Η συνέντευξη του πρωθυπουργού στον SKAI, δηλαδή σε ένα μη προστατευμένο περιβάλλον, έχει αποκτήσει ενδιαφέρον αφ’ εαυτής, κι έχει πυροδοτήσει σειρά ερωτημάτων, που οι πολίτες θα ήθελαν να ακούσουν να τίθενται στον κ. Τσίπρα. Φυσικά ο τηλεοπτικός χρόνος μιας συνέντευξης δεν είναι δυνατό να περιλάβει όλες τις ερωτήσεις και τις ανησυχίες των πολιτών, ίσως όμως να μπορεί να τις ομαδοποιήσει κάπως.
Με αυτά ως δεδομένα, συμβάλλουμε κι εμείς από το οικονομικού προσανατολισμού ΝΜ, διατυπώνοντας μερικές κρίσιμες, κατά την κρίση μας, ερωτήσεις που θα θέλαμε να τεθούν στον κ. Τσίπρα στη σημερινή, ή σε μια προσεχή συνέντευξη που θα δώσει μέχρι τις εκλογές της Κυριακής.
Με δεδομένο ότι η κυβερνητική θητεία Τσίπρα χωρίζεται στη μνημονιακή και τη μεταμνημονιακή περίοδο, το πρώτο ερώτημα επί του θέματος θα ήταν:
“Κύριε πρόεδρε, σας έχω ακούσει πολλές φορές να λέτε ότι εσείς βγάλατε τη χώρα από τα μνημόνια. Σας έχω όμως ακούσει και πολλές φορές να λέτε ότι ήσασταν αναγκασμένος να εφαρμόζετε μια πολιτική που σας επιβλήθηκε, χωρίς να την πιστεύετε. Σας ρωτώ, λοιπόν: Τελικά, ποια πολιτική μας έβγαλε από τα μνημόνια; Η δική σας ή εκείνη των δανειστών; Δηλαδή οι πολίτες σε ποιον θα χρεώσουν την μεγάλη υποβάθμιση του επιπέδου ζωής τους κατά το τρίτο μνημόνιο, αλλά και την έξοδό μας από αυτό; Σε σας, ή στους δανειστές;”
Ακολούθως σκεπτόμουν να ετοιμάσω μια σειρά στοιχείων που δείχνουν ότι η οικονομία επί ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε στάσιμη, αν δεν υποβαθμίστηκε. Έκανα πίσω, όμως, γιατί ο κόσμος κουράζεται εύκολα από τη συνεχή παράθεση αριθμών, ποσοστών και διαγραμμάτων, ενώ η όλη συζήτηση μπορεί εύκολα να εκφυλιστεί σε επανάληψη χιλιοειπωμένων πραγμάτων του τύπου “η ανεργία έπεσε στο 18%”, “ναι, αλλά οι αμοιβές είναι πάρα πολύ χαμηλές” κλπ, πράγματα που τα έχουμε ακούσει και ξανακούσει.
Προτίμησα, λοιπόν, να προτείνω γενικότερα οικονομικά ερωτήματα, που να δείχνουν σε ποιο βαθμό ο πρωθυπουργός έχει σήμερα, μόλις τέσσερις μέρες πριν τις γενικές εκλογές, αντιληφθεί το νόημα της λαϊκής ψήφου στις ευρωεκλογές και -όπως όλα δείχνουν- εκείνης της επόμενης Κυριακής. Θα ρωτούσα, λοιπόν:
“Κύριε πρόεδρε, πιστεύετε ότι για το δυσμενές για το κόμμα σας εκλογικό αποτέλεσμα της 26ης Μαΐου, περισσότερο ευθύνονται οι επιδόσεις σας στην οικονομία, ή οι πρωτοβουλίες σας στα εθνικά θέματα;”. Κι αν έπαιρνα μεσοβέζικη απάντηση, θα επέμενα: “Ασφαλώς όλα παίζουν το ρόλο τους, αλλά περισσότερο; Ποια είναι η δική σας αίσθηση;”. Φυσικά θα του απέκρυπτα ότι ακόμα και στη Βόρεια Ελλάδα (στις περισσότερες εκλογικές περιφέρειες) οι επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες ευρωεκλογές δεν απέχουν πολύ από τη γενική εκλογική του επίδοση σε όλη τη χώρα, ούτε υπήρξε εκεί η δήθεν “εκλογική κατάρρευση Τσίπρα” λόγω της Συμφωνίας των Πρεσπών. Θα ήθελα μόνο να ακούσω τη δική του άποψη στο ερώτημά μου.
Μια τρίτη ερώτηση, (ή ομάδα ερωτήσεων, ανάλογα με την εξέλιξη της συνέντευξης), θα ήταν η σύγκριση με ό,τι συμβαίνει στις άλλες χώρες της δημοκρατικής Δύσης: “Κύριε πρόεδρε, σας έχω ακούσει να λέτε σε κάθε ευκαιρία ότι η οικονομική σας πολιτική οδηγεί τη χώρα σε μια περίοδο ανάπτυξης. Επειδή η πολιτική κρίνεται πάντα από το αποτέλεσμα, θα ήθελα να σας παρακαλέσω να μας πείτε ένα παράδειγμα χώρας σε όλο τον κόσμο, που μετά από μια περίοδο ύφεσης ,ακόμα και ηπιότερης από τη δική μας, οδηγήθηκε σε περίοδο ανάπτυξης με την ποσότητα των επενδύσεων, το ύψος της φορολογίας και την ταχύτητα απονομής της Δικαιοσύνης που σήμερα υπάρχουν στην Ελλάδα”. Εννοείται ότι θα είχα φροντίσει νωρίτερα να έχω συλλέξει ενδεικτικά παραδείγματα χωρών που εκτινάχθηκαν αναπτυξιακά και να μπορώ να παραθέσω τους δείκτες, τους οποίους περιλαμβάνω στην ερώτησή μου προς τον κ. Τσίπρα.
Μια άλλη κατηγορία ερωτήσεων θα έθεταν στη συζήτηση την απόδοση που είχαν προνομιακά προτάγματα για την κυβέρνηση Τσίπρα. Δηλαδή θα ρωτούσα για το αν βελτιώθηκαν πράγματι οι συνθήκες διαβίωσης των πιο χαμηλών οικονομικών στρωμάτων του πληθυσμού. Θα ρωτούσα, δηλαδή “πώς εξηγείτε κ. Πρόεδρε ότι σε καθαρά εργατικές γειτονιές, όπως η Β’ Πειραιά, όπου ζουν βιοπαλαιστές, την προστασία των οποίων εσείς έχετε θέσει ως προτεραιότητα της πολιτικής σας, η εκλογική επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ στις 26 Μαΐου μειώθηκε έως και 40% σε σχέση με εκείνη του Σεπτεμβρίου 2015;”.
Τέλος, μια ακόμα ερώτηση που θα έθετα, θα αποσκοπούσε στο να δείξει την πραγματική αντίληψη και ιεράρχηση που κάνει ο σημερινός πρωθυπουργός στα ζητήματα της οικονομίας, δηλαδή αν ισχύει το τετριμμένο “δεν μας ενδιαφέρουν οι αριθμοί, μας ενδιαφέρουν οι άνθρωποι” που ακούω από wannabe πολιτικούς φιλοσόφους της αριστεράς. Θα ρωτούσα λοιπόν τον πρωθυπουργό: “Κύριε πρόεδρε, ποια σημασία αποδίδετε στον παράγοντα ‘δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης’ ως προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη; Παίζει κατά τη γνώμη σας ρόλο, ή είναι μόνο και μόνο μια δικαιολογία των επιχειρηματιών για να αποκομίζουν υπερκέρδη για τον εαυτό τους;”
Όλα τα επιμέρους, ποσοστά ανεργίας, υπερπλεονάσματα, αναπτυξιακές προοπτικές κλπ θα τα είχα ως εφεδρικά στο ντοσιέ μου. Αλλά σήμερα, λίγες μόνο μέρες πριν τις εθνικές εκλογές κι ενώ οι πολίτες έχουν ουσιαστικά αποφανθεί υπέρ της πολιτικής αλλαγής στις 26 Μαΐου, σκοπός της οικονομικής πλευράς μιας συνέντευξης είναι να βοηθηθούν οι πολίτες που την παρακολουθούν, να καταλήξουν στην πραγματική, συνολική, αυθεντική αντίληψη που έχει για την οικονομία ένας πολιτικός ηγέτης, που χρημάτισε για 4,5 χρόνια και πρωθυπουργός της χώρας.