Ο Τζον Χούσμαν, πρόεδρος της Hussman Investment Trust, ο οποίος προέβλεψε τα κραχ της αγοράς το 2000 και το 2008, δεν φοβάται να χαρακτηρίσει το σημερινό περιβάλλον της αγοράς ως φούσκα.
Πρόκειται για μια τολμηρή πρόβλεψη, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι η πλειοψηφία των επενδυτών και των οικονομολόγων πιστεύει ότι μια ήπια προσγείωση της αμερικανικής οικονομίας είναι πιθανή καθώς η Fed έχει αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια.
Ο Χούσμαν, όμως, πιστεύει ότι έχει επαρκείς αποδείξεις για τον ισχυρισμό του. Η πρώτη απόδειξη που επικαλείται ο ίδιος είναι η συνολική κεφαλαιοποίηση των μη χρηματοοικονομικών μετοχών προς τη συνολική προστιθέμενη αξία των μετοχών αυτών.
Η αγαπημένη του και πιο αξιόπιστη ένδειξη αποτίμησης για τον προσδιορισμό των μακροπρόθεσμων αποδόσεων της αγοράς έχει σκαρφαλώσει λίγο κάτω από τα υψηλά όλων των εποχών που σημειώθηκαν το 2022 και κυμαίνεται πάνω από τα επίπεδα που επιτεύχθηκαν το 2000 και το 1929.
Ενώ οι αποτιμήσεις βρίσκονται όντως σε υψηλά επίπεδα, μπορούν να βοηθήσουν ελάχιστα τους επενδυτές στον προσδιορισμό των βραχυπρόθεσμων αποδόσεων. Επιπλέον, αν τα επιτόκια πρόκειται να μειωθούν και η οικονομία ανθίσει χωρίς να αναζωπυρωθεί ο πληθωρισμός, κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά πως οι αποτιμήσεις και οι τιμές των μετοχών δεν μπορούν να ανέβουν υψηλότερα.
Ο Χούσμαν χρησιμοποιεί τεχνικά δεδομένα που δείχνουν ότι οι μετοχές θα μπορούσαν να είναι έτοιμες να καταγράψουν σημαντική και απότομη πτώση – αν και ο ίδιος δε θέλει να κάνει μια τέτοια πρόβλεψη. Με την πάροδο των ετών, ο βετεράνος αναλυτής έχει εντοπίσει διάφορες τεχνικές συμπεριφορές γύρω από τις κορυφές και τα χαμηλά της αγοράς, ενώ -όπως αναφέρει- στις 20 Σεπτεμβρίου και στις 16 Ιουλίου, το άθροισμα των προειδοποιητικών δεικτών εκτινάχθηκε σε επίπεδα που έχουν παρατηρηθεί μόνο πριν από το 2000 και το 2022.
Οι παράμετροι
Οι παράμετροί του είναι οι εξής: ο S&P 500 βρίσκεται τουλάχιστον 9,5% πάνω από τον κινητό μέσο όρο των 200 ημερών του και τουλάχιστον 3% πάνω από τον κινητό μέσο όρο των 50 ημερών του.
Λιγότερο από το ένα τρίτο των μετοχών του S&P 500 βρίσκονται πάνω από τον κινητό μέσο όρο των 200 ημερών τους, τουλάχιστον 2,5% των μετοχών του S&P 500 βρίσκονται σε νέα υψηλά, ενώ τουλάχιστον 2,5% βρίσκονται σε νέα χαμηλά, τη στιγμή που οι αισιόδοξοι επενδυτές υπερτερούν των απαισιόδοξων κατά τουλάχιστον 20%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Investors Intelligence.
Ο παράγοντας ήταν παρών πριν από τις μεγάλες πτώσεις το 2022, το 2020 και το 2000, καθώς και πριν από την περιορισμένη πτώση το 2017. Η εκτίμηση του ίδιου για το «εσωτερικό της αγοράς», ουσιαστικά ένα μέτρο του συνολικού εύρους της αγοράς που λειτουργεί ως ένδειξη του κλίματος των επενδυτών, παρουσιάζει επίσης αρνητικά στοιχεία τα οποία συνήθως αντιστοιχούν σε πτώσεις της αγοράς. Η τελευταία φορά που η μέτρηση ήταν τόσο επίπεδη για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν κατά τη διάρκεια της φούσκας των dot-com.
Τέλος, ο Χούσμαν επεσήμανε τα υψηλά επίπεδα συγκέντρωσης στην αγορά. Το κορυφαίο 10% όλων των αμερικανικών μετοχών με βάση την κεφαλαιοποίηση αγοράς αποτελεί περίπου το 76% της συνολικής κεφαλαιοποίησής της. Οι μόνες δύο φορές που έχει ξεπεράσει το 75% ήταν το 2000 και το 1929.
Τα στοιχεία για την αγορά εργασίας εξορθολογίζονται, προκαλώντας ανησυχίες για ύφεση. Εάν προκύψει μία τέτοια ύφεση, αναμένεται να πιάσει τους επενδυτές απροετοίμαστους και πιθανότατα να βυθίσει την αγορά.
Αλλά αν η Fed καταφέρει να πετύχει την ομαλή προσγείωση την οποία αναζητά διακαώς και το ποσοστό ανεργίας σταθεροποιηθεί τους επόμενους μήνες, οι επενδυτές μπορεί να συνεχίσουν να απολαμβάνουν τις αυξημένες αποδόσεις που έχουν δει τα τελευταία δύο χρόνια. Τα υψηλότερα δυνητικά περιθώρια κέρδους από την τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσαν επίσης να τροφοδοτήσουν περαιτέρω το ράλι.
Για τους μη μυημένους, ο Χούσμαν έχει επανειλημμένα γίνει πρωτοσέλιδο προβλέποντας πτώση του χρηματιστηρίου που θα ξεπεράσει το 60% και προβλέποντας μια ολόκληρη δεκαετία αρνητικών αποδόσεων των μετοχών. Καθώς η χρηματιστηριακή αγορά βρισκόταν κυρίως σε υψηλότερα επίπεδα, επέμενε στις καταστροφολογικές του εκκλήσεις.
Όπως αναφέρει το Business Insider, παρά τις λανθασμένες προβλέψεις του, όμως, ο ίδιος επιτυχώς προέβλεψε τον Μάρτιο του 2000 ότι οι τεχνολογικές μετοχές θα έπεφταν κατά 83% και στη συνέχεια ο τεχνολογικά βαρύς δείκτης Nasdaq 100 έχασε ένα «απίθανα ακριβές» 83% κατά τη διάρκεια της περιόδου από το 2000 έως το 2002.
Επίσης, το 2000 προέβλεψε ότι ο S&P 500 θα είχε πιθανώς αρνητικές συνολικές αποδόσεις κατά την επόμενη δεκαετία, όπως και έγινε.
Τον Απρίλιο του 2007 προέβλεψε ότι ο S&P 500 θα μπορούσε να χάσει 40%, ενώ στη συνέχεια ο δείκτης κατέγραψε πτώση της τάξης του 55% κατά την επακόλουθη κατάρρευση από το 2007 έως το 2009.
Διαβάστε ακόμη
Εθνική Τράπεζα: Πόσο «κοστίζει» το placement στο Χρηματιστήριο
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα