Δεν ξέρω πραγματικά αν είναι στη χώρα που ζούμε πιο εύκολο να λύσεις το ελληνοτουρκικό από το να θεσπίσεις και να εφαρμόσεις κανόνες στο ρυμοτομικό και την εκτός σχεδίου δόμηση
Πιθανότατα να μπορέσει να απαντήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη εντός της θητείας της ή έστω αν αποφασίσει ο ίδιος ο πρωθυπουργός κάποτε να γράψει τα απομνημονεύματά του.
Εχει εξαιρετικό ενδιαφέρον λοιπόν και μάλιστα πριν ακόμα δούμε επίσημα σχέδια ή προσχέδια, η προσπάθεια της κυβέρνησης να φέρει προς ψήφιση μια ρύθμιση για την εκτός σχεδίου δόμηση έως ότου δημιουργηθούν και εφαρμοστούν τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια που θεωρητικά θα κλείσουν όλο αυτό το «δύσμορφο πράγμα» που συμβαίνει στη χώρα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά. Αυθαίρετα, καταπατήσεις, έλλειψη πολεοδομικού, ρυμοτομικού και αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, με δυο λόγια… Βαγδάτη, με εξαιρέσεις που τις περισσότερες φορές οφείλονται στην «καλή μοίρα» μιας γεωγραφικής περιοχής ή σε μια χούφτα ανθρώπους που την περιέσωσαν.
Το πρόβλημα που επιχειρεί να λύσει έστω και προσωρινά το νομοσχέδιο Σκυλακάκη είναι γνωστό και δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια από τη διαφορετική ερμηνεία που δίνουν οι ανά τη χώρα Πολεοδομίες σε αμφίσημες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με αποτέλεσμα αλλού να χτίζεις και αλλού όχι, ενώ υφίστανται ακριβώς οι ίδιοι όροι, ζήτημα που φυσικά παραπέμπει στην καταπάτηση του κράτους δικαίου, φέρνει οικοδομική και οικονομική παράλυση και φυσικά ζημιά.
Ειδικά σε μια περίοδο όπου το 80%-85% των αγορών ακινήτων στην Ελλάδα γίνονται από ξένους και όχι μόνο μεγαλοεπενδυτές, αλλά ανθρώπους που θέλουν να συνδέσουν τη ζωή τους με τη χώρα μας. Εχει ιδιαίτερη σημασία μάλιστα ότι τα προβλήματα που επιχειρείται να αντιμετωπιστούν δεν αφορούν τις μεγάλες επενδύσεις, αφού γι’ αυτές όταν εγκρίνονται υπάρχει το Ειδικό Πολεοδομικό Σχέδιο που τις προστατεύει από οτιδήποτε «σκεφτεί» ένας πολεοδόμος ή ένας δικαστής.
Προφανώς και αυτή την ώρα που γράφονται, σβήνονται και ξαναγράφονται οι μεταβατικές διατάξεις μέχρι την κατάρτιση των τελικών Πολεοδομικών Σχεδίων (έργο χρηματοδοτούμενο από το Ταμείο Ανάκαμψης με 200 εκατ. ευρώ), που μπορεί όμως και να χρειαστούν μερικά χρόνια για να ολοκληρωθούν, υπάρχουν πιέσεις από παντού. Περιβαλλοντολόγοι, μηχανικοί, αρχιτέκτονες, μεσίτες, απλοί άνθρωποι που έχουν ένα οικόπεδο και θέλουν να το χτίσουν ή να το πουλήσουν, άπειρες περιπτώσεις που πάντοτε υπάρχει πίσω τους κρυμμένο ένα… μικρό δίκιο, αλλά και πιθανώς μια… μικρή αυθαιρεσία, που όμως εθεωρείτο βατή και προσπελάσιμη μέσω ενός γνωστού και φίλου στην αρμόδια υπηρεσία ή στον μηχανισμό εξουσίας.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στα αυθαίρετα που προσφάτως (και προεκλογικά) άρχισε να γκρεμίζει η Πολιτεία, αλλά μάλλον επιλεκτικά και φυσικά με τη βοήθεια αλά καρτ δικαστικών αποφάσεων. Στη Μύκονο και στην Κρήτη, ας πούμε, γκρεμίστηκαν μερικά αυθαίρετα, αλλά έμειναν άλλα «ανέγγιχτα» λίγα χιλιόμετρα παρακάτω, τα οποία όμως κι αυτά έχουν καταπατήσει ακριβώς το ίδιο τον αιγιαλό και την παραλία.
Ο νόμος Σκυλακάκη ασχολείται και με τα αυθαίρετα και, όπως έχει προαναγγελθεί, «τραβάει μια γραμμή» ξεκινώντας την κατεδάφιση όσων έχουν πρωτόκολλο (κατεδάφισης) το 2022 και εντεύθεν, χωρίς να γίνεται για την ώρα ξεκάθαρο τι θα συμβεί με τα προηγούμενα, που πάντως είναι χιλιάδες σε όλη τη χώρα και πολύ δύσκολα μπορεί να «εξαφανιστούν».
Πριν βγουν λοιπόν στη δημοσιότητα οι επίσημες τελικές αποφάσεις της κυβέρνησης και εν μέσω πιέσεων και αντικρουόμενων συμφερόντων θα ήταν καλό να διευκρινιστεί ότι:
Πρώτον, δεν μπορεί αναδρομικά να στερήσει η Πολιτεία σε κάποιον που είχε τις προϋποθέσεις να χτίσει ένα ακίνητο -και γι’ αυτό αγόρασε ή κράτησε από κληρονομιά ένα οικόπεδο-, γιατί αυτό αντιβαίνει το κράτος δικαίου, ειδικά όταν μιλάμε για μικροϊδιοκτήτη ή έναν απλό ξένο υπήκοο που ήρθε να «ακουμπήσει» λεφτά στην Ελλάδα. Είτε το αγόρασε την τελευταία πενταετία είτε νωρίτερα, είτε έχει ελληνικό διαβατήριο είτε όχι, έχει τα ίδια δικαιώματα με οποιονδήποτε άλλον μπορεί να χτίσει το ίδιο οικόπεδο.
Δεύτερον, έως ότου ισχύσουν τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια θα ήταν αδιανόητο να «πάμε στο άλλο άκρο» και να χτιστεί το σύμπαν δίχως όρους ή με ελαστικότερους όρους από εκείνους που ισχύουν σήμερα, ειδικά στα νησιά που παρατηρείται οργασμός αγοραπωλησιών.
Τρίτον, για τα αυθαίρετα ας καταλήξουν ρητώς στη νομοθεσία ώστε να μην αποφασίζει διαφορετικά το Πρωτοδικείο του Λασιθίου από εκείνο του Ηρακλείου, για να τελειώνει αυτό το ύποπτο παιχνίδι, το οποίο και φθείρει τους θεσμούς και αμαυρώνει το κύρος και την αξιοπιστία της συντριπτικής πλειοψηφίας των δικαστών.