Μόνο για μερικές εβδομάδες κράτησε η συμφωνία της κυβέρνησης – τραπεζών σχετικά με τις προμήθειες. Όπως θα δούμε, οι προμήθειες συνεχίζονται, παραβιάζοντας την σχετική συμφωνία με το Μέγαρο Μαξίμου.
Αντί, όμως, οι τράπεζες να αναλάβουν το επιτοκιακό ρίσκο δανείζοντας τις επιχειρήσεις τιμωρούν τους πελάτες τους με μη επαναλαμβανόμες προμήθειες, όπως λ.χ. στην ανανέωση χρεωστικών καρτών, καθώς και τις συναλλαγές μέσω αυτών.
Συγκεκριμένα, η ανανέωση χρεωστική κάρτας τιμολογείται με 6 ευρώ ενώ ορισμένες τράπεζες τιμολογούν ακόμα και την ανάληψη των ποσών από ταμιευτικούς λογαριασμούς σ’ αυτές τις κάρτες. Επιπλέον, ακόμα και σε μεταφορά ποσών από το εξωτερικό, χρεώνουν τους λογαριασμούς με έξοδα εισερχόμενων εμβασμάτων- όταν μάλιστα οι ξένες τράπεζες δεν έχουν παρακρατήσει καμία προμήθεια!! Σ’ άλλη περίπτωση, οι τράπεζες χρεώνουν την χρησιμοποίηση των AΤΜ, από πελάτες διαφορετικών τραπεζών. Ο κατάλογος σ’ ότι αφορά τις προμήθειες είναι μακρύς, όπως και τα σχετικά τιμολόγια καθώς σε ορισμένες τράπεζες είναι πολυσέλιδες.
Οι πελάτες λοιπόν δεν τυγχάνουν καμίας επιβράβευσης, που δεν χρησιμοποιούν τα γκισέ των τραπεζών και άρα συμβάλλουν στην μείωση των λειτουργικών τραπεζών, στην άνοδο της κεφαλαιακής επάρκειας, αλλά και στην μείωση του προσωπικού.
Αντίθετα, οι πελάτες τιμωρούνται με επιπλέον έξοδα διότι ακριβώς βοηθούν τις τράπεζες και μειώνουν τα έξοδα τους, καθώς δεν προσέρχονται στα γκισέ των τραπεζών.
Οι τράπεζες, όμως, επιβάλλοντας αυτές τις προμήθειες κάνουν κάτι διαφορετικό από την τραπεζική τους δουλειά. Αρκετές από αυτές οι προμήθειες –όπως η ανανέωση χρεωστικής κάρτας- είναι μη επαναλαμβανόμενες. Τα έσοδα λοιπόν, δεν προέρχονται από τις βασικές τραπεζικές εργασίες, όπως την ανάληψη επιτοκιακού ρίσκου. Σ’ αυτήν την περίπτωση, όμως, οι τραπεζίτες δεν είναι τραπεζίτες, αλλά δημόσιοι υπάλληλοι. Και μάλιστα δημόσιοι υπάλληλοι οι οποίοι συνεχίζουν να αμείβονται από την φορολογία των πολιτών.