Ξεχάστε τον Αλέξη Τσίπρα ή τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Κανονικά πρέπει να τεθεί αλλιώς το πολιτικό ερώτημα: Με ποιον είσαι; Με τη Θάνου και τον Παπαγγελόπουλο ή με τον Πικραμμένο; Με την Τουλουπάκη ή με τη Ράικου; Για τους παλιότερους ο Ντογιάκος υπήρξε κεντρικό πρόσωπο όχι της δικαστικής εξουσίας αλλά σχεδόν της πολιτικής ζωής. Όλα τα παραπάνω πρόσωπα τίθενται – καλώς ή κακώς – επάνω από τους πολιτικούς. Γιατί αυτοί είναι που ορίζουν το παιχνίδι. Με παρεμβάσεις, παραλείψεις, ορθές ή λάθος κρίσεις, οι δικαστές κυριαρχούν.
Ελέγχουν. Παραπέμπουν. Δημιουργούν τις εξελίξεις στην Ελλάδα των αρχών του 21ου αιώνα.
Όταν στα μέσα της δεκαετίας του 2000 ο Κώστας Καραμανλής μιλούσε για ένα υπαρκτό απολύτως πρόβλημα, τη δημιουργία μιας Δημοκρατίας των νταβατζήδων, των μιντιαρχών, εργολάβων κι αυτών που η αριστερά αναγνώριζε ως «κομπραδόρικο κεφάλαιο» είχε δίκιο.
Ο τέως πρωθυπουργός αν και αγωνίστηκε, δεν τα κατάφερε να αλλάξει αυτή την ροή των πραγμάτων. Ο βασικός μέτοχος υπήρξε το δικό του πεδίο ήττας. Η πρώτη μα σημαντική αναδίπλωση όλων εκείνων που ήθελαν μια Δημοκρατία ανόθευτη κι ακηδεμόνευτη.
Με την αναρρίχηση μιας εξωσυστημικής ριζοσπαστικής κυβέρνησης, αυτής των ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ πολλοί ήταν εκείνοι που πίστεψαν πως κάτι άλλο θα συμβεί. Κι όντως. Δεν διαψεύστηκαν. Από τους ελιτίστες, οπορτουνιστές μιντιάρχες, η χώρα πέρασε σε μια νέα φράση. Στη δικαστικοποίηση της πολιτικής ζωής. Ξαφνικά, μια άλλη εξουσία, κι αυτή τη φορά όμως πέραν της πολιτικής, πήρε το πάνω χέρι.
Κορυφαίοι δικαστές απέκτησαν πολιτικές απολήξεις, ένταση στο δημόσιο λόγο τους, παρέμβαση. Μια δήλωση της Κατερίνας Θάνου άλλαζε αίφνης την ατζέντα. Μια ανταπάντηση του ΣτΕ για τις τηλεοπτικές άδειες ή άλλα ζητήματα αιχμής έδινε διαφορετική χροιά. Μεταφραζόταν πολιτικά. Σαν συμπολίτευση κι αντιπολίτευση ένα πράγμα. Δεν είναι λοιπόν λίγοι εκείνοι που πίσω λοιπόν από υποθέσεις τύπου Novartis ή βλημάτων στη Σαουδική Αραβία δεν βλέπουν μια πολιτική μάχη. Μια κόντρα ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ. Βλέπουν μια δικαστική διαμάχη.
Έναν εμφύλιο πόλεμο στους κόλπους της Δικαιοσύνης που μεταφέρεται στο πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης και ταλαιπωρεί την κοινωνία. Δικαστές με γνώσεις και βάθος, αλλά κι εκπρόσωποι της συγκεκριμένης εξουσίας βουτηγμένοι στα προσωπικά τους πάθη, τις εσωτερικές τους έριδες και ίντριγκες, έχουν αρχίσει να παίρνουν άλλο ρόλο από αυτόν που η θεσμική διάκριση των εξουσιών ορίζει. Έναν ρόλο που αδικεί το ίδιο το δικαστικό Σώμα το οποίο έχει σημαντικό ρόλο κι επιτεύγματα στην πορεία της χώρας μας.
Κι εδώ είναι ένα πρόβλημα που θα αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε.
Γιατί μη γελιόμαστε: η υπόθεση Novartis ως επιχείρηση «καθαρά χέρια» που είναι καταδεικνύει την παράδοση της Δημοκρατίας μας σε μια άλλη, πέραν της πολιτικής εξουσίας.
Το ενδιαφέρον βέβαια είναι πως η γεμάτη αντιπολιτικά χαρακτηριστικά αυτή προσπάθεια φέρει την υπογραφή εκτός των λαϊκιστικών δυνάμεων των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ κι αυτών των πάγια εκτός δημοκρατικής λογικής και νοοτροπίας ΚΚΕ και Χρυσής Αυγής.
Αυτό το αντιπολιτικό λοιπόν μπλοκ που δημιουργήθηκε μετά την κοινή προχθεσινή ψήφο υπέρ της παραπομπής 10 πολιτικών προσώπων είναι που επιδιώκει κάτι βαθύτερο.
Την ποινικοποίηση του πολιτικού βίου, την ποδηγέτηση του από το δικαστικό Σώμα και τη δημιουργία μιας νέου τύπου Δημοκρατίας. Μιας Δημοκρατίας των Δικαστών. Μιας Δημοκρατίας που θα πετάει εύκολες καταγγελίες, θα κατηγορεί, θα στέλνει στο εδώλιο όποιον στέκεται απέναντι, όποιον διαφωνεί. Σαφώς οι Έλληνες δικαστές δεν εξισούνται με τους μιντιάρχες, πολλώ δε μάλλον με τους νταβατζήδες. Όμως όταν οι εξουσίες μπλέκονται ή διαπλέκονται, κάτι δεν πηγαίνει καλά σε μια χώρα. Όταν ο πολιτικός φοβάται την ποινή, γίνεται διστακτικός και επιφυλακτικός. Άτολμος. Και ο δικαστής ταυτόχρονα εξελίσσεται σε παντοδύναμο παράγοντα.
Και προσοχή: αυτή η νέου τύπου Δημοκρατία δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη πως αφορά τη σημερινή κυβέρνηση. Το ζήτημα όμως είναι πως η υπογραφή που αυτή η νέα συνθήκη φέρει είναι εκείνη του πλέον διχαστικού μεταπολιτευτικά πρωθυπουργού. Του Αλέξη Τσίπρα.
Αυτός έδωσε το πάτημα η πολιτική ζωή του τόπου να εξελιχθεί σε ένα απέραντο δικαστήριο, αυτός ενδεχομένως θα είναι που αύριο θα κληθεί να δει το κόμμα του να περνά σε θέση κατηγορούμενου από κατήγορου, αν δεν κατορθώσει να κερδίσει τις εκλογές και πείσει πως όντως η Novartis ήταν το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως ελληνικού Κράτους.