Τελικά, η ακρίβεια και ο πληθωρισμός φαίνεται πως αποτελούν ένα είδος Λερναίας Ύδρας. Ελέγχουν τη μια παράμετρο και προκύπτουν αίφνης δυο άλλες και το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο. Ελέγχθηκαν σε έναν βαθμό το βιομηχανικά και τυποποιημένα προϊόντα στο ράφι -όχι πως μειώθηκαν οι τιμές αλλά τουλάχιστον σταμάτησαν να ανεβαίνουν οι τιμές σε μια σειρά προϊόντων- τον τελευταίο μήνα και αίφνης ξέφυγαν εντελώς τα οπωροκηπευτικά αν και λογικά, λόγω εποχής, υπάρχει αφθονία. Οι αυξήσεις σε κάποια από αυτά, σύμφωνα με μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος, ξεπερνούν ακόμα και το 17%.

Κι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε ούτε με πολυεθνικές που εφαρμόζουν εναρμονισμένες πρακτικές, ούτε με καρτέλ, αλλά με χιλιάδες παραγωγούς και εμπόρους που βρίσκουν μύριες όσες δικαιολογίες από την ξηρασία μέχρι φυτικές ασθένειες για τις συνεχείς αυξήσεις και τη συνάρτηση προσφοράς με τη ζήτηση.

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έρχεται εντελώς απρόσμενα και το ράλι της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος που στην επόμενη φάση θα αποτελέσει το ισχυρό επιχείρημα των επόμενων αυξήσεων. Όμως όσες δικαιολογίες κι αν προβάλλονται, δεν μας το βγάζει από το μυαλό, πως το μεγαλύτερο ποσοστό των αυξήσεων στα τρόφιμα, οφείλεται στην αισχροκέρδεια κάποιων επιτήδειων που -μέσα στη γενικότερη αναμπουμπούλα, που επικρατεί στην αρρύθμιστη αγορά- βρίσκουν τις ευκαιρίες για υπερκέρδη, εις βάρος όλης της κοινωνίας.

Ο νέος υπουργός Ανάπτυξης, φέρεται να είναι έτοιμος να βάλει στη μάχη κατά της ακρίβειας ενεργότερα και την Επιτροπή Ανταγωνισμού, μετά και την ενίσχυσή της σε ανθρώπινο δυναμικό αλλά και τον εφοδιασμό της με όλα τα απαραίτητα τεχνικά μέσα που θα βοηθήσουν στον καλύτερο και πιο εκτεταμένο έλεγχο της αγοράς. Είναι σαφώς προς τη σωστή κατεύθυνση κι αυτή η πρωτοβουλία και μακάρι να δούμε σύντομα απτά αποτελέσματα.

Όμως, ας μη γελιόμαστε. Η Λερναία Ύδρα που λέγαμε στην αρχή, είναι πολυπλόκαμη και οι μέθοδοι, αυτών που αισχροκερδούν, μεταλλάσσονται κάθε τόσο όταν υπάρχει κίνδυνος αποκάλυψης των πρακτικών τους.

Όμως μια χρήσιμη επιπρόσθετη κίνηση από την πλευρά της πολιτείας, θα ήταν και η ανάμιξη σ’ αυτό τον ιδιότυπο πόλεμο και της ΑΑΔΕ.

Ο φόβος από τους ελέγχους της ΑΑΔΕ σε όλη την αλυσίδα από την παραγωγή ως στο ράφι, δεν είναι καθόλου αμελητέος, δεδομένου ότι κανείς εμπλεκόμενος δεν θέλει να μπει στη μαύρη λίστα της ΑΑΔΕ για φορολογικές παραβάσεις με προβλεπόμενα βαρύτατα πρόστιμα ακόμα και λουκέτα που υπάρχουν μέσα τη φαρέτρα των ελεγκτικών της οργάνων.

Η πικρή αλήθεια όμως για όλους εμάς τους καταναλωτές, είναι πως το πιο αισιόδοξο σενάριο που θα μπορούσαμε να περιμένουμε, είναι να σταματήσουν κάποια στιγμή να ανεβαίνουν οι τιμές και να σταθεροποιοηθούν σ’ αυτά τα υψηλά επίπεδα. Είναι όμως μαθηματικά βέβαιο πως πτώση τιμών ή επιστροφή στις τιμές προ κρίσης δεν πρόκειται να δούμε ποτέ. Κι αν είναι ακριβές, πως κάποιοι συμπολίτες μας βλέπουν την αγοραστική τους δύναμη να εξαντλείται στις 20 μέρες του μήνα ή και λιγότερο, η κατάστασή τους δεν μπορεί να βελτιωθεί απλά και μόνο γιατί οι τιμές θα σταθεροποιηθούν στα υψηλά επίπεδα.

Επομένως, η μόνη ρεαλιστική λύση θα ήταν η ενίσχυση των εισοδημάτων. Κι αυτό βέβαια, όπως καταλαβαίνουμε όλοι, δεν μπορεί να γίνει με κάποιο μαγικό ραβδί ούτε με μια κυβερνητική απόφαση από τη στιγμή που τα δημοσιονομικά της χώρας είναι δεδομένα και περιορισμένα. Η αύξηση του μέσου μισθού είναι μια μακρά διαδικασία και αποτέλεσμα πολλών παραμέτρων που έχουν να κάνουν με τη γενικότερη πορεία της οικονομίας, της ανάπτυξης, των επενδύσεων, των νέων θέσεων εργασίας κ.λπ. Άρα, καταλήγουμε πως το πρόβλημα αυτό θα μας ταλανίζει για πολύ ακόμα και κυρίως την κυβέρνηση η οποία θα το βρίσκει σε κάθε βήμα μπροστά της με ό,τι τούτο σημαίνει για την εικόνα της στα μάτια των πολιτών.