Για όσους παρακολουθούν τις ελληνικές πολιτικές διαμάχες της μεταπολίτευσης, το φετινό καλοκαίρι έχει το δικό του, ξεχωριστό ενδιαφέρον. Από τη μια, είναι το εντυπωσιακό ξεκίνημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που «σαν έτοιμη από καιρό», στήθηκε σε χρόνο ρεκόρ κι άρχισε να καταθέτει το ένα νομοσχέδιο μετά το άλλο. Ποια «μπάνια του λαού»; Η Βουλή κλείνει μόλις δέκα μέρες, στην πράξη μια εργάσιμη εβδομάδα.
Από την άλλη, το ενδιαφέρον έγκειται στις πρώτες -τροχιοδεικτικές- αναμετρήσεις στη Βουλή, κατά τη συζήτηση των πρώτων νομοσχεδίων της νέας κυβέρνησης. Κι εκεί οι «πρώτες φορές» δεν είναι λίγες, αλλά εδώ θα αναφερθούμε σε μια ειδική περίπτωση. Τον υπουργό Γιώργο Γεραπετρίτη.
Ο πολιτικός του λόγος διαφέρει από δομικής απόψεως, από όλα όσα έχουμε ζήσει στα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Δεν είναι δεξιός, ούτε κεντρώος, και φυσικά δεν είναι αριστερός. Αν συνυπολογίσουμε το κόμμα στο οποίο πλέον ανήκει, θα λέγαμε ότι ο πολιτικός του λόγος είναι «μεταδεξιός».
Δείτε μερικά παραδείγματα:
Παρουσιάζοντας τις διατάξεις για το «επιτελικό κράτος», ο κ. Γεραπετρίτης εξήγησε ότι το υπουργικό συμβούλιο μετατρέπεται σε όργανο παραγωγής πολιτικής, με τακτικές συνεδριάσεις μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Περιμένουμε να το δούμε να εφαρμόζεται, κυρίως όλοι όσοι επί δεκαετίες παρακολουθούμε τα κατά καιρούς υπουργικά συμβούλια του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ να συγκαλούνται για να εκφωνήσει λόγο ο εκάστοτε πρωθυπουργός, εννοείται μπροστά στα κανάλια, και οι υπουργοί… απλώς να ακούν! Η αλλαγή της λειτουργίας του υπουργικού συμβουλίου είναι μια «μεταδεξιά» πολιτική, όχι μια κλασική «δεξιά» ή «κεντροδεξιά» πολιτική, όπως αυτές που γνωρίσαμε τα προηγούμενα πολλά χρόνια.
Παλαιοί πολιτικοί συντάκτες, όταν μιλούσαν για αυτή τη “λειτουργία” του υπουργικού συμβουλίου, θύμιζαν ένα ιστορικό ανέκδοτο: Βρισκόμαστε στη Σοβιετική Ένωση του Λεονίντ Μπρέσνιεφ. Το κεντρικό καθοδηγητικό όργανο της χώρας -το γνωστό Πολιτμπιρό- είχε στις τάξεις του πολιτικούς μεγάλου διαμετρήματος, όπως ο Γκρομίκο, ο Κοσίγκιν, ο Σουσλώφ, δηλαδή πολιτικούς που δεν κατάπιναν «αμάσητο», ό,τι έφερνε ο Γενικός Γραμματέας του κόμματος και ηγέτης της χώρας… Εισηγείται ένα θέμα ο Μπρέσνιεφ, και γίνεται πολλή συζήτηση κεκλεισμένων των θυρών. Τελικά όλο το Πολιτμπιρό, εκφράζει τη διαφωνία του και ψηφίζει «όχι» στην εισήγηση του Γραμματέα. Σηκώνεται, τότε, όρθιος ο Μπρέσνιεφ και με τη δέουσα επισημότητα, ανακοινώνει το αποτέλεσμα: «Εψήφισαν 21 σύντροφοι. Ναι, ένα. Όχι, είκοσι. Τα Ναι, πλειοψήφισαν».
Κάπως έτσι λειτουργούσε και το υπουργικό συμβούλιο στην Ελλάδα, διακομματικά και διαχρονικά. Τώρα, μια συνήθεια της δεξιάς, του κέντρου και της αριστεράς, αλλάζει σε κάτι, που δεν είναι αυτονόητα “δεξιό”, “κεντρώο” ή “αριστερό”. Μένει, βέβαια, να το δούμε να αλλάζει και την πράξη…
Άλλο παράδειγμα: Κατά τη συζήτηση για το «επιτελικό κράτος», το θέμα ήλθε στους μετακλητούς υπαλλήλους και ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε την κυβέρνηση για «κομματικό κράτος». Η κλασική φιλελεύθερη επιχειρηματολογία θα επέτασσε να προβληθεί το επιχείρημα «μικρότερο κράτος- λιγότεροι μετακλητοί». Αντ’ αυτού, ο Γ. Γεραπετρίτης επέλεξε ένα επιχείρημα άλλου επιπέδου, πέραν της κλασικής δεξιάς και της κλασικής αριστερής επιχειρηματολογίας: Είπε, δηλαδή, ότι για να δούμε αν πράγματι οι μετακλητοί που προβλέπονται στο τωρινό νομοσχέδιο είναι περισσότεροι από όσους υπήρχαν νωρίτερα, πρέπει να δούμε πόσοι ακριβώς ήταν αυτοί που υπήρχαν νωρίτερα. Κι ακολούθως απέδειξε ότι κανείς δεν μπορεί να βρει με ακρίβεια τον αριθμό των μετακλητών που μπορούσε να απασχολεί μια οποιαδήποτε κυβέρνηση. Επέλεξε δηλαδή ένα επιχείρημα από τη φαρέτρα της λογικής, για την ακρίβεια της «πλάγιας σκέψης», κι όχι από τη φαρέτρα της -ας την πούμε έτσι- «παραταξιακής» δεξαμενής αντιλήψεων.
Σημειώστε ότι η παραπάνω παρατήρηση δεν είναι τόσο θετική όσο κατ’ αρχήν φαίνεται. Όσο η κυβέρνηση Μητσοτάκη διάγει περίοδο χάριτος, άλλωστε βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού, τέτοιες αναφορές έχουν κυρίως θετική ανταπόκριση. Όταν όμως το κυβερνητικό καράβι βγει από το ασφαλές λιμάνι των πρώτων εβδομάδων και ξανοιχτεί στο πέλαγο της πολιτικής σύγκρουσης, τότε επιχειρήματα που δεν «τακτοποιούνται» κατά τρόπο αυτόματο κι αυτονόητο στο «καρτεσιανής κατασκευής» σύστημα αντιλήψεων της πολιτικής βάσης της Νέας Δημοκρατίας, δεν αφομοιώνονται εύκολα, συνεπώς δεν γίνονται αυτομάτως όπλα στον δημόσιο διάλογο. Το «νέο», αφομοιώνεται δυσκολότερα…
Τρίτο παράδειγμα: Απαντώντας «επί προσωπικού» στον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, του εξήγησε ότι ο ίδιος ο υπουργός εργαζόταν στον πανεπιστημιακό χώρο, ενώ ανελάμβανε και υποθέσεις ως ειδικός γνώστης θεμάτων που είχαν καταστεί επίδικα. Αντιστρέφοντας την επίθεση που του έκανε ο κ. Τσίπρας, ο κ. Γεραπετρίτης του ζήτησε να αποφασίσει αν κάποιος για να εισέλθει στην πολιτική και τη Βουλή, πρέπει να έχει εργαστεί στον ιδιωτικό ή στο δημόσιο τομέα. Δεν μπήκε δηλαδή στο κλασικό δίπολο «δημόσιος vs ιδιωτικού τομέα», με την αριστερά να υπερασπίζεται τον πρώτο και τη δεξιά τον δεύτερο. Σημειώνεται ότι ο κ. Τσίπρας δεν είπε λέξη για να απαντήσει σε αυτή την επιχειρηματολογία του υπουργού.
Υπάρχουν κι άλλα παραδείγματα της επιχειρηματολογίας Γεραπετρίτη, σε αυτές τις λίγες μέρες που βρίσκεται στο Κοινοβούλιο. Μιας επιχειρηματολογίας που εκφεύγει όσων κλασικά ακούμε από νεοδημοκράτες πολιτικούς επί πολλά χρόνια, αλλά και όσων τελικά «τακτοποιούνται» στα «κουτάκια» του Έλληνα πολίτη, ως «δεξιά επιχειρήματα».
Η έκβαση του εγχειρήματος είναι αβέβαιη, το ενδιαφέρον του, όμως, δεδομένο.-