Τη μεγαλύτερη αύξηση επιτοκίων από το 1989, δηλαδή των τελευταίων 33 ετών, αναμένεται να ανακοινώσει την Πέμπτη η Τράπεζα της Αγγλίας (Bank of England – BoE), σε μια προσπάθεια αναχαίτισης του υψηλού πληθωρισμού (10,1% τον Σεπτέμβριο). Ωστόσο, αυτή η στρατηγική εύλογα αυξάνει τις ανησυχίες για τον κίνδυνο ύφεσης – διαρκείας στην οικονομία.
Η κεντρική τράπεζα του Ηνωμένου Βασιλείου, όπως όλα δείχνουν, θα αυξήσει τα επιτόκια για όγδοη συνεχόμενη φορά, καθώς ο ετήσιος δείκτης τιμών ήδη ξεπερνάει το 10%. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το «πορτοφόλι» νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Οι αναλυτές, από την άλλη πλευρά, πιστεύουν ότι λίαν συντόμως οι υπεύθυνοι της νομισματικής πολιτικής θα κληθούν να ανακρούσουν πρύμναν και να κατεβάσουν ρυθμούς, καθώς οι επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων έχουν βαρύ αντίκτυπο στην ανάπτυξη.
Ας σημειωθεί ότι τα αυξημένα επιτόκια ναι μεν βοηθούν στην άμβλυνση των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύουν τις προοπτικές του ΑΕΠ. Αντίθετα, τα μειωμένα επιτόκια ενισχύουν την πορεία της οικονομίας, αλλά οδηγούν σε τόνωση του πληθωρισμού.
Η Goldman Sachs, για παράδειγμα, έσπευσε τη Δευτέρα να υποβαθμίσει τις εκτιμήσεις για την οικονομία, περιμένοντας ύφεση 1,4% για το 2023 (από ύφεση 1% προηγουμένως). Όπως εξήγησε, αυτή η δυσοίωνη πρόβλεψη οφείλεται στη σφιχτή δημοσιονομική και νομισματική πολιτική.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, η Deutsche Bank θεωρεί ότι η πολιτική των υψηλών επιτοκίων έχει και όρια, προεξοφλώντας ότι το βασικό επιτόκιο, το οποίο σήμερα βρίσκεται στο 2,25% -και αύριο κατά πάσα πιθανότητα θα αυξηθεί στο 3%- θα φθάσει έως το 4,5%. Η προηγούμενη εκτίμηση τοποθετούσε το ανώτατο όριο στο 4,75%.
Μέσα σ΄ αυτό το πλαίσιο, η στερλίνα συνεχίζει την ανοδική αντίδραση από τα πρόσφατα ιστορικά χαμηλά, καθώς ενισχύεται κατά 0,25% έναντι του δολαρίου και κατά 0,03% έναντι του ευρώ, με αποτέλεσμα να καθορίζεται στο 1,1511 δολάριο και στο 0,8592 ανά ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα βρετανικά assets δέχθηκαν ισχυρότατο πλήγμα στα τέλη Σεπτεμβρίου, όταν η τότε πρωθυπουργός Λιζ Τρας προανήγγειλε μια σειρά μέτρων δημοσιονομικής χαλάρωσης, τα οποία κινούταν σ’ αντίθετη κατεύθυνση με τη στρατηγική της κεντρικής τράπεζας (είχαν ως στόχο την τόνωση της οικονομίας και όχι την αντιμετώπιση του πληθωρισμού).
Ο νυν πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ έκανε στροφή 180 μοιρών και απέσυρε τα επίμαχα μέτρα στήριξης, επαναφέροντας τη δημοσιονομική και τη νομισματική πολιτική στην ίδια κατεύθυνση, κάτι που πρόσφερε ηρεμία στις αγορές.
Διαβάστε επίσης
Προσδιορίστε την εμπορική αξία του σπιτιού σας με ένα κλικ
Πώς η Αντίπαρος μεταμορφώθηκε στο ελληνικό case-study του διεθνούς real-estate