέχει η εκτροπή του Αχελώου. Είκοσι δύο ολόκληρα χρόνια χρειάστηκε η Δικαιοσύνη για να καταλήξει σε οριστική απόφαση μετά τις προσφυγές και φυσικά το έργο δεν μπήκε ποτέ σε λειτουργία. Ολοι θυμόμαστε πόσα χρόνια χρειάστηκαν να πάρει μπρος η επένδυση στο Ελληνικό και αν δεν υπήρχε η πολιτική βούληση των τελευταίων κυβερνήσεων δεν θα ξεκινούσε ποτέ. Τα ίδια συμβαίνουν τώρα με την παραχώρηση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά και τον Δήμο Χαϊδαρίου, το Μετρό Θεσσαλονίκης και μια ομάδα τοπικών φορέων, ακόμη και τα… αναδρομικά των συνταξιούχων. Υπήρχαν περίοδοι όπου οι υπουργοί, αντί να κάνουν τη δουλειά τους, προσπαθούσαν να «μοιράσουν την πίτα των έργων» κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συμβιβάζουν τις ανταγωνίστριες κατασκευάστριες εταιρείες για να μην μπλοκάρει η μία τα έργα της άλλης μέσω του ΣτΕ και χαθούν κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ενωσης που έπρεπε ήδη να είχαν απορροφηθεί.
Είναι ντροπή για τους πολιτικούς, κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, που επέτρεψαν όλα αυτά τα χρόνια να διαιωνίζεται αυτή η κατάντια χωρίς να παίρνουν πρωτοβουλία άμεσης και οριστικής λύσης του προβλήματος. Ούτε καν η τρόικα, που βεβαίως είχε διαγνώσει το μέγεθος του προβλήματος, δεν κατάφερε να επιβάλει λύση παρά τις πιέσεις που άσκησε. Η κυβερνητική θητεία της Νέας Δημοκρατίας πλησιάζει στο τέλος της, ακόμη κι αν οι εκλογές γίνουν την άνοιξη του 2023, όπως για πολλοστή φορά επανέλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Υπάρχει όμως ο χρόνος να αναλάβει η υπάρχουσα Βουλή μια ιστορική πρωτοβουλία για την επιτάχυνση της Δικαιοσύνης.
Φωνές ακούγονται από παντού, διάθεση υπάρχει, αποτελεσματική λύση μπορεί να βρεθεί. Μια νομοθετική ρύθμιση χρειάζεται που θα ορίζει αυστηρά χρονικά όρια για την έκδοση των δικαστικών αποφάσεων σε όσες περιπτώσεις υπάρχουν προσφυγές από θιγόμενους. Στο εύλογο επιχείρημα των δικαστών «είμαστε λίγοι, οι υποθέσεις πολλές και δεν έχουμε εξειδικευμένα στελέχη για να εκτιμήσουμε των ισχυρισμούς των εμπλεκομένων», η απάντηση της Πολιτείας πρέπει να είναι άμεση. Να προσληφθούν δικαστές, τόσοι όσοι χρειάζονται για να ανταποκριθούν στις ανάγκες και να πλαισιωθούν με ειδικούς επιστήμονες που θα βοηθήσουν το έργο τους με μία και μόνη προϋπόθεση. Καμία απόφαση να μην εκδίδεται πέραν του εξαμήνου από την κατάθεση της προσφυγής.
Το δήθεν επιχείρημα ότι οι προσλήψεις κοστίζουν, μάλλον ως ανέκδοτο μπορεί να χαρακτηριστεί. Τα χρήματα που χάνει η Εθνική Οικονομία από αυτές τις καθυστερήσεις κοστίζει χιλιάδες φορές περισσότερα. Αν ο πρωθυπουργός το αποφασίσει και το κάνει πράξη, θα έχει γράψει πραγματικά ιστορία.