Οι δύο ερωτήσεις που συχνότερα ακούω όταν βρίσκομαι σε μια παρέα είναι «πότε θα γίνουν εκλογές;» και «θα ανέβει το Χρηματιστήριο;». Και φυσικά είναι ερωτήσεις για τις οποίες κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν έχει απάντηση. Οσοι θέλουν να εντυπωσιάσουν απαντούν με εικασίες. Προσωπικά μού έρχεται να τους ρωτήσω «Κι εσένα τι σε νοιάζει;» αλλά θα ήταν προσβλητικό, οπότε απαντώ ξερά: «Δεν ξέρω».
Διότι η αλήθεια είναι ότι το πότε θα γίνουν εκλογές το αποφασίζει μόνο ένας άνθρωπος, ο εκάστοτε πρωθυπουργός, και το αν θα ανέβει ή όχι το Χρηματιστήριο δεν το αποφασίζει ούτε το γνωρίζει κανείς παγκοσμίως, είναι αποτέλεσμα πλήθους παραγόντων που τελικά μοιάζει με τυχαίο και ερμηνεύεται μόνο εκ των υστέρων. Σε αυτές τις δυο ερωτήσεις προστέθηκε πρόσφατα και άλλη μία: «Θα γίνει πόλεμος με την Τουρκία;». Ούτε σε αυτή την ερώτηση υπάρχει σοβαρή και τεκμηριωμένη απάντηση.
Ωστόσο και οι τρεις αυτές ερωτήσεις αντανακλούν την αγωνία των ανθρώπων, οι οποίοι, υποθέτω, γνωρίζουν όταν ρωτάνε ότι ο ερωτώμενος -όπως και οι ίδιοι- δεν γνωρίζει την απάντηση. Ρωτάνε για να ρωτήσουν, για να εκφράσουν την αγωνία τους, χωρίς να ελπίζουν ότι θα πάρουν απάντηση.
Οπως όλοι ξέρουμε, το έχουν διατυπώσει οι Αρχαίοι πιο εύστοχα απ’ όλους: «Κοινή γαρ η τύχη και το μέλλον αόρατον». Κι αυτό εκφράζει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τη σημερινή κατάσταση. Κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει (το μέλλον αόρατο), αλλά αυτό που θα γίνει θα είναι το ίδιο για όλους (κοινή η τύχη).
Μπορεί λοιπόν να μη γνωρίζουμε το μέλλον, γνωρίζουμε όμως μερικές από τις παραμέτρους που θα το διαμορφώσουν. Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι μέσα στους επόμενους 10 μήνες θα έχουν προκηρυχθεί εκλογές. Το αν θα γίνουν τον Οκτώβριο ή την ερχόμενη άνοιξη θα το αποφασίσει ο Μητσοτάκης, ο οποίος στη συνέντευξή του την εβδομάδα που πέρασε επανέλαβε ότι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας και παράλληλα είπε ότι όποτε και να γίνουν εκλογές, εκείνος θα λέει ότι θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας.
Πόση σημασία έχει όμως το αν θα γίνουν εκλογές τον Οκτώβριο ή στο τέλος της τετραετίας; Οσοι θέλουν να αλλάξουμε κυβέρνηση, να φύγει ο Μητσοτάκης, βιάζονται να γίνουν εκλογές θεωρώντας ότι θα χάσει και θα φύγει. Οσοι θέλουν να επανεκλεγεί ο Μητσοτάκης βιάζονται, επίσης, να γίνουν εκλογές, θεωρώντας ότι ο ερχόμενος χειμώνας θα είναι δύσκολος και θα έχει πολιτικό κόστος, άρα καλύτερα να γίνουν τον Οκτώβριο που θα έχει έρθει και το χρήμα του τουρισμού, οπότε η κυβέρνηση θα είναι σε πλεονεκτική θέση. Ολοι δηλαδή βιάζονται να γίνουν εκλογές, έχοντας αντίθετες μεταξύ τους ελπίδες για το αποτέλεσμά τους – και καταλήγουν στο ίδιο ζητούμενο από διαφορετικές οπτικές γωνίες.
Τελικά, όμως, είτε μείνει ο Μητσοτάκης, είτε φύγει και αντικατασταθεί από άλλους, οι συνθήκες θα είναι εξίσου δύσκολες για όλους μας. Και είναι μάλλον απίθανο να διαχειριστεί κάποιος άλλος πρωθυπουργός και κάποια άλλη κυβέρνηση διαφορετικά τα προβλήματα απ’ ό,τι τα χειρίζεται αυτή η κυβέρνηση.
Οποιος κι αν εκλεγεί θα έχει να αντιμετωπίσει τον υψηλό πληθωρισμό, που ακόμη κι αν σταματήσει ο πόλεμος και υποχωρήσει, οι τιμές για τον καταναλωτή θα παραμείνουν παγιωμένες σε υψηλό επίπεδο. Ολοι θα έχουν να αντιμετωπίσουν την ένταση με τους Τούρκους και τον κίνδυνο πολέμου στο Αιγαίο. Ολοι θα έχουν να αντιμετωπίσουν την ενεργειακή κρίση που θα συνεχίζεται εφόσον η Ευρώπη αποφάσισε να ανεξαρτητοποιηθεί από τη ρωσική ενέργεια και επιμένει να εγκαταλείψει τους λιγνίτες και να «πρασινίσει». Ολοι θα έχουν να αντιμετωπίσουν τις γεωπολιτικές αλλαγές που έχουν φέρει την Ευρώπη σε απόλυτη εξάρτηση από τις ΗΠΑ και αυξάνουν τη συνεργασία Ρωσίας – Κίνας.
Η τύχη λοιπόν όλων είναι κοινή, ανεξαρτήτως του αν θα γίνουν εκλογές και του ποιος θα είναι πρωθυπουργός.
Διότι για να αντιμετωπιστούν όλα αυτά τα προβλήματα χρειάζονται συγκεκριμένα μέτρα τα οποία κάθε πρωθυπουργός θα πάρει. Μέτρα στήριξης του εισοδήματος των πιο αδύναμων οικονομικά πληθυσμών, μέτρα τιθάσευσης της κερδοσκοπίας για να μην αυξάνεται πολλαπλασιαστικά ο πληθωρισμός, μέτρα για την αγορά εργασίας και μέτρα για τη στέγαση (που αναδεικνύεται σταδιακά σε μεγάλο πρόβλημα), μέτρα προσέλκυσης επενδύσεων και υποβοήθησης της οικονομικής ανάπτυξης για να αποφευχθεί μια βαθιά και παρατεταμένη ύφεση.
Παράλληλα κάθε κυβέρνηση θα πρέπει να ενισχύει διαρκώς την άμυνα της χώρας, να έχει σε ετοιμότητα τις Ενοπλες Δυνάμεις, να χτίζει συμμαχίες και να δίνει διπλωματικές μάχες. Και όλα αυτά χωρίς τον κορωνοϊό, ο οποίος δεν λέει να μας αφήσει ήσυχους.
Θα τα κάνει καλύτερα από τον Μητσοτάκη ο Τσίπρας ή ο Ανδρουλάκης ή όλοι μαζί; Ο καθένας έχει την άποψή του, αλλά η αλήθεια είναι ότι όλοι είναι αναγκασμένοι να αντιμετωπίσουν τα ίδια προβλήματα. Προβλήματα δύσκολα και ξένα για την εποχή μας όχι μόνο στην Ελλάδα -η οποία είναι και πιο σκληραγωγημένη λόγω πρόσφατων κρίσεων-, αλλά και για όλη την Ευρώπη, η οποία έχει μάθει να λειτουργεί σε συνθήκες μοναδικής παγκοσμίως ευημερίας τις τελευταίες δεκαετίες.
Ως Ευρωπαίοι, πρέπει να αποδεχτούμε ότι οι εποχές του ξένοιαστου καβαλάρη πέρασαν, η Ευρώπη μπήκε θέλοντας και μη στον πόλεμο, η Ευρώπη υποφέρει από καλπάζοντα πληθωρισμό και από ενεργειακή κρίση διαρκείας, η Ευρώπη βρίσκεται στο επίκεντρο μεγάλων γεωπολιτικών αλλαγών τις οποίες δεν καθορίζει αλλά είναι αναγκασμένη να ακολουθεί.
Το πότε θα γίνουν λοιπόν εκλογές, μικρή σημασία έχει, οι εξελίξεις θα τρέχουν και τα προβλήματα δεν μπορούν να λυθούν εγχωρίως, είναι διεθνή, η Ελλάδα δεν καθορίζει τις εξελίξεις και η οποιαδήποτε κυβέρνησή της δεν μπορεί να κινηθεί εκτός της επιβεβλημένης διεθνώς αναγκαιότητας.
Οσον αφορά το αν θα ανέβει το Χρηματιστήριο, η αγαπημένη μου απάντηση, που έχει αποδειχθεί πάντα σωστή, είναι: «Ναι, το Χρηματιστήριο θα ανέβει, εκτός και αν πέσει».