search icon

Γνώμες

Αλλαγή πολιτικής χρειάζεται, όχι αλλαγή υπουργών

H ελληνική οικονομία λάμπει από δημοσιονομικής άποψης και η κυβέρνηση εισπράττει τα εύσημα από τους ξένους, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια οικονομία βαθιά προβληματική

Το ζητούμενο ενός ανασχηματισμού δεν είναι η ανακύκλωση των υπουργών, εκτός αν ένας υπουργός είναι ανεπαρκής, οπότε είναι σημαντικό να αντικατασταθεί. Ο ανασχηματισμός δεν έχει νόημα αν δεν συνοδεύεται από αλλαγή πολιτικής.
Στην περίπτωση της οικονομίας, ο ανασχηματισμός έχει νόημα μόνο αν σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή πολιτικής. Και αυτό είναι κάτι που ούτως ή άλλως πρέπει να κάνει άμεσα η κυβέρνηση, για την ακρίβεια έπρεπε να το είχε κάνει προ πολλού.

Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης μέχρι σήμερα αποσκοπούσε στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη μεγέθυνση των πλεονασμάτων και στην ικανοποίηση των ξένων επενδυτών που έβαλαν κεφάλαια στις τράπεζες, των ξένων παρατηρητών, της Κομισιόν, του ΔΝΤ, και των ξένων οίκων αξιολόγησης των οικονομιών. Ο Κωστής. Χατζηδάκης πέτυχε απόλυτα τους στόχους αυτούς.
Ομως για την επίτευξη αυτών των στόχων η κυβέρνηση αγνόησε επιδεικτικά τους εγχώριους συντελεστές, δηλαδή τους πολίτες και τις ελληνικές επιχειρήσεις – και κυρίως τις μικρομεσαίες που αποτελούν κυριολεκτικά τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Και ενώ η ελληνική οικονομία λάμπει από δημοσιονομικής άποψης και η κυβέρνηση εισπράττει τα εύσημα από τους ξένους, στην πραγματικότητα είναι μια οικονομία βαθιά προβληματική.

Η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων βρίσκεται στον πάτο της λίστας των Ευρωπαίων καταναλωτών, το επιχειρηματικό περιβάλλον είναι κακό λόγω γραφειοκρατίας, φραγμών, φόρων, ασφαλιστικών εισφορών, καθυστερήσεων στη Δικαιοσύνη, εμπλοκής πολλών υπηρεσιών σε κάθε προσπάθεια αδειοδότησης ή λειτουργίας των επιχειρήσεων, ξαφνικών αλλαγών στους όρους του παιχνιδιού. Ολα αυτά τα επισημαίνουν διαρκώς οι επιχειρηματικοί φορείς.

Αποτέλεσμα του πολύ κακού επιχειρηματικού περιβάλλοντος είναι ότι δεν γίνονται καθόλου παραγωγικές επενδύσεις ούτε από Ελληνες, ούτε φυσικά από ξένους. Η παραγωγή φθίνει διαρκώς, οι εξαγωγές μειώνονται και οι εισαγωγές αυξάνονται. Είμαστε απολύτως εξαρτώμενοι από εισαγόμενα προϊόντα, με αποτέλεσμα να έχουμε ένα τεράστιο και διαρκώς αυξανόμενο έλλειμμα στο ισοζύγιο με το εξωτερικό – και αυτό είναι πάρα πολύ μεγάλο πρόβλημα για τη χώρα.
Επιπλέον, τόσο οι πολίτες όσο και οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της διαρκούς έλλειψης ρευστότητας, που ξεκινάει από το γεγονός ότι δεν εφαρμόζεται ο νόμος για πληρωμές όλων των εμπορικών υποχρεώσεων σε τριάντα ημέρες. Και ο νόμος δεν εφαρμόζεται ώστε να μην αναγκαστεί το Δημόσιο να πληρώνει και αυτό σε τριάντα ημέρες τους προμηθευτές του.
Οταν λοιπόν το Δημόσιο δεν πληρώνει, τότε κανείς δεν πληρώνει και οι καθυστερήσεις πληρωμών φτάνουν σε πολλούς μήνες, μέχρι και έτος σε κάποιες περιπτώσεις. Αυτό εμποδίζει την ανάπτυξη, την παραγωγή, τις επενδύσεις, την ομαλή λειτουργία της οικονομίας. Αν εφαρμοστεί ο νόμος, αμέσως θα υπάρξει μια τεράστια αύξηση της ρευστότητας σε όλη την οικονομία, με εξαίρεση βεβαίως τους κακοπληρωτές που θα χρειαστούν αυξήσεις κεφαλαίου για να αντεπεξέλθουν. Οι κακοπληρωτές είναι τα καρτέλ που όχι μόνο άφησε ανεξέλεγκτα, αλλά και ενίσχυσε η πολιτική Χατζηδάκη.

Σημειωτέον ότι ενώ το Δημόσιο έχει σήμερα στον λογαριασμό του στην Τράπεζα της Ελλάδος το πρωτοφανές ποσόν των 47 δισ. διαθεσίμων, δεν πληρώνει καν τις εγκεκριμένες από τον Προϋλογισμό υποχρεώσεις του προς νοσοκομεία, δήμους, ασφαλιστικά ταμεία και επιστροφές φόρων ύψους 3,4 δισ. ευρώ. Αδιανόητη συμπεριφορά και πάρα πολύ επιζήμια για την αγορά.

Η πολιτική που εφήρμοσε η κυβέρνηση από την αρχή της θητείας της -και συνεχίζεται μέχρι σήμερα- δεν έλαβε υπόψη της τις εξαιρετικά μεγάλες δυσκολίες ούτε των πολιτών, ούτε των επιχειρήσεων που προέκυψαν από τις διεθνείς εξελίξεις. Μάζευε το χρήμα από τους φόρους και έπνιγε πολίτες και επιχειρήσεις. Εναντι της ακρίβειας, έδινε έκτακτα επιδόματα. Εισέπραττε τον υπερβολικό ΦΠΑ 24% επί των αυξημένων τιμών όλων των προϊόντων και των επιχειρήσεων και αρνήθηκε να ανακουφίσει τους πολίτες. Δεν κατάργησε έκτακτα μνημονιακά μέτρα όπως η προκαταβολή φόρου των επιχειρήσεων. Δεν έκανε καμία απολύτως μεταρρύθμιση, πέραν της ψηφιοποίησης των συναλλαγών πολιτών και Δημοσίου.
Κυνήγησε τόσο στην πράξη όσο και επικοινωνιακά τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους. Αφησε ελεύθερα τα καρτέλ να αλωνίζουν, να εξοντώνουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και να κατακλέβουν τους πολίτες.
Ολα αυτά στο όνομα της δημοσιονομικής εξυγίανσης και του στόχου ικανοποίησης των ξένων που είχαν επενδύσει στις τράπεζες και στα ακίνητα, οι οποίοι ήδη έχουν αρχίσει να μειώνουν τις θέσεις τους και να αποχωρούν εισπράττοντας πρωτοφανή κέρδη.
Ολοι οι άλλοι, χάσανε. Και οι προοπτικές για βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας είναι ανύπαρκτες.

Εκτός αν τώρα αλλάξει οικονομική πολιτική και στοχεύσει στην αύξηση της εγχώριας παραγωγής και των εξαγωγών, στην τιμωρία των καρτέλ, στην ενίσχυση των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων και στην ενίσχυση του εισοδήματος των πολιτών.
Αυτά μπορούν και πρέπει να γίνουν το ταχύτερο – και αυτό πρέπει να είναι το ζητούμενο του ανασχηματισμού, τουλάχιστον για την οικονομία. Ο Χατζηδάκης δεν θα άλλαζε ποτέ πολιτική, δεν πιστεύει σε αυτή την πολιτική και είναι αμφίβολο αν το Μαξίμου θα έδινε εντολή για αλλαγή πλεύσης. Το αν στα υπόλοιπα υπουργεία θα δοθεί εντολή άμεσων μεταρρυθμίσεων, που επίσης είναι αναγκαίες αλλά δεν έγιναν ούτε όταν η κυβέρνηση ήταν πολιτικά πανίσχυρη, είναι πάρα πολύ αμφίβολο, αν όχι απίθανο.
Οι ελπίδες αλλαγής πολιτικής σε οποιονδήποτε τομέα είναι ελάχιστες, εκτός αν αλλάξει η οικονομική πολιτική και μετατραπεί σε προεκλογική πολιτική παροχών και σπατάλης για τη δημιουργία ευφορίας, χωρίς σχέδιο, χωρίς αναπτυξιακό στόχο, χωρίς σταθερή προοπτική, πράγμα που θα κάνει τα πράγματα ακόμη χειρότερα διότι θα αποσταθεροποιήσει ξανά τη δημοσιονομική κατάσταση.

Exit mobile version