Ο φετινός Αύγουστος μάλλον θα διαψεύσει τη ρήση του Ουμπέρτο Εκο, πως τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις. Κι αυτό γιατί είναι τόσο πολλά τα ανοικτά μέτωπα -τόσο εσωτερικά, όσο και στην ευρύτερη γεωγραφική γειτονιά μας- που μάλλον είναι απίθανο να μην υπάρχουν ειδήσεις και μάλιστα δυσάρεστες.
Και μπορεί ο παραδοσιακός μήνας για τα μπάνια του λαού, όπως τα είχε αναγάγει σε κάτι ιερό και απαραβίαστο ο Α. Παπανδρέου και φρόντιζε να μην τα «χαλάσει», να έχει μπει για τα καλά, εν τούτοις οι εντάσεις ακολουθούν το καιρικό θερμόμετρο και Κύριος οίδε τι έχουμε να δούμε.
Και πρώτα-πρώτα το φυτίλι που άναψε στην μπαρουταποθήκη της Μέσης Ανατολής και απειλεί με έναn γενικευμένο πόλεμο στην περιοχή με αρνητικές συνέπειες σε όλη την υφήλιο και επιπτώσεις στις οικονομίες από τη δεδομένη αύξηση των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου από ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Μια νέα ενεργειακή κρίση που θα μπορούσε να ανατρέψει και πάλι τις ζωές όλων μας, πριν προλάβουμε καν να τιθασεύσουμε τον πληθωρισμό και την ακρίβεια που δημιούργησε ο Ρωσο-Ουκρανικός πόλεμος και ο οποίος φυσικά όχι απλά δεν τελείωσε τουναντίον συνεχίζεται με σφοδρότητα κι ας μην το ξεχνάμε.
Στα δικά μας, τα καυτά μέτωπα παραμένουν ο πληθωρισμός που τον περασμένο μήνα όχι απλά δεν έπεσε, αλλά ξανανέβηκε στο 3% με πρωταγωνιστές και πάλι τα τρόφιμα κι είναι δύσκολο να προβλεφθεί τι θα γίνει στον τρέχοντα από τη στιγμή που οι τιμές της χονδρικής ηλεκτρικού ρεύματος στο χρηματιστήριο, παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Αν και η πρωτοβουλία ορισμένων παραγωγών να απορροφήσουν τις αυξήσεις στα τιμολόγια των νοικοκυριών στα επίπεδα του Ιουλίου συν την παρέμβαση της κυβέρνησης με έκτακτη φορολόγηση των παραγωγών με φυσικό αέριο και στη συνέχεια επιδότηση των καταναλωτών, μετριάζουν τις επιπτώσεις στο πορτοφόλι των καταναλωτών, εν τούτοις οι τιμές που καλούμαστε να πληρώσουμε( 14-15 λεπτά την κιλοβατώρα) είναι υψηλότερες σε σχέση με όλους τους προηγούμενους μήνες.
Μια άλλη παράμετρος που καθημερινά παράγει δυσάρεστες ειδήσεις, είναι η κλιματική αλλαγή και οι εκατοντάδες φωτιές ανά την επικράτεια που απειλούν την εναπομείνασα βλάστηση και τα δάση μας. Μέχρι στιγμής, να κτυπήσουμε ξύλο, βλέπουμε πως η νέα πρακτική στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών μαζί με τα αυξημένα μέσα πυρόσβεσης, είναι πετυχημένη και η άμεση δράση έχει περιορίσει σημαντικά το καταστροφικό έργο κι ας ελπίσουμε να συνεχιστεί με την ίδια επιτυχία καθ’ όλη τη διάρκεια της αντιπυρικής περιόδου. Κι ας ελπίσουμε τους καύσωνες να μην ακολουθήσουν πλημμυρικά φαινόμενα όπως την περυσινή χρονιά. Αλλά όλα αυτά είναι ευχές κι αλίμονο αν χρειαστεί να έρθουμε αντιμέτωποι με ακραία καιρικά φαινόμενα που δημιουργεί η κλιματική κρίση.
Εκτός από τα δυσάρεστα όμως, συνυπάρχει και η αισιοδοξία σε ένα μεγάλο κομμάτι της οικονομίας που αφορά εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας που ασχολούνται με τον τουρισμό προσφέροντας θέσεις εργασίας και εισοδήματα σε όλη την αλυσίδα. Τα μέχρι στιγμής στοιχεία δείχνουν πως στο τέλος της σεζόν θα έχουμε καταγράψει άλλη μια πετυχημένη χρονιά ίδια ή και καλύτερη από την περυσινή που σημειώθηκε ρεκόρ αφίξεων και εσόδων. Όσο κι αν το όλο θέμα έχει αρχίσει να εγείρει ερωτήματα αν η χώρα αντέχει χωρίς νέες υποδομές τον υπερτουρισμό κι όσο αν οι Έλληνες με τον εσωτερικό τουρισμό γκρινιάζουν για απαγορευμένα νησιά και περιοχές λόγω της ακρίβειας των προσφερόμενων υπηρεσιών, το τελικό ισοζύγιο είναι υπέρ της ελληνικής οικονομίας και της ανάπτυξης και μέρισμα από αυτήν δικαιούνται (και θεωρητικά επωφελούνται) όλοι οι Έλληνες πολίτες. Και όταν μια οικονομία ανοίγεται στον κόσμο πάντα κάτι κερδίζει και κάτι χάνει. Το ερώτημα όμως είναι αν προτιμούμε την ηρεμία μας και την ανακύκλωση της φτώχειας μας ή αν θέλουμε το τουριστικό συνάλλαγμα το οποίο διαχέεται με μύριους τρόπους στην ελληνική αγορά, στις επιχειρήσεις και στους εργαζόμενους.