Αυτές οι ευρωεκλογές, όσο αδιάφορες λόγω αποχής έδειχναν για την κοινή γνώμη, τόσο ενδιαφέρουσες καταλήγουν ως καταλύτης σε μια σειρά από πολιτικές εξελίξεις

Πρώτα απ’ όλα στη Ν.Δ., το αποτέλεσμα δείχνει να προσγείωσε, τουλάχιστον για την ώρα, το κυβερνών κόμμα, με τον ίδιο τον πρωθυπουργό να κάνει την αρχή λέγοντας ότι «δεν είμαστε πια στο 41%». Και είτε έχει δίκιο είτε όχι -γιατί δεν είχαμε εθνικές εκλογές-, έδωσε ένα σήμα στο ίδιο του το κόμμα.

Επακολούθησε ένας ανασχηματισμός, όχι ιδιαίτερα εντυπωσιακός η αλήθεια είναι, αλλά πάντως το μήνυμα της αποχής και του 28,5% πέρασε, τα κεφάλια χαμήλωσαν, οι θεωρίες για ανέφελες τετραετίες ξαφνικά κόπηκαν και μένει να δούμε τη δουλειά της κυβέρνησης πάνω στα καθημερινά προβλήματα του κόσμου.

Εχει ακόμη μία ευκαιρία η κυβέρνηση να «επιστρέψει» και ο Μητσοτάκης, με την επιμέλεια και τη μεθοδικότητά του, να ξαναβάλει στον δρόμο το όχημα που είχε αρχίσει, κατά τη δεύτερη τετραετία, να χάνει τον τελικό προορισμό του. Θα κριθεί και πιστεύω ότι ως το καλοκαίρι του 2025 θα έχει φανεί το αποτέλεσμα, όποιο κι αν είναι αυτό. Καλό ή κακό.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, όμως, είχε περισσότερο νόημα για τα τεκταινόμενα στην Κεντροαριστερά, που τα δύο μεγαλύτερα κόμματα του χώρου, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, βγήκαν χαμένα σε μια αναμέτρηση όπου το μέγιστο ποσοστό το έχασε η Ν.Δ., από τη δεξαμενή της οποίας αντλούν και τα άλλα δύο κόμματα ψήφους.

Στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρώ ότι τα πράγματα έχουν πάρει τον δρόμο τους, ο Κασσελάκης έχει αποφασίσει κοιτώντας τον καθρέφτη του να συνεχίσει να αυτοαποθεώνεται και όποιος δεν τον επιβεβαιώνει θα εκπαραθυρώνεται. Θέλει και θα φτιάξει τελικά τους επόμενους μήνες ένα εντελώς προσωπικό κόμμα, το οποίο θα έχει ενδιαφέρον για τους πολιτικούς παρατηρητές στο πού θα καταλήξει, αλλά δεν θεωρώ ότι θα έχει το ίδιο ενδιαφέρον για τους πολίτες.

Σταδιακά, έστω και αργά αλλά σταθερά, πιστεύω ότι θα χάνει δυνάμεις και μπορεί, αν το βαρεθεί ο αρχηγός του, να το αφήσει και στην τύχη του. Πάντως, για πολύ δεν πάει, θυμίζει το «Survivor» που πάντα θα έχει πιστούς τηλεθεατές, αλλά σε σχέση με τον πρώτο χρόνο τηλεθέασης βρίσκεται στο 1/3 και λογικά βαίνει προς εξάντληση.

Το «ζουμί» είναι στο ΠΑΣΟΚ τους επόμενους μήνες γιατί εκεί βρίσκεται μια βάση, της τάξης του 10%-15%, παραδοσιακών κεντροαριστερών ψηφοφόρων που επιμένουν στον χώρο αυτό μεν, αλλά ψάχνουν αγωνιωδώς για αρχηγό. Ο Ανδρουλάκης εζυγίσθη, εμετρήθη και ευρέθη τραγικά ελλιπής. Ο,τι και να κάνει, ό,τι και να σκαρφιστεί, έχει τελειώσει είτε μείνει είτε πάει σε εκλογές. Θα ήταν καλύτερο να αποχωρούσε ευπρεπώς, αλλά δεν του περισσεύει προφανώς αυτή η αίσθηση.

Δεν ξέρω αν ο διάδοχός του θα είναι ο Δούκας ή κάποιος άλλος ή άλλη, μακάρι να είναι μια καλή επιλογή και να πάει μακριά, αν και έτσι όπως έχει εξελιχθεί η κατάσταση στο ΠΑΣΟΚ, όποιος και αν είναι, τουλάχιστον για ένα διάστημα δεν μπορεί να πάει χειρότερα από τον σημερινό αρχηγό.

Εχει σημασία, πάντως, για το πολιτικό σύστημα -και με δεδομένο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη είναι κάτι που δεν μπορεί να λογίζεται ως κεντροαριστερό κόμμα- ένα κανονικό θεσμικό κόμμα πιο δεξιά (αλλά ιδεολογικά κοντά) της Ν.Δ. να αποτελεί πάντα μια εν δυνάμει εναλλακτική λύση στο πολιτικό σκηνικό.

Προσωπικά, πάντως, δεν πιστεύω στις συγχωνεύσεις και συνενώσεις κομμάτων όπως προ ημερών πρότεινε ο Τσίπρας, κάπως έτσι όπως το περιέγραψε ο πρώην αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ είχε συμβεί στο παρελθόν με την αείμνηστη Φώφη Γεννηματά, το Ποτάμι του Θεοδωράκη κ.λπ.

Αν υπάρξει ένα πρόσωπο να ξεχωρίσει μέσα στο πλήθος των μνηστήρων (ή επίδοξων μνηστήρων) του χώρου της Κεντροαριστεράς θεωρώ ότι θα φανεί από μόνο του, θα ξεχωρίσει, θα λάμψει και εκ των πραγμάτων θα το ακολουθήσει ο κόσμος που σήμερα βρίσκεται διασπαρμένος σε μικρότερα κόμματα, στη Ν.Δ. ή στην αναμονή. Ως τότε αναζητείται…