Φωνάζουν κάθε τρεις και λίγο οι του ΣΥΡΙΖΑ πως “η ΝΔ έχει γίνει ένα ακροδεξιό κόμμα”.
Με αλλοίωση δηλώσεων στελεχών της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με υπερπροβολή πολιτικών όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Μάκης Βορίδης που κάθε άλλο παρά ακραία μιλούν, με πεδίο κριτικής το Μακεδονικό και με το αφήγημα πως «ο Αντώνης Σαμαράς είναι επίσης ένας δεξιός πολιτικός» φιλοτεχνούσαν μέχρι πρόσφατα μια εικονική πραγματικότητα για ένα κόμμα εξόχως αστικό και ουδόλως ακραίο.
Εξάλλου αν στην κυβέρνηση ψάχνουν άκρα, καλό είναι να κοιτάξουν προς τις δηλώσεις Καμμένου.
Αφού τα παραπάνω ως σενάρια δεν βγήκαν, τώρα το νέο εφεύρημα είναι πως η ΝΔ ετοιμάζεται επιμελώς να εντάξει στα ψηφοδέλτια προσωπικότητες του Κινήματος Αλλαγής όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Ανδρέας Λοβέρδος κ.ά.
Αφορμή το πρόσφατο άρθρο του Αντώνη Σαμαρά που μιλούσε για «υπέρβαση και για προοπτική μεγάλης σύγκλισης». Μιας σύγκλισης που έχει ήδη ξεκινήσει από την περίοδο 2014- 15 στα χρόνια δηλαδή της συγκατοίκησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ.
Σε πρώτη ανάγνωση, τα στελέχη του Μεγάρου Μαξίμου και της Κουμουνδούρου θα πρέπει να κοιτάξουν τις επικοινωνιακές γραμμές και τη στρατηγική τους. Κι αυτό διότι όλοι θα συμφωνήσουν πως ακροδεξιά ΝΔ με ταυτόχρονο κάλεσμα προς κεντρώους πολιτικούς δεν γίνεται. Κάτι τους έχει ξεφύγει εκεί λοιπόν στο πρωθυπουργικό Μέγαρο, το οποίο οφείλουν να το δουν.
Σε μια δεύτερη ανάγνωση όμως, ως προς το σκέλος της κεντρώας στροφής της ΝΔ και του άρθρου Σαμαρά κι όχι τόσο της σύγκλισης με συγκεκριμένα πρόσωπα, τολμώ να πω πως η ανάλυση του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι εντελώς λάθος. Όντως, το τελευταίο διάστημα η στρατηγική Μητσοτάκη είναι αυτή. Πρόκειται για ένα άνοιγμα στοχευμένο προς τα κεντρώα του πολιτικού φάσματος. Ένα άνοιγμα σοβαρό, λογικό, αναγκαίο, το οποίο πραγματοποιείται με πειθαρχία και σχέδιο. Που δεν αφορά κατ’ ανάγκη την ομάδα Βενιζέλου, όμως εδράζεται σε μια κοινωνική ανάγκη. Ένα σχέδιο που ανακατεύει την τράπουλα και γι’ αυτό ανησυχεί τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η αρχή έγινε το Φεβρουάριο με την προσχώρηση στη ΝΔ της Κατερίνας Μάρκου από το Ποτάμι. Μια προσχώρηση που έδειξε τη νέα πολιτική γραμμή. Ακολούθησε το άνοιγμα του Κυριάκου Μητσοτάκη προς τον κεντρώο χώρο στο ιδρυτικό συνέδριο του Κινήματος Αλλαγής. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν που είχε τονίσει πως «είναι πολλά τα σημεία που αξίζει να συναντηθούμε».
Στη συνέχεια, ο Αντώνης Σαμαράς ήλθε να θυμίσει τον άριστο τρόπο συνεργασίας ΝΔ – ΠΑΣΟΚ σε μια περίοδο που πολλοί φαντασιώνονται διαφοροποιήσεις του πρώην πρωθυπουργού από την πολιτική Μητσοτάκη. Αποδεικνύοντας ο τέως πρωθυπουργός ότι όπου μπορεί να βάλει πλάτη στον πρόεδρο της ΝΔ το κάνει, όχι μόνο έκλεισε με το άρθρο του τη φημολογία αυτή, αλλά απέδειξε πως ο ίδιος ξέρει τον τρόπο να παρέχει βοήθειες όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο. Αν και καθαρά δεξιός πολιτικός, ο Αντώνης Σαμαράς είναι που ανοίγει τη συζήτηση για έναν δεύτερο γύρο συγκυβέρνησης ΝΔ – αστικής Κεντροαριστεράς.
Κι αυτά ενώ πολλοί είναι εκείνοι που εισηγούνται στον Κυριάκο Μητσοτάκη να μετακινηθεί δεξιότερα. Αρκετοί θεωρούν πως η σύγκλιση ακόμα και με ένα μέρος των μετανιωμένων – δήθεν – ΑΝΕΛ ή με δυνάμεις της λαϊκιστικής δεξιάς θα φέρουν οφέλη.
Όμως η στρατηγική προς το κέντρο είναι η σωστή.
Κι αυτό διότι το κέντρο είναι η μεγάλη δεξαμενή από την οποία η ΝΔ μπορεί να αντλήσει αστείρευτες πολιτικές δυνάμεις. Εκεί κρίνονται οι εκλογικές αναμετρήσεις κι εκεί θα κριθεί και η επόμενη αναμέτρηση.
Η λαϊκιστική δεξιά έχει ήδη παίξει τα χαρτιά της κι έχασε. Ο ριζοσπαστικοποιημένος κόσμος που ψήφισε Χρυσή Αυγή και ΑΝΕΛ δύσκολα θα επιστρέψει. Όσοι ψήφισαν ΟΧΙ στο δημοψήφισμα και πιστεύουν σε θεωρίες συνωμοσίας, στην καλύτερη περίπτωση θα πάνε σε αποχή, αν δεν στραφούν εκ νέου σε άλλα ακραία πολιτικά μορφώματα όπως το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου, αυτό του Βαρουφάκη, εκ νέου στη Χρυσή Αυγή ή σε νέα κόμματα της λαϊκιστικής Δεξιάς όσο κι αν αυτά τελικά δεν θα μπουν στην επόμενη Βουλή. Κάποιοι σαφώς θα επαναπατριστούν αναγνωρίζοντας τα λάθη τους, όμως αυτολί δεν θα έλθουν λόγω προσώπων. Θα επιστρέψουν ούτως ή άλλως.
Η πολιτική δουλειά που πρέπει να γίνει είναι αυτή που η ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης προωθεί. Η στροφή προς μια ΝΔ περισσότερο κεντρώα και μοντέρνα. Μια ΝΔ την οποία είχαμε δει να αποδίδει εκτός της συγκυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου και στην περίοδο Καραμανλή με την περίφημη στρατηγική του «μεσαίου χώρου». Μια στρατηγική που έδωσε στη ΝΔ μια πολυετή κυριαρχία.
Αυτή η στρατηγική επιβάλλεται εξάλλου και από τις ζυμώσεις στην κεντροαριστερά.
Το Κίνημα Αλλαγής – δυστυχώς – έχει χάσει την αρχική ορμή του. Το φλερτ με τον ΣΥΡΙΖΑ και η στρατηγική του δήθεν διμέτωπου αγώνα δεν πείθουν κανένα. Κι αυτό διότι μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων του πρώην ΠΑΣΟΚ έχουν τη βαθιά πεποίθηση πως ο Αντώνης Σαμαράς με τον Βαγγέλη Βενιζέλο τα πήγαν καλά. Έσωσαν τη χώρα από τον γκρεμό. Λογικό λοιπόν είναι οι ψηφοφόροι του κέντρου που χλευάστηκαν στα καφενεία και καταγγέλθηκαν ως «Γερμανοτσολιάδες» να θέλουν μια πολιτική ρεβάνς. Να μη συναινούν με σχέδια προσέγγισης προς την Κουμουνδούρου ή με την αποστασιοποίηση από το πρόσφατο, θετικό κοινό κυβερνητικό παρελθόν με τη ΝΔ.
Στον κόσμο αυτό λοιπόν, η ΝΔ ανοίγει ένα παράθυρο.
Τους προσκαλεί να την ψηφίσουν. Κι αυτό γίνεται με μια λογική σύγκλισης προς το κέντρο που θα συνεχιστεί εκτός της προσχώρησης κι άλλων στελεχών από αυτό το χώρο στα ψηφοδέλτια και με δράσεις που θα συζητηθούν. Όχι με την προσχώρηση παρωχημένων ακροδεξιών ή λαϊκιστών που ανήκουν στο χρονοντούλαπο της πρόσφατης πολιτικής ιστορίας.