Ολα δείχνουν ότι η ανθρωπότητα έχει μπει σε μια εξαιρετικά επικίνδυνη ιστορική φάση. Ο κόσμος χωρίζεται σε ανταγωνιστικούς πόλους και οι χώρες καλούνται να διαλέξουν στρατόπεδο. Μέσα στο εύφλεκτο γεωπολιτικό σκηνικό έχει ήδη ξεκινήσει μία από τις χειρότερες οικονομικές περιόδους της μεταπολεμικής περιόδου. Ερχεται εκτεταμένη φτωχοποίηση, η οποία θα προέλθει από την ακρίβεια, που μειώνει το πραγματικό εισόδημα, σε συνδυασμό με την οικονομική ύφεση και την αύξηση της ανεργίας, την οποία θα προκαλέσουν συνειδητά οι κεντρικές τράπεζες.
Οι τελευταίες έχουν την ευθύνη να ρυθμίζουν τη νομισματική πολιτική με βασικό εργαλείο τα επιτόκια και είναι εντελώς ανεξάρτητες καθώς δεν λογοδοτούν σε κανέναν για τις αποφάσεις τους, ούτε καν στις κυβερνήσεις που διορίζουν τις ηγεσίες τους.
Την περασμένη εβδομάδα οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες ανακοίνωσαν επισήμως ότι η εποχή του χαμηλού πληθωρισμού τελείωσε. Ανήγγειλαν ότι ετοιμάζονται να «δώσουν πόνο» αυξάνοντας απότομα το κόστος του χρήματος (με υψηλότερα επιτόκια) για να «σκοτώσουν» την οικονομική ανάπτυξη, προκαλώντας συνειδητά στασιμότητα, ύφεση και ανεργία. Ο στόχος τους είναι να πλήξουν την κατανάλωση, έτσι ώστε να περιοριστεί η ζήτηση αγαθών που βρίσκεται σε ανισορροπία με την προσφορά και προκαλεί άνοδο των τιμών (πληθωρισμός).
Η μεγάλη «αγωνία», μάλιστα, των κεντρικών τραπεζών είναι να μην περάσουν αυξήσεις μισθών στην οικονομία, διότι εάν συμβεί αυτό η ζήτηση θα αυξηθεί και οι πληθωριστικές πιέσεις θα ενισχυθούν αντί να καταπολεμηθούν. Θεωρείται, μάλιστα, θετικό το γεγονός ότι η διαπραγματευτική δυνατότητα των εργαζομένων έχει υποχωρήσει τις τελευταίες δεκαετίες και τα συνδικάτα δεν είναι σε θέση να διεκδικήσουν μισθολογικές αυξήσεις για να καλύψουν τις απώλειες αγοραστικής δύναμης που προκαλεί ο πληθωρισμός.
Με απλά λόγια, οι κεντρικές τράπεζες με την απότομη αύξηση επιτοκίων που αναγγέλλουν εργαλειοποιούν τη φτωχοποίηση, την ανεργία και τις πτωχεύσεις επιχειρήσεων. Προειδοποιούν, μάλιστα, ότι εάν δεν το κάνουν ο πληθωρισμός θα ξεφύγει και εάν συμβεί κάτι τέτοιο θα χρειαστεί να αυξήσουν τα επιτόκια σε επίπεδα της τάξεως του 20%, όπως είχε κάνει το 1980 η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) επί προεδρίας Πολ Βόλκερ.
Ο Βόλκερ πέρασε στην Ιστορία ως ο άνθρωπος που νίκησε τον πληθωρισμό, αλλά η ύφεση που προκάλεσε στην οικονομία έριξε στο καναβάτσο τη μεσαία τάξη καθώς και ολόκληρους βιομηχανικούς κλάδους στις ΗΠΑ οι οποίοι ποτέ δεν ανέκαμψαν.
Η αλήθεια είναι ότι οι κεντρικές τράπεζες έχουν χάσει την αξιοπιστία τους. Δεν διέγνωσαν έγκαιρα το εύρος και το μέγεθος του προβλήματος του πληθωρισμού και τώρα επικαλούνται τον πόλεμο και το τέλος της παγκοσμιοποίησης ως έκτακτες καταστάσεις οι οποίες δεν υπήρχαν μέχρι το τέλος του 2021, όταν όλοι μαζί ακόμη αναφωνούσαν ότι… ο πληθωρισμός ήταν παροδικός. Πολλοί οικονομολόγοι προειδοποιούσαν για το αντίθετο, αλλά οι κεντρικοί τραπεζίτες τούς αγνόησαν. Τώρα που οι κεντρικές τράπεζες οδηγούνται σε υπεραντίδραση, πολλοί οικονομολόγοι προειδοποιούν για τον κίνδυνο να γίνει ζημιά στην οικονομία και να επέλθει νέος κύκλος ύφεσης από την οποία δεν θα υπάρχει διέξοδος.
Ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν, μάλιστα, έκανε λόγο για επικίνδυνο… σαδο-μονεταρισμό. Το βέβαιο είναι ότι τις συνέπειες της σκληρής νομισματικής πολιτικής που θα εφαρμοστεί θα τις πληρώσουν οι πιο αδύναμοι κρίκοι, οι οποίοι είναι οι εργαζόμενοι και γενικότερα τα μεσαία στρώματα. Δεν είναι δε καθόλου απίθανο οι συνέπειες να είναι πολύ χειρότερες από εκείνες της προηγούμενης κρίσης.
Ουδείς μπορεί να προβλέψει αν η νέα νομισματική πολιτική παρά το δεδομένο υψηλό κόστος θα επιτύχει να σταματήσει τον πληθωρισμό.
Είναι σαφές, όμως, ότι τα συμφέροντα των εργαζομένων και των απλών ανθρώπων λείπουν από την εξίσωση της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής την οποία υποτίθεται ότι επιλύουν κάποιοι «σοφοί» τεχνοκράτες που διαπραγματεύονται πίσω από κλειστές πόρτες, χωρίς διαφάνεια και χωρίς λογοδοσία – και με πολλά λάθη στο παθητικό τους.
Οι απλοί άνθρωποι καλούνται να υποστούν τις συνέπειες των επιλογών αυτών αδιαμαρτύρητα, χωρίς αντιδράσεις και διαδηλώσεις, αλλά και να θεωρούν εαυτούς ευτυχείς εάν παρότι φτωχότεροι και ίσως πεινασμένοι… καταφέρουν τουλάχιστον να βρεθούν έξω από τα θέατρα των πολεμικών συγκρούσεων που επωάζονται ανά τον πλανήτη.