Θα μου επιτρέψετε σήμερα να ασχοληθώ με τα «δικά μου». Να σας εξομολογηθώ τον πόνο μου.
Από τις αρχές της επαγγελματικής μου σταδιοδρομίας στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και πιστεύοντας ειλικρινά στις δυνάμεις μου και στην ιδιωτική οικονομία, αποφάσισα πως δεν με ενδιέφερε ο Δημόσιος τομέας. Όχι πως έχω τίποτα με τους εργαζόμενους εκεί. Οι άνθρωποι με αξιοπρέπεια κάνουν τη δουλειά τους και πολλές φορές – δυστυχώς όχι πάντα και όχι όλοι – παλεύουν υπό αντίξοες συνθήκες.
Αν και ευκαιρία μου προσφέρθηκε (να εργαστώ στους σιδηροδρόμους) αποφάσισα πως μου ταίριαζε καλύτερα η ελεύθερη αγορά και ξεκίνησα να εργάζομαι ως free lancer ρεπόρτερ. Από την αρχή λοιπόν και πριν καν μπω σε μισθολόγιο εξέδωσα στην εφορία το γνωστό σε όλους «μπλοκάκι». Έκοβα τιμολόγια κι έτσι κέρδιζα τη ζωή μου. Στην πορεία ήλθαν προτάσεις που με οδήγησαν και στη μισθωτή εργασία, όμως θεωρώντας πάντοτε πως έχω παραπάνω δυνάμεις, εργαζόμουν σε περισσότερους από έναν εργοδότες με φιλοδοξία να κερδίσω ένα καλύτερο οικονομικά μέλλον. Το μπλοκ παροχής για εμένα ήταν ο τρόπος να κερδίζω ΦΑΝΕΡΑ ένα επιπλέον εισόδημα και να βελτιώνω τη ζωή μου.
Δεν έκλεψα, δεν συμμετείχα σε πάρτι με δημοσιογραφικές μίζες, δεν έπαιρνα από άποψη «μαύρα» και τολμώ να πω ότι σε πείσμα όσων θέλουν όλα να τα περιγράφουν ως άθλια και καταστροφικά, χάρη σε 15ώρη εργασία εδώ και 23 χρόνια, δεν τα πήγα κι άσχημα. Πλούσιος δεν έγινα. Με αξιοπρέπεια όμως ζούσα και ζω την οικογένεια μου. Η κρίση όπως όλους με επηρέασε. Μαζεύτηκα. Όμως δίχως γκρίνιες και χάσιμο χρόνου (ποτέ δεν υπήρξα οπαδός του δόγματος κάνω κριτική, βροντοχτυπώ τις χάντρες όμως αφήνω τις ευκαιρίες χαμένες) το πάλευα. Κόστος σε όλα αυτά ήταν πως έβλεπα και βλέπω λίγο την οικογένεια μου και τρεις – τέσσερις φορές που κινδύνευσε η υγεία μου από υπερκόπωση. Α να μην ξεχάσω και τις συχνές κρίσεις άγχους, κληρονομιά των πιέσεων. Όμως δεν μετανιώνω για κάτι καθώς επιλογή μου ήταν να δουλεύω με φανατισμό κι αγάπη για αυτό που κάνω, σκληρά και αδιάκοπα.
Το πρώτο ισχυρό πλήγμα για τα προσωπικά μου οικονομικά ήλθε με τον ΕΝΦΙΑ όμως ο φόρος αυτός κατορθώθηκε να ξεπεραστεί με παραπάνω εργασία – αν και σαφώς με χαμηλότερες αμοιβές. Το Άγιο «μπλοκ παροχής υπηρεσιών» ήταν η εναλλακτική. Το αποκούμπι μου. Φόρους εσείς; Περισσότερη εργασία για να ανταπεξέλθω εγώ αν και με πιο κακές αμοιβές. Εξάλλου οι κόποι ετών και το σχετικά καλό θέλω να πιστεύω όνομα που έκανα στην αγορά μου, με βοηθούσαν να βρίσκω δουλειές. Εκεί που τα γκρίζα σύννεφα ήλθαν όμως ήταν με τις παρεμβάσεις Κατρούγκαλου. Ο μισθός μου αναγκαστικά λόγω εισφορών αλληλεγγύης κι άλλων τινών, παρά τη συνέπεια στις πληρωμές των εργοδοτών μου (πράγμα όχι τόσο αυτονόητο από μόνο του) μειώθηκε «εκ του νόμου» δραστικά. Και πάλι όμως είχα το «μπλοκ» που βοηθούσε. Λιγότερο από παλιά, όμως ήταν εκεί. Σύμμαχος. Μια εναλλακτική.
Ώσπου ήλθε ο ΕΦΚΑ και σάρωσε τα πάντα.
Από επαγγελματίας με αξιοπρέπεια, βρέθηκα να έχω ξαφνικά στο κεφάλι ένα αδικαιολόγητο μηνιαίο χαράτσι ύψους ενός μικρού μισθού. Επρόκειτο για μια επιβάρυνση που ουσιαστικά ερχόταν να μου πει το εξής: «δούλεψε λιγότερο». Για να είμαι ειλικρινής δεν υπήρξα από εκείνους που έσπευσαν να κλείσουν το μπλοκ παροχής τους άμεσα μόλις ο νόμος ψηφίστηκε. Το πάλεψα για μήνες. Όμως από την Τετάρτη παρέδωσα τα όπλα. Γιατί για εμένα το μπλοκ παροχής υπηρεσιών δεν ήταν κάτι άυλο. Ένα όπλο αγώνα για καλύτερη ζωή ήταν. Το «εργαλείο» μου για να μείνω όρθιος στην κρίση. Κι εγώ που αγωνίστηκα και τίποτα δεν μου χαρίστηκε επί τόσα χρόνια, αισθάνομαι ηττημένος. Έχασα από ένα αδηφάγο κι άδικο Κράτος. Παρά τις υψηλές εισφορές που η Πρώτο Θέμα ΑΕ πληρώνει κάθε μήνα και με συνέπεια για λογαριασμό μου, ο κ. Κατρούγκαλος και η κα. Αχτσιόγλου ήθελαν να πληρώνω ασφάλιση και για το μπλοκ. Λες και θα λάβω ποτέ δεύτερη σύνταξη. Ουσιαστικά, με τιμώρησαν γιατί εργάστηκα. Ουσιαστικά ήλθαν να μου πουν να μην δουλεύω επιπλέον, να φτωχοποιηθώ ή αν επέλεγα να συνεχίσω να εργάζομαι με δελτίο παροχής υπηρεσιών θα έπρεπε να αποδεχθώ ότι δεν θα είχα καμία επιπλέον ανταμοιβή πέραν της «ηθικής» ότι θα πλήρωνα την ασφάλιση ενός άλλου συμπολίτη μου. Γιατί καλό είναι να μη λέμε ψέματα: αυτό έκανε η συγκεκριμένη κυβέρνηση. Φόρτωσε όσους απέμειναν να εργάζονται με τα βάρη των δικών της αστοχιών. Μας φόρτωσαν με την ευθύνη να εξασφαλίσουμε δια της δικής μας εργασίας, τις συντάξεις εκείνων που δεν κόβουν αποδείξεις, που φοροδιαφεύγουν ως «καταφερτζήδες» ή όσων δεν είχαν φιλοδοξίες στη ζωή τους κι αποφάσισαν να εργάζονται πιο λίγο.
Και αυτό που λέω δεν είναι κάτι αβίαστο. Αγαπημένο μου φιλικό πρόσωπο που έχει ξεχάσει τι σημαίνουν «λευκά χρήματα» αφού δουλεύει εδώ και χρόνια με μαύρα μιας και δεν κόβει πουθενά και σε κανέναν αποδείξεις, μου έλεγε περιχαρής πως «ο Τσίπρας τον έσωσε με τον ΕΦΚΑ» και πως «μειώθηκαν οι εισφορές του». Κι έτσι είναι. Οι καταφερτζήδες – μπαταχτσήδες επιβραβεύτηκαν και οι συνεπείς που δηλώναμε τα πάντα, τιμωρηθήκαμε. Όπως το ίδιο συμβαίνει και με τις ρυθμίσεις στις εφορίες ή στα κόκκινα δάνεια στις οποίες εντάσσονται εκτός των όσων όντως βρέθηκαν πράγματι σε ανάγκη, τα κάθε καρυδιάς καρύδια.
Η φορολογοποίηση του ασφαλιστικού, το πνίξιμο των άξιων ανθρώπων που δεν ζητούν να τους χαριστεί τίποτα και με πίστη στις προσωπικές τους δυνάμεις και υπερεντατική εργασία αγωνίζονται, είναι η χειρότερη λοιπόν ζημιά που αυτή η κυβέρνηση μετά τις μειώσεις των συντάξεων έκανε.
Τελειώνοντας με το προσωπικό – ασφαλιστικό μου δράμα λοιπόν, θέλω να σταθώ περισσότερο στην αντιπολίτευση και λιγότερο σε μια κυβέρνηση με αδυναμία κατανόησης του τι πράττει και της ζημιάς που επιφέρει στους επαγγελματίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ κατά τη γνώμη μου ήδη ανήκουν στην ιστορία εξάλλου, απλά δεν το γνωρίζουν κι όπως κάθε κυβέρνηση έχουν γαντζωθεί στην εξουσία ξεχνώντας την τύχη που νομοτελειακά τους έρχεται. Θα πω στα κόμματα της αστικής αντιπολίτευσης πως η ώρα της καταγγελίας τελειώνει. Θα τους πω ότι ο πολίτης χρειάζεται πλέον προτάσεις μείωσης των φόρων, εξορθολογισμού του Κράτους, βελτίωσης της καθημερινότητας. Το τι είναι ο Αλέξης Τσίπρας και οι Κατρούγκαλοι του το ξέρουμε πλέον καλά. Τα ψέματα τα μάθαμε. Τις συνέπειες τις βιώνουμε. Το μέγα ζητούμενο είναι με ρεαλιστικές και αληθινές λύσεις, να βγούμε από τα αδιέξοδα. Να ελαφρυνθούν τα βάρη. Να βρούμε ουσιαστικό τρόπο βελτίωσης των ζωών μας. Μια ακόμη εναλλαγή στην εξουσία που θα περιλαμβάνει «τα ίδια» δεν μας αφορά. Θέλουμε αλήθειες που θα οδηγούν σε αποτελέσματα. Κι αυτό διότι εμείς, η ράτσα των «συνεπών πολιτών» βαρεθήκαμε να πληρώνουμε τους άλλους. Τα λαμόγια, τους λίγους, τους «καταφερτζήδες».