search icon

Γνώμες

Εμείς και οι αμερικανικές εκλογές

Θα λέγαμε ότι διεθνώς στην πολιτικοεπιχειρηματική παγκόσμια κοινότητα «το ρολόι σταματάει μία φορά στα τέσσερα χρόνια», όταν όλοι αναμένουν την εκλογή του νέου προέδρου των ΗΠΑ

Ως η πλέον ισχυρή Δημοκρατία στη Νεότερη Ιστορία, είναι φυσικό να επηρεάζονται τα πάντα όχι τόσο από ένα από τα δύο κόμματα που θα κερδίσουν τις εκλογές, αλλά από το πρόσωπο, τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών που από τη θέση του αλλά και εκ του αμερικανικού Συντάγματος συγκεντρώνει απόλυτες εξουσίες για όλα. Για τον πλανήτη.

Σε αυτή την αναμέτρηση που θα γίνει την ερχόμενη Τρίτη σε όλη την αμερικανική επικράτεια ένα είναι βέβαιο, ότι ποτέ άλλοτε δεν είναι τόσο επιφυλακτικοί όλοι όσοι ασχολούνται με την πολιτική -εντός και εκτός της χώρας- για το αποτέλεσμα. Πάντοτε τα τελευταία χρόνια σε αυτές τις αναμετρήσεις, και με δεδομένο ότι ανταγωνίζονται μόνο δύο μεγάλα κόμματα, δεν υπήρχε εύκολα ξεκάθαρο φαβορί, αλλά όχι τόσο όσο σήμερα.

Ακόμα και το 2016, όταν η κοινή γνώμη παγκοσμίως αιφνιδιάστηκε γιατί βγήκε ο Τραμπ αντί για τη Χίλαρι Κλίντον, οι πιο μυημένοι στα αμερικανικά εσωτερικά πολιτικά δρώμενα μπορούσαν να διακρίνουν το ρεύμα του ιδιόρρυθμου κροίσου που κέρδισε τότε με τα reality shows της τηλεόρασης, τον καταιγισμό ψευδών ή ημιψευδών μηνυμάτων στα social media για τον… «Πάπα που ψηφίζει Τραμπ» και τον ασύγκριτο λαϊκισμό του.

Ας μην ξεχνάμε και την ιδιαιτερότητα του αμερικανικού εκλογικού νόμου, που μπορεί ανέτως να κερδίσει σε ψήφους ο ένας υποψήφιος, αλλά να εκλεγεί ο άλλος που κέρδισε τις κρίσιμες Πολιτείες, που ναι μεν φαίνεται ακατανόητο σε πολλούς Ευρωπαίους πολίτες, αλλά αυτό είναι κι έτσι προβλέπει το αμερικανικό Σύνταγμα, έτσι θα προκύψει ο νέος πρόεδρος.

Ας πάμε όμως στην ουσία. Αν εκλεγεί η Χάρις, λίγο πολύ είναι αναμενόμενα όσα θα επακολουθήσουν, μια βαθιά ανάσα στην Ευρώπη αλλά και σε αρκετά στρατηγικά κέντρα αποφάσεων διεθνώς γιατί, κατά κάποιον τρόπο, οι πολιτικές των Δημοκρατικών θα έχουν μια συνέχεια. Αλλωστε η Κάμαλα είναι γνωστό ότι τα τελευταία δύο χρόνια, και λόγω της ηλικίας του Μπάιντεν, ήταν περισσότερο αναμεμειγμένη στο «τιμόνι της χώρας». Σε κάθε περίπτωση, θα υπάρχει μια συνέχεια.

Το θέμα μας, όπως άλλωστε και όλου του υπόλοιπου κόσμου, φυσικά είναι ο Τραμπ. Και γίνεται περισσότερο «θέμα» όσο περνούν οι μέρες και έρχεται η ώρα της κάλπης, αφού η αίσθηση που αρχίζει να κυριαρχεί είναι ότι θα κερδίσει τη μάχη ή, έστω, ότι έκανε το απόλυτο ντέρμπι τις τελευταίες ημέρες.

Δεν ξέρω, λοιπόν, αν η Ιστορία επαναλαμβάνεται αρκετές φορές ως φάρσα, που λέει το κλισέ, αλλά εδώ… η φάρσα του Τραμπ σίγουρα αν εφαρμόσει όσα λέει για την αμερικανική οικονομική πολιτική έναντι της Ευρώπης μόνο φάρσα δεν θα είναι. Αν ας πούμε ο Τραμπ αθροίσει τους εξαγωγικούς περιορισμούς που λέει ότι θα κάνει στην Ευρώπη και μάλιστα στους Γερμανούς, που βρίσκονται σε οικονομική στενότητα ειδικά μετά τον πόλεμο με τη Ρωσία και το κόψιμο του φθηνού φυσικού αερίου, τότε θα έχουμε ένα «δύσκολο φεγγάρι» για όλους εμάς.

Φυσικά ο Τραμπ λέει πολλά προεκλογικά, όπως ότι με μία επίσκεψη στο Τελ Αβίβ και άλλη μία στη Μόσχα ή στο Κίεβο θα λήξει τους πολέμους, αλλά ποιος τον πιστεύει όσον αφορά τουλάχιστον το άμεσο αποτέλεσμα. Αντιθέτως, ουδείς μπορεί να αποκλείσει ότι ο Τραμπ, με βάση τις θέσεις του, δεν θα επιχειρήσει να περιορίσει ή και να τερματίσει τη χρηματοδότηση και τα όπλα στο Κίεβο, με αποτέλεσμα να συνθηκολογήσουν οι Ουκρανοί. Και στη συνέχεια οι Ευρωπαίοι που ούτε αντέχουν ούτε και συμφωνούν όλοι να πληρώνουν.

Για εμάς τους Ελληνες σίγουρα δημιουργούνται όχι μόνο τα ίδια (ως Ευρωπαίοι), αλλά και πρόσθετα ερωτηματικά όσον αφορά τη στάση της νέας αμερικανικής κυβέρνησης στα Ελληνοτουρκικά. Ασπρο ή μαύρο δεν υπάρχει, γιατί απλούστατα η Ελλάδα δεν είναι όπως ήταν το 2019, αλλά πολύ ισχυρότερη στη διεθνή σκηνή, στη διπλωματική της θέση, κυρίως όμως στη στρατιωτική. Δεν είναι η χώρα τόσο αδύναμη πλέον έναντι της Τουρκίας στα αμυντικά και δεν θα είναι όσο περνάνε τα χρόνια και παραλαμβάνουμε σύγχρονο οπλισμό. Από το 2019 ταυτοχρόνως δεκάδες διεθνείς επιχειρηματικοί κολοσσοί έχουν εγκατασταθεί, επενδύσει και δημιουργήσει βάσεις στην Ελλάδα, δείχνοντας έτσι έμπρακτα την εμπιστοσύνη τους στη χώρα.

Ας μην ξεχνάμε και τους δικούς μας ανθρώπους εκεί, τους Ελληνοαμερικανούς, που πάντοτε αρκετοί εξ αυτών από θέσεις εξουσίας είτε στους Δημοκρατικούς είτε στους Ρεπουμπλικανούς βοήθησαν την Ελλάδα.

Σε κάθε περίπτωση, σε μια περίοδο με πολλές αβεβαιότητες και ανασφάλειες που ξημερώνει στην Ευρώπη και την Ελλάδα, την οποία θα σημάνει η εκλογή Τραμπ, εμείς εδώ χρειαζόμαστε σταθερότητα. Και καλό θα ήταν μαζί με την κυβερνητική σταθερότητα να υπήρχε και μία εξίσου χρήσιμη «σταθερά» στην αντιπολίτευση. Δεν μοιάζει εύκολο με ό,τι έχουμε δει έως σήμερα, αλλά θα ήταν εθνικά ωφέλιμο.

Exit mobile version