search icon

Γνώμες

Από τα γκάλοπ στις κάλπες

Η εκλογική διαδικασία της προσεχούς Κυριακής έχει σαφώς τις δικές της ιδιαιτερότητες, καθώς σχεδόν στη λήξη της τετραετίας. Η δε προεκλογική φάση ήταν παρατεταμένη, είχε πολλές «στροφές» και άλλες τόσες σφοδρές αντιπαραθέσεις

Σε λιγότερο από 48 ώρες κλείνει και επισήμως η (πρώτη) προεκλογική περίοδος, που αν επιβεβαιωθούν τα γκάλοπ φέρνει στις κάλπες «αναμενόμενες» εκπλήξεις και κάνει τη «γέφυρα» προς ένα νέο πολιτικό κύκλο με δύσκολα και κρίσιμα «στοιχήματα» για την προοπτική της χώρας και των πολιτών της- και αυτών που θα προσέλθουν στα εκλογικά τμήματα για να ψηφίσουν από το πρωί της Κυριακής και εκείνων που θα απέχουν από την κορυφαία διαδικασία για διάφορους και διαφορετικούς λόγους.

Στον ελάχιστο χρόνο που απομένει είναι λίγα αυτά που μπορούν να αλλάξουν -και πάντα κάτι  θέλουν ν’ αλλάξουν- τα εκλογικά επιτελεία των κομμάτων, ακόμη και αν η καμπάνια τους έχει αποδώσει τα μέγιστα. Άλλωστε οι απολογισμοί γίνονται μόνο όταν κλείσουν οι κάλπες και έχουν μπροστά τους οι άμεσα ενδιαφερόμενοι νωπά τα εκλογικά αποτελέσματα.  Η εκλογική διαδικασία της προσεχούς Κυριακής έχει σαφώς τις δικές της ιδιαιτερότητες– καταρχάς γίνεται (και δεν συμβαίνει συχνά τα τελευταία χρόνια) σχεδόν στη λήξη της τετραετίας. Η δε προεκλογική φάση ήταν παρατεταμένη, είχε πολλές «στροφές» και άλλες τόσες σφοδρές αντιπαραθέσεις.

Ο καθένας και η καθεμιά μπορεί να διαπιστώσει ότι παρότι όλα τα κόμματα προανήγγειλαν εξαντλητικό διάλογο στη βάση των προγραμμάτων τους για την επόμενη μέρα, η σχετική συζήτηση δεν έγινε- κι αν έγινε σε ένα βαθμό δεν κυριάρχησε. Ναι μεν αρχηγοί και στελέχη υπογράμμισαν τις προτεραιότητές τους για την επόμενη μέρα, αλλά στο τέλος της κάθε προηγούμενης προεκλογικής μέρας, επέστρεφαν στη βάση τους από τις μάχες σημειώνοντας περισσότερο την απήχηση των τακτικών τους κινήσεων και των αιφνιδιασμών τους με αποδέκτες τους βασικών τους αντιπάλους.

Αντιθέτως έγινε μεγάλη και μακρά συζήτηση, σφοδρή αντιπαράθεση για τις πιθανές συνεργασίες με στόχο την συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας μετά τις εκλογές, είτε με το σύστημα της απλής αναλογικής, είτε με της ενισχυμένης. Έγινε δηλαδή συζήτηση για τις συνεργασίας που …δεν υπάρχουν. Η ροή της προεκλογικής ρητορικής και δράσης, τόσο της κυβερνητικής παράταξης όσο και των κομμάτων της αντιπολίτευσης καθώς και το «αποτύπωμα» των αντιπαραθέσεων δείχνουν ότι η πιθανότερη εξέλιξη αποκλείει τις συνεργασίες. Για αριθμητικούς και πολιτικούς λόγους.

Έγινε συζήτηση βέβαια και για την «κυβέρνηση των ηττημένων». Υπάρχει περίπτωση; Ούτε αριθμητική, ούτε στη βάση των πολιτικών επιδιώξεων δύο ή και περισσότερων κομμάτων που χρειάζονται για την επίτευξη συνεργασίας μεταξύ του δεύτερου και των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ο  Αλέξης Τσίπρας έχει δηλώσει ότι μόνο αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα θα επιχειρήσει τη συγκρότηση «προοδευτικής κυβέρνησης»–  οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί της αντιπολίτευσης έσπευσαν να κλείσουν ερμητικά την πόρτα σε αυτό το ενδεχόμενο με τις δημόσιες παρεμβάσεις τους. Και η αλήθεια είναι ότι η αξιωματική αντιπολίτευση δεν κατάφερε να περιγράψει μια πειστική πρόταση διακυβέρνησης, μια εναλλακτική, για την επόμενη τετραετία. Ξεκίνησε να κάνει λόγο για κυβέρνησης συνεργασίας, αλλά μετακινήθηκε γρήγορα σε διάφορα σενάρια, όπως στη ψήφο ανοχής- ακόμη και στην ιδέα για μια κυβέρνηση ειδικού σκοπού.

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου που όλοι ζήσαμε δεν έγινε ολοκληρωμένη συζήτηση- αντιπαράθεση, χρήσιμη και αποτελεσματική για τις μεγάλες προκλήσεις της εποχής. Ακόμη και η κυβέρνηση, που είχε το συγκριτικό πλεονέκτημα στο χέρι, δεν εξάντλησε το διάλογο για τη ψηφιακή μετάβαση και την 4η βιομηχανική επανάσταση, που ενδιαφέρει και απασχολεί αναμφίβολα τις παραγωγικές ηλικίες και τις νέες γενιές.

Δεν έγινε ουσιαστική και επίμονη κουβέντα για τις βαθιές τομές στο κράτος και τη λειτουργία του, που συνεχίζει να έχει ανάγκη η χώρα. Ακόμη και όταν η συζήτηση γυρνούσε και δικαίως στα Τέμπη, γρήγορα χανόταν στις ιαχές του πολέμου μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων πλευρών.

Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την εξέλιξή τους μετά τις εκλογές σε Ελλάδα και Τουρκία επίσης δεν έγινε ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων. Ίσως την «απέκλεισε» η κατάσταση, που παραπέμπει στις προεκλογικές προτεραιότητες των δύο χωρών. Ποιος όμως δεν θα ήθελε να ακούσει από τα κόμματα μια πλήρη περιγραφή και ανάλυση των δεδομένων για τα ελληνοτουρκικά; Ποιος δεν θα ήθελε να έχει καλύτερη εικόνα για το τι σημαίνει για τη χώρα μας και την Ευρώπη η διαφαινόμενη επανεκλογή Ερντογάν;

Για την ακρίβεια, που άπαντες συναντούν στα ράφια των σούπερ μάρκετ, η συζήτηση στράφηκε γύρω από το αν είναι εισαγόμενο ή όχι το φαινόμενο. Όχι για το αν μπορεί σύντομα να υποχωρήσει ή για τους ασφαλείς δρόμους αντιμετώπισής της την επόμενη μέρα. Κι ας είναι το θέμα μείζον και πρώτο στη λίστα με τις προτεραιότητες των πολιτών σε όλες τις έρευνες της κοινής γνώμης. Γρήγορες, «βιαστικές» συζητήσεις εξελίχθηκαν και για τα άλλα μείζονα ζητήματα που απασχολούν τους πολίτες.

Στο «δια ταύτα», τώρα: την Κυριακή το βράδυ, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα προκηρυχθούν επί της ουσίας οι επαναληπτικές εκλογές, είτε για τις 2 Ιούλη που αρχικά είχε ειπωθεί, είτε για τις 25 Ιούνη, όπως ακούγεται τα τελευταία 24ωρα. Σε όλες τις δημοσκοπήσεις η Νέα Δημοκρατία προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα με ασφαλή διαφορά για την κυβερνητική διαφορά. Οι καλά γνωρίζοντες εξηγούν ότι η πρωτιά της Νέας Δημοκρατίας δεν αμφισβητείται κι ότι η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ ενδέχεται να είναι εντυπωσιακά μεγάλη. Η συσπείρωση της Νέας Δημοκρατίας έχει χτυπήσει ταβάνι– του ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλη αλλά άρχισε να χτίζεται με μικρότερες ταχύτητες. Το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ έχει αγγίξει το στόχο για διψήφιο ποσοστό και δίνει τη μάχη των τελευταίων ωρών – ποντάροντας κυρίως στους αναποφάσιστους ψηφοφόρους- για να γίνει και ισχυρό. Το ΚΚΕ αυξάνει σημαντικά -στα γκάλοπ πάντα- τις δυνάμεις του, ενώ το ενδιαφέρον που καταγράφεται σχετικά με την Ελληνική Λύση και το κόμμα Βαρουφάκη είναι τα σκαμπανεβάσματα στην τελική ευθεία- οι επιδόσεις τους στην κάλπη της απλής αναλογικής ίσως αποτελέσουν κεντρικό αντικείμενο συζήτησης το βράδυ της προσεχούς Κυριακής.

Την Κυριακή λοιπόν, αν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα προχωρήσει ταχύτατα στην επίτευξη του στόχου για αυτοδυναμία στο δεύτερο γύρο. Μπορεί να λάβει και να αξιοποιήσει τυπικά τη διερευνητική εντολή, ωστόσο αυτό που ενδιαφέρει στην πραγματικότητα το επιτελείο του είναι η ανάπτυξη της στρατηγικής για την εξασφάλιση της αυτοδυναμίας που επιδιώκει με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής. Εάν βεβαίως είναι μικρότερη η διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε και μόνο τότε, θα ανασύρει από το συρτάρι του το plan B. Είναι δε σίγουρο ότι πάνω από ένα πλάνο έχουν προετοιμάσει όλα τα κόμματα και θα επιλέξουν το πρώτο, το δεύτερο ή το τρίτο αναλόγως των εκλογικών τους επιδόσεων και εν’ όψει της κρίσιμης μάχης μέχρι την επαναληπτική κάλπη.

Το ζήτημα είναι ότι θα υπάρχουν οι δυνατότητες και άπλετος πολιτικός χρόνος για να γίνει επιτέλους -μεταξύ πρώτου και δεύτερου γύρου- ουσιαστική αντιπαράθεση απόψεων για τα μείζονα της συγκυρίας. Θα το επιδιώξουν; Ή θα παρακολουθήσουμε μια από τα ίδια σε καθεστώς ακραίας πόλωσης;

 

 

 

Exit mobile version