Να το γράψω δίχως περιστροφές, δεν υπάρχει κανείς σχεδόν άνθρωπος, μηδέ εξαιρουμένων στελεχών της κυβέρνησης, που να πιστεύει ότι όλα έγιναν καλά στην εξέλιξη της υπόθεσης των Τεμπών από τις εκλογές του 2023 και μετά, ειδικά όταν όλο το κυβερνητικό σύστημα χαλάρωσε και πίστεψε ότι όλα τελείωσαν μετά το 41% του Μητσοτάκη

Αλλος λίγο, άλλος πολύ, όλοι σχεδόν μιλάνε για λάθη στη διαχείριση εξαρχής με το μπάζωμα άνευ λόγου και δόλου του «crime scene», άλλος για την επικοινωνιακή διαχείριση της υπόθεσης που κατέληξε σε θεωρίες για την κάλυψη λαθρεμπόρων, ακόμα και για δήθεν φόνους, άλλος για την πολιτική τακτική και στρατηγική στην Εξεταστική Επιτροπή, για πολλά μικρά και μεγάλα. Ολα αυτά μαζί συνέθεσαν ένα σκηνικό που κατέληξε στις απίστευτες συγκεντρώσεις πολιτών σε όλη την Ελλάδα, άρα εκ των πραγμάτων κάτι δεν πήγε καλά.

Φεύγοντας από τα λάθη διαχείρισης της υπόθεσης των Τεμπών και την άπειρη ψεκολογία που κυριάρχησε όλες αυτές τις ημέρες, υπάρχει και κάτι πολύ πιο βαθύ και ουσιαστικό που έκανε τον νοήμονα κόσμο να προβληματιστεί. Πρόκειται για αυτό καθαυτό το πόρισμα της Επιτροπής για το ατύχημα, το οποίο περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες την κατάσταση στον ΟΣΕ κυρίως από το 2010 και μετά, αλλά και έως σήμερα, όπως και από τη συνέντευξη του επικεφαλής του ΕΟΔΑΣΑΑΜ, κ. Παπαδημητρίου, σήμερα στο «Πρώτο Θέμα».

Ολα αυτά, λοιπόν, που περιγράφονται στο πόρισμα, αλλά και η πολιτική διαχείριση του τραγικού συμβάντος, είναι μάλλον μη αμφισβητούμενα, υποδεικνύουν και αποδεικνύουν λάθη, παραλείψεις και εγκληματικές αμέλειες, όχι όμως και κάποια οργανωμένη συγκάλυψη ευθυνών από κάποιο πολιτικό ή δικαστικό κέντρο. Προφανώς και χρειάζεται διόρθωση, ανασχηματισμό ή εκπαραθύρωση (μάλλον το δεύτερο) υπευθύνων και αρμοδίων με την υπόθεση και έναν νέο σχεδιασμό ώστε να μπορέσουν τα τρένα να καταστούν ασφαλέστερα και μάλιστα σύντομα, όχι το 2027 που προανήγγειλε ο πρωθυπουργός.

Ερωτάται για παράδειγμα ο κ. Παπαδημητρίου στη συνέντευξή του από τον Δανίκα, αν η καθυστέρηση της επισκευής της τηλεδιοίκησης (που κατέρρευσε στο επίμαχο τμήμα λόγω του «Ντάνιελ») οφείλεται σε λόγους καθαρά γραφειοκρατικούς και όχι σε λόγους ουσίας, δηλαδή τεχνοκρατικούς. Και η απάντηση που παίρνει (ο Δανίκας από τον Παπαδημητρίου) είναι ότι «η νομοθεσία εμποδίζει τη γρήγορη εκτέλεση των έργων, με τον φόβο ότι θα γίνουν απευθείας αναθέσεις ή κάποια ρεμούλα».

Και αναρωτιέται κανείς πώς γίνεται να μη σκέφτηκε ουδείς αρμόδιος ότι αν λειτουργούσε έτσι το Δημόσιο και στην περίοδο της πανδημίας και δεν αγοράζαμε ιατρικά μηχανήματα, εξοπλισμό για Εντατικές ή ακόμα και μάσκες δίχως διαγωνισμούς αλλά με επείγουσες και απευθείας αναθέσεις, πιθανόν να είχαμε πολλές εκατοντάδες ή χιλιάδες νεκρούς παραπάνω. Ή όχι;

Πάμε, όμως, στο σημερινό πολιτικό σκηνικό όπως είναι διαμορφωμένο στη Βουλή και όπως το αντιλαμβάνονται οι πολίτες με βάση όλες τις δημοσκοπικές έρευνες. Υπάρχει ο Μητσοτάκης με την τραυματισμένη αλλά ζωντανή κυβέρνησή του και αναμένοντας σε λίγες ημέρες να δούμε τι μπορεί να κάνει για να επιχειρήσει την ανάταξή της, με όλα τα λάθη και τις αδυναμίες ή τη φυσιολογική ή μη φθορά μιας πενταετίας διακυβέρνησης. Μετά τι υπάρχει όμως; Ο Ανδρουλάκης με τη Ζωή και τον Φάμελλο μαζί; Το κόμμα των Τεμπών, της πλατείας Συντάγματος και των ψεύτικων social media; Μήπως να φωνάξουμε πίσω τον Τσίπρα με τον Καμμένο;

Ολος αυτός ο πολύ κακός συνδυασμός που αποσταθεροποιεί τη χώρα σε πολλά επίπεδα, από τα εθνικά θέματα έως τη διάλυση του κέντρου της Αθήνας, που μετά από δεκαετίες βρίσκεται στην καλύτερή της εικόνα και τουριστική – εμπορική ανάπτυξη, συμβαίνει δυστυχώς σε μία εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία. Την ώρα που δεν υπάρχει καμία «παγκόσμια σταθερά» με την αλλοπρόσαλλη και επικίνδυνη πολιτική Τραμπ προς όλο τον κόσμο, την Ευρώπη που μας ενδιαφέρει πρωτίστως και φυσικά τη στάση που θα ακολουθήσει ο νέος πλανητάρχης σε σχέση με εμάς και την Τουρκία. Δύσκολες ώρες, με αβεβαιότητες που έχουμε να συναντήσουμε από τις εποχές του 2015.