Με τη συσπείρωση όμως του ΣΥΡΙΖΑ να παραμένει καθηλωμένη, με την ατζέντα να μην την ορίζει πλέον η κυβέρνηση και με το Μακεδονικό να αποτελεί πληγή που αιμορραγεί, έχει έλθει η συζήτηση και για τη διαχείριση της επόμενης, μετά την ήττα, ημέρας στο κυβερνών κόμμα.
Από καιρό έχει υπάρξει μια εικόνα ενός ΣΥΡΙΖΑ που δεν αποτελεί κόμμα αρχών αλλά ένα αμιγώς αρχηγικό κόμμα με μοναδικό συνεκτικό δεσμό τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
Σε μια παράφραση της Κατσιφάρειας ρήσης πως “αν δεν υπήρξε ο Αλέξης, δεν θα μας ήξερε ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας μας”, πολλοί θεωρούν πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα και μοναδικό ατού. Τον ίδιο τον Τσίπρα. Αυτός εξάλλου τώρα παίρνει όλη την ευθύνη επάνω του και δεν πηγαίνει τον τόπο σε τετραπλές κάλπες, ποντάροντας σε μια χαμηλή διαφορά στις Ευρωεκλογές και σε κάποιο προφανώς αυτοδιοικητικό θαύμα.
Τί θα συμβεί όμως εάν ο ΣΥΡΙΖΑ χάσει καθαρά, εάν η Νοτοπούλου δεν τα καταφέρει, αν ο άχρωμος Ηλιόπουλος δεν περάσει καν στο δεύτερο γύρο των δημοτικών εκλογών στην Αθήνα κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κερδίσει καμία περιφέρεια; Προφανώς ο Αλέξης Τσίπρας όχι μόνο θα είναι ένας “πολυτραυματίας” πρωθυπουργός αλλά ταυτόχρονα θα έχει να αντιμετωπίσει έναν ή και πολλούς μεγάλους μπελάδες.
Μέχρι στιγμής, σε λογική “βασιλιά της αριστεράς”, ο ίδιος προσωπικά αποφάσιζε, έπαιρνε ρίσκα, σχεδίαζε. Αυτή η πρωτοκαθεδρία πλέον δεν θα υπάρχει. Επειδή ο ίδιος θα έχει πάρει τα ρίσκα και τις αποφάσεις, μόνος του θα πάρει και την ευθύνη μιας βαριάς σε όλα τα επίπεδα ήττας. Το κύρος του “άχαστου” θα εξανεμιστεί και η φιλική σε διαιρέσεις αριστερά θα βρεθεί σε δύσκολη κι άβολη θέση. Όχι φυσικά πως κάποιος ψέλλισε κάτι διαφορετικό. Όχι πως δημόσια τόλμησε κανένας “σύντροφος” να πει κάτι άλλο από αυτό που ήθελε ο αρχηγός. Όμως γνωρίζουμε από πρώτο χέρι πως οι νίκες έχουν πολλούς πατεράδες, οι ήττες όμως μόνο έναν.
Σε κάθε περίπτωση πάντως θα είναι δίκαιη η άσκηση σκληρής κριτικής προς τον Αλέξη Τσίπρα αν η ήττα είναι μεγάλη. Κι αυτό διότι η έμφυτη πολιτική του αλαζονεία τον εμποδίζει να δει το προφανές. Πως πηγαίνει ολοταχώς για τοίχο. Πως με την επιλογή να μην κάνει όλες μαζί τις εκλογές ποντάρισε όλα του τα λεφτά σε ένα νούμερο. Και πως δεν κατανοεί πως άλλο ήττα, άλλο στρατηγική ήττα κι άλλο συντριβή. Στην πρώτη περίπτωση θα μείνει όρθιος και θα είναι παίκτης για τα επόμενα χρόνια. Στη δεύτερη περίπτωση θα μείνει και πάλι όρθιος, αν και λαβωμένος. Θα αναγκαστεί να κάνει στην άκρη για τουλάχιστον τέσσερα χρόνια. Στην τρίτη περίπτωση που θα υποστεί πανωλεθρία, τα τύμπανα του αριστερού εμφύλιου θα ακουστούν. Τύμπανα που ενδέχεται να τον οδηγήσουν ακόμα και σε πρόωρη – στα 45 του – συνταξιοδότηση – ή ακόμα και σε διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ.
Κάποιοι εξακολουθούν να ποντάρουν στη χαμηλή συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ. Ξεχνούν όμως πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί κόμμα εξουσίας με κοινωνικές ρίζες. Πως δεν έχει δομές ετών όπως το ΠΑΣΟΚ. Για αυτό το λόγο ηττάται στις συνδικαλιστικές ή φοιτητικές εκλογές. Γι’ αυτό το λόγο αυτοδιοικητικά είναι ανύπαρκτος. Και αυτή θα είναι η αιτία που το κυβερνών κόμμα θα μείνει με την ήδη υπάρχουσα χαμηλή συσπείρωση. Γιατί ποτέ σε αυτά τα τέσσερα κυβερνητικά του χρόνια δεν τόλμησε μια επί της ουσίας κι όχι στα λόγια διεύρυνση. Με τον ξεχασμένο κι από τη μάνα του Στέφανο Τζουμάκα ή με τα δεύτερα του πασοκικού πάγκου, δεν πας για πλατιά διεύρυνση. Πας για ήττα και μάλιστα ηχηρή.